Περισσότεροι θάνατοι συνδέονται με το εμβόλιο της Pfizer, παρά με αυτό της AstraZeneca, αυτό τονίζει έρευνα, η οποία μελετάει την θνησιμότητα σε έξι ευρωπαϊκές χώρες.

Συγκεκριμένα, η έκθεση 12 σελίδων, με τίτλο «Αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στα εμβόλια της νόσου COVID-19 και βελτιωμένη συνεργασία μεταξύ ρυθμιστικών, υγειονομικών υπηρεσιών και φαρμακευτικών εταιρειών – Μια πρόσκληση για δράση», την οποία δημοσιεύει το Sputnik, παρέχει στατιστικά στοιχεία που δείχνουν ότι ο συνολικός αριθμός θανατηφόρων περιπτώσεων ανά εκατομμύριο χορηγούμενων δόσεων του εμβολίου στη Γαλλία, στη Γερμανία, στο Ηνωμένο Βασίλειο, στη Νορβηγία, στην Αυστρία και στην Ιταλία είναι σχεδόν τρεις φορές υψηλότερες για το εμβόλιο της Pfizer σε σχέση με αυτό της AstraZeneca.

Πάντως, σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που υπέβαλαν οι κυβερνήσεις και οι σχετικές ιατρικές Αρχές, η Γαλλία κατέγραψε 45,3 θανατηφόρες περιπτώσεις ανά εκατομμύριο δόσεις για το εμβόλιο της Pfizer έναντι 17,9 γι’ αυτό της AstraZeneca, η Γερμανία 29,9 και 6,5 αντίστοιχα, το Ηνωμένο Βασίλειο 20,7 και 24,2 αντίστοιχα, η Νορβηγία 164,3 και 44,6 αντίστοιχα, η Αυστρία 47,5 και 7,5 αντίστοιχα και η Ιταλία 10,9 και 7,3 αντίστοιχα.

Ταυτόχρονα, το Ηνωμένο Βασίλειο δίνει προτεραιότητα στη χρήση του AstraZeneca για την εκστρατεία μαζικού εμβολιασμού και το εν λόγω σκεύασμα είναι το κύριο για πολλές κατηγορίες ατόμων.

Μάλιστα, έως τις 26 Μαΐου, το 72,9% του ενήλικου πληθυσμού στη χώρα έχει εμβολιαστεί με μία δόση του εμβολίου, και 44,8% και με τις δύο δόσεις.

Σε αντίθεση με τις δηλώσεις των ευρωπαϊκών χωρών σχετικά με τους κινδύνους του εμβολίου της AstraZeneca και την άρνηση της χρήσης του, τα στατιστικά στοιχεία της εταιρείας δείχνουν ότι ο κίνδυνος για όσους έλαβαν το Pfizer είναι υψηλότερος.

Ακόμα, η εταιρεία τόνισε ότι δεν είναι η μόνη που είναι στο επίκεντρο κακής δημοσιότητας και, όπως επισημαίνεται, οι κατηγορίες κατά του εμβολίου της επηρεάζουν την αξιοπιστία των εμβολίων από άλλους κατασκευαστές και -κατά συνέπεια- μειώνουν την προθυμία των ανθρώπων να εμβολιαστούν.

Χαρακτηριστικά, στην προαναφερθείσα έκθεση σημειώνεται: «Μια απόφαση που λαμβάνεται κατά ενός εμβολίου, μπορεί ενδεχομένως να διαβρώσει περαιτέρω την εμπιστοσύνη του κοινού έναντι όλων των εμβολίων, υπό την προοπτική δημόσιας υγείας. Η έλλειψη εκτεταμένου εμβολιασμού θα παρατείνει άσκοπα την πανδημία».

Η AstraZeneca ανέφερε, επίσης, ότι η βρετανική Αρχή φαρμάκων και οι επιστήμονες έχουν επανειλημμένα δηλώσει ότι ο κίνδυνος εμφάνισης της νόσου COVID-19 υπερτερεί σε μεγάλο βαθμό του κινδύνου σοβαρών παρενεργειών από τους εμβολιασμούς.

Μάλιστα, η εταιρεία επιβεβαίωσε περαιτέρω την ετοιμότητά της να συνεργαστεί με οποιονδήποτε επιστημονικό φορέα προκειμένου να διασφαλίσει την ασφάλεια του εμβολιασμού βάσει των αρχών της πλήρους διαφάνειας.

Στην προαναφερθείσα έκθεση, ακόμα, τονίζεται: «Η AstraZeneca έχει δεσμευτεί να συνεργαστεί με NITAG [Εθνική Τεχνική Συμβουλευτική Ομάδα Ανοσοποίησης] και ρυθμιστικούς φορείς για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στα εμβόλια και τον εμβολιασμό κατά της νόσου COVID-19».

Η AstraZeneca δηλώνει ότι είναι απαραίτητο να ενοποιηθούν οι προσπάθειες για τη συλλογή και την αξιολόγηση σχετικών δεδομένων ώστε να μπορούν να παρέχονται «σαφείς και συνεπείς οδηγίες χρήσης από τις υπηρεσίες υγείας».

Κατά την AstraZeneca, «ο εμβολιασμός είναι απαραίτητος για τη μείωση του αντίκτυπου της πανδημίας της νόσου COVID-19 και έχει ήδη παρατηρηθεί μεγάλες μειώσεις στις εισαγωγές, στις νοσηλείες και στους θανάτους σε χώρες με εκτεταμένα προγράμματα εμβολιασμού.

Επισημαίνεται ότι το γραφείο της εταιρείας στη Μόσχα επιβεβαίωσε την αυθεντικότητα της έκθεσης και εκπρόσωπος της εταιρείας δήλωσε: «Η AstraZeneca επιβεβαιώνει ότι συνέταξε το έγγραφο. Αυτές οι πληροφορίες δεν προορίζονταν για δημοσιοποίηση».

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.

Translate »