Αιρετικά και χάριν συντομίας, μπορούν να χαρακτηριστούν ως οι τρείς τάσεις αντιμετώπισης της διαδικασίας των εκλογών, διαμορφώνοντας και τις κατηγορίες των πολιτών.

Θα ήταν, το λιγότερο αφελές να ξοδέψω τον χρόνο και την υπομονή σου σε αναλύσεις περί ευθύνης του ψηφοφόρου… Αυτά, στη χώρα και στην ώρα που ζούμε, μόνο ως δασκαλιστικη προσέγγιση, μπορούν να εκληθφουν.

Είναι ωστόσο σαφές, ότι σε αντίθεση με εκείνους που ” ανήκουν” ή αποχωρούν από το πεδίο, αυτός που πραγματικά αποφασίζει, πρέπει να πληροί μια απαραίτητη προϋπόθεση… να γνωρίζει.

Δύσκολο πράγμα η γνώση να την αποκτήσεις, άβολο να την αξιοποιήσεις. Ειδικά όταν το τελευταίο σημαίνει να πηγαίνεις αντίθετα στο γενικό αφήγημα ή ακόμα χειρότερα, στις γενικές προσταγές.

Ακόμα πιο δύσκολο, να μένεις πιστός στις αρχές σου και να μην αρκεισαι σε μια πυροτεχνικη εκδήλωση ομολογίας αντίθεσης, εκτός τόπου και χρόνου, σα γραφική συνταξοθειτσα, που δίνει βάθος στον χαρακτηρισμό “ψεκασμενος”.

Στην περίοδο της ψηφιακής αμεσοτητας και της πραγματικής αποστασιοποίησης, η πληροφορία, γίνεται όργανο προπαγάνδας. Όχι οργανωμένης και μελετημένης…όσο πιο πρόχειρης, τόσο πιο εύκολης και επαναλαμβανόμενης.

Δεν είναι πλέον αναγκαίο να δημιουργήσεις μια ψευδή ή στρεβλωμενη αντίληψη για ένα γεγονός, ώστε να προωθήσεις τον πολιτικό φορέα. Σήμερα, αρκεί να αναπαράγεις το αφήγημα, το οποίο επιβάλεται να ισχύσει…πάντα στα πλαίσια ενός δυσνόητου αλλά ευρύτερου καλού.

Έννοιες όπως κυριαρχικά δικαιώματα, εθνική ταυτότητα, ιστορική μνήμη, οικογένεια, φυλή, επιλεκτικά παραποιούνται, σκιάζονται, αμαυρωνονται ή παρουσιάζονται ως άβολα βαρίδια, που πρέπει να αφεθούν στην άκρη, ώστε να ευνοηθεί το συλλογικό, συμπαντικό, υγειονομικό, κλιματικό καλό για το οποίο μπορεί να μην έχεις λόγο, αλλά σου υπενθυμίζουν πως ευθύνεσαι άμεσα.

Αν αντιδράσεις ή αμφισβητήσεις την εγκυρότητα ή ακόμα χειρότερα, την νομιμότητα αφηγημάτων και μέτρων αυτόματα μπαίνεις στο στόχαστρο του ελληνικού δικτύου ιστοριών.

Αυτό που παλαιότερα θα αποτελούσε ένθετο σε πρωιναδικο, με τίτλο, “η γνώμη του μπάρμπα Τάσου – τον πλαισιώνει η κυρά Παγώνα”
σήμερα, είναι η μάχιμη δημοσιογραφία.

Μοιάζει σήμερα η καθ’ευφημισμο τέταρτη εξουσία, με χαρακτήρα δραματικής κωμωδίας. Πότε γεροδεμένος νταης, έτοιμος να κοπανησει όποιον στραβοκοιταξει το αφεντικό και πότε κατά φαντασίαν ασθενής, που πάσχει και υποφέρει με το τρέχον ζήτημα.

Ανθρώπινα δικαιώματα, κλιματική αλλαγή, πόλεμος στο νατιβισμο, διαλιεχτε.

Η ποικιλία δεν λείπει. Η φαντασία, η δημιουργικότητα και η ουσία από την άλλη, έχουν πατώσει.

Κυρατσες που, θα μπορούσαν άνετα να εκφωνούν την κρατική ενημέρωση στη βόρεια Κορέα, κάναν combo με μαρκουτσοπαιδα, που άμα λάχει, ρίχνουν και καμιά ψιλή σε αντιφρονούντες και με εκτελεστικό παραγωγό, τον κάθε αιθεροβαμονα γλυφτοκαγκουρα, που τον αναβάθμισαν σε εκδότη, ενώ χρωστούσε και στα πόμολα του γραφείου, κάνουν την πιο φτηνιαρικη απόπειρα παραπλάνησης του κοινού αισθήματος, με ακριβό όμως εισιτήριο.

Το πληρώνεις σε καθημερινή βάση και το έχεις εξοφλήσει ξανά και ξανά. Με τον χρόνο, την ποιότητα ζωής σου, την υποβάθμιση της χώρας σου, την μείωση των επιλογών σου….τη στιγμή που δεν είναι ούτε για λεμονοκουπες.

Ο πολίτης μετατρέπεται σιγά αλλά σταθερά σε υπήκοο και το μονοπάτι είναι τόσο γνωστό όσο και ντροπιαστικά απλοϊκό. Αρκεί η υποβάθμισή του σε οπαδό.

Από τα τις τοπικές και τις κλαδικές, περάσαμε στους συντηρητικούς και τους προοδευτικούς. Δεν έχει σημασία αν έστω και μισός γνωρίζει τι εκπροσωπεί, ο χώρος τον οποίο επιλέγει…

Ο καπιταλισμός που επιλέγει να ξεσκαρταρει φαλιριμενα τοπικά τραπεζομαγαζα, βάζοντας το χέρι βαθειά στις τσέπες των Ελλήνων, δεν είναι καπιταλισμός. Ο σοσιαλισμός που το δίκαιο του εργάτη το κάνει κωλοχαρτο, για να σφουγγισει τα βρωμοποδαρα η τη φάτσα του ο Αχμέτ, μόλις ξεμπαρκαρει, δεν είναι σοσιαλισμός.

Ιδεολόγος (πάντα κατ’επιφαση) που “αναγκάζεται” να στηρίξει τον Σάκη, για να μη βγάλει τον Λάκη, έχει με την πολιτική, την ίδια σχέση που έχει ο κατελης με τον Τέσλα ή βολεύτηκε.

Εκεί που θα έπρεπε κανείς να ψάχνει ως επιχείρημα το πώς θα μπορούσαμε να γίνουμε ακόμα καλύτεροι, το μόνο που βρίσκει να ψελλίσει, είναι πως θα μπορούσαμε να είμαστε ακόμα χειρότερα. Αλάνθαστη στρατηγική. Έχεις πάει το αμάξι για σέρβις, σου καίνε τον κινητήρα και σου απαντάνε πως όμως τσουλανε οι ρόδες.

Κάπως έτσι…τσουλωντας, φτάσαμε ως εδώ.

Με παρωχημένες υπηρεσίες, στρεβλωμενη αντίληψη κρατικής εξουσίας, αδυναμία ανάλυσης, ανάπτυξη της ταβέρνας και ντηλ της αρπακολας, λες και βγήκαν από το μυαλό τηλεπαστορα βιβλιομπακαλη.

Το ίδιο άσχημα και τα προηγούμενα με άσχετους μπλε και ροζοπρασινης απόχρωσης, να αλληλοδιαδεχονται και να διαγωνίζονται στο ποιος θα γίνει πιο ξεφτιλας.

Η μειοδοσία, πότε από ιδεοληπτικη αγκύλωση, πότε από ανικανότητα αντίληψης του προβλήματος ( στη γωνία και να τρως σουβλάκια κατά τη διάρκεια σύσκεψης) πότε κάνοντας την ανάγκη ατιμία, ώστε να επωφεληθείς από το διαφαινόμενο και αδιαμαρτύρητο αποτέλεσμα ( από τα τρία συσσίτια τη μέρα στην κατοχή, στον εξοπλισμό του γραφείου από τη μιζενς, πάει σόι το βασίλειο) είναι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, το μεταπολιτευτικό modus operandi.

Η επιλογή εκπροσώπων που αποδείχθηκαν λειψοι και λίγοι στα ζητήματα που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν, αποτελεί αμαρτία που τείνει να γίνει ιστορία με πολύ κακό φινάλε και σε εκείνο το τραγούδι, η παραφωνία, θα είναι ο κανόνας.

Πολλοί είναι εκείνοι που πότε με αναφορά σε όσα μισοεκαναν με τα λεφτά ΣΟΥ, πότε με επίκληση σε φαντάσματα του παρελθόντος (Αντρέα δεν έφυγες ποτέ) και πότε βγάζοντας το σκελετό από τη ντουλάπα με την ανάλογη στολή ( σφυροδρέπανο ή σβάστικα) επιχειρούν να φοβίσουν και να αλιευσουν ψήφους.

Παλιά χιλιοπαιγμενη ίδια παραμυθα που διατηρεί την ίδια πειστικότητα που είχε η “αρκούδα” στην Οδύσσεια ενός ξενιτεμένου ή όποιο άλλο χαροκλαμενο αριστούργημα της κλακ φίλμς είχε τη σκηνή.

Ο ρόλος των εξουσιών δεν είναι πλέον διακριτός. Μια επιβάλλεται έναντι των λοιπών, που αποκτούν άλλοτε υποστηρικτικό, άλλοτε διακοσμητικό ρόλο. Οι θεματοφύλακες του πολιτεύματος, μετά από συστηματική υποβάθμιση τόσο σε επίπεδο αρμοδιοτήτων, όσο και προσωπικοτήτων, προσφέρουν μια θλιβερή εικόνα πότε ως ανοικοι γέροντες, που δεν αντιδρούν ή δεν άκουσαν ότι τα εθνικά σύνορα θα μειωθούν, πότε ως αδιάφορη γατογρια, που ο καλύτερος συνομιλητής της, θα ήταν ο φαρμακοποιός της γειτονιάς, να κάθεται σταυροπόδι στην παρέλαση και πάνω τούρλα, όταν βιάζεται το σύνταγμα.

Τα προσόντα που καλείται να έχει ο σύγχρονος μνηστήρας του θώκου, τείνουν δυστυχώς να προσεγγίσουν εκείνα του στοκου. Όσο πιο εύπλαστος μέχρι να μπουκαρει και όσο πιο κολλημένος αφού το κατορθώσει.

Η εκπροσώπηση σε ατομικό επίπεδο από τον τοπικό εκλεγμένο εκπρόσωπο, περιορίζεται στην ελπίδα προβολής από αθηναϊκά μέσα ή τοπικά βλαχοκαναλα και σε κανένα ρουσφέτι προς ημετερους. Η ελευθερία της έκφρασης του βουλευτή, εχει γίνει ανέκδοτο.

Ξόανα, μούμιες και μαθητευόμενες ύαινες με την αβάντα κρατικοδιαιτων τσιλιαδορων, τρέχουν την κομπίνα χωρίς ιδιαίτερες συστολές με μόνο φόβο, μη τυχόν και ξυπνήσει ο ιδιοκτήτης.

Το όλο σκηνικό περισσότερο σε Τρούμπα φέρνει, παρά σε κράτος…

Επειδή όμως δε φαντάζομαι τη χώρα μου με κόκκινα φανάρια, όσες φιλότιμες προσπάθειες κι αν έχουν γίνει για το αντίθετο, περιμένω από τους βουλευτές να εκφράζουν γνώμη και όχι να κάνουν μουγκαφον, χτυπώντας παλαμάκια, αυτό το έκανε κι ο φερμπι και τον στείλανε στο διαολο.

Δυόμιση από τα τέσσερα χρόνια της βάρδιας του Μωυσή, ζήσαμε καταστάσεις πρωτόγνωρες.

Επικύρωση της προδοσίας των Πρεσπών από τα “τσοπανόσκυλα” της δεξιάς πτέρυγας του κόμματος. Επιχειρούμενη επιβολή λαθροδομων σε νησιά με αποστολή δυνάμεων καταστολής, ώστε να καμφθούν οι αντιδράσεις… τελικά κάμφθηκαν και κόκκινησαν οι σβέρκοι των παιτωρομπατσων από τις σφαλιάρες που μοίρασαν οι νησιώτες πριν τους πάνε ‘ερωτικα’ μέχρι το πλοίο.

Βιώσαμε τον ευτελισμό του Συντάγματος, την ακύρωση της λογικής, την αδυναμία στάθμισης οφέλους ζημίας, την αναβάθμιση του δικαιωματιστη γερονταρα, που αφού δεν κελαηδαει ούτε με το μπλε χαπακι, είπε να μας αυτωσει αλλιώς, την περιφρόνηση και κακοποίηση των παιδιών που έγιναν μέρος του πειράματος, υποχρεωμένα να μένουν στο σπίτι, να φοράνε μάσκα ..να φοβούνται, τη στιγμή που δειλά ανοίγουν τα φτερά τους.

Ζήσαμε την απόγνωση, στα πρόσωπα των ελεύθερων επαγγελματιών που αναγκάστηκαν να κλείσουν τη δουλειά τους και των υπαλλήλων που επειδή επέλεξαν να μην υποβληθούν σε μια ιατρική πράξη, διαπομπεύτηκαν και απομακρύνθηκαν.

Ζήσαμε τον τρόμο όταν 57, κατ’αλλους πολύ περισσότεροι συνάνθρωποί μας, έχασαν τη ζωή τους και το αίμα μας να βράζει, όταν το σύστημα πήγε να ρεφαρει με ένα βυσματια σταθμάρχη και έναν γονο, που ανέλαβε την πολιτική ευθύνη, αλλά θεώρησε χρέος του, να ξαναβάλει υποψηφιότητα.

Νιώσαμε το βαθμό της κατρακύλας, όταν ένα κόμμα, με το οποίο προσωπικά, διαφωνώ σε πολλά, αποκλείστηκε από την κάθοδο στις εκλογές, γιατί θα ” έκοβε” από εκεί που δεν έπρεπε.

Η εκπροσώπηση στη μεταπολιτευτική της εκδοχή, μετατρέπεται όλο και πιο πολύ, σε σπορ για λίγους και με συγκεκριμένο πεντιγκρι, που όσο κι αν τα σκατωνουν επιβεβαιώνουν τη ρήση “κακό σκυλί (πολιτικό) ψοφο, δεν έχει).

Στη διάρκεια της παράνοιας που βιώσαμε και της παρατεινομενης παρακμής που ακόμα ζούμε πολλοί αντιδράσαμε, λιγότεροι μιλήσαμε.

Ελάχιστοι το έκαναν με παρρησία, γνώση του αντικειμένου και προσωπικό κόστος.

Ο Καθηγητής Δημήτρης Κούβελας, με την ΠΝΟΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ είναι από τους ελάχιστους που βγήκε μπροστά. Με την αυθεντία του αντικειμένου, την ετοιμότητα του λόγου του, το ενδιαφέρον του για τον άνθρωπο και την αγάπη του για την πατρίδα, αποτέλεσε σημείο αναφοράς και φάρο λογικής.

Χωρίς ποτέ να χάσει την ψυχραιμία ή την αίσθηση του χιούμορ του, δεχόταν να αντιπαρατεθεί και με πέντε τηλεθαμωνες, με αποτέλεσμα να τον διακόπτει ο ” συντονιστής” τον ξανακαλουν σε συστημικά μέσα.

Αν μπορώ να αντλήσω ένα σύντομο συμπέρασμα από αυτό, είναι πως τη δύναμη την δίνει η γνώση και όχι η απόγνωση…και αυτό που είδαμε από τις κραζουσες θείες στα πάνελ δεν απείχε από απόγνωση και αγωνία να πουν το ποίημα.

Δεν ψηφίζω τον κύριο Κούβελα μόνο για την στάση του. Ούτε για τις προτάσεις του, γιατί δεν τις έχω διαβάσει σε βάθος, αν και δεν περιμένω να βρω άσχημες εκπλήξεις.

Τον ψηφίζω γιατί σήμερα, όσο ποτέ, χρειαζόμαστε αλλαγή. Ουσιαστική, όχι ριμέικ του 80. Γνώση αντί για αρπακολα, ευθύνη, αντί για “πάμε κι όπου βγει”

Ενώ γράφω αυτές τις γραμμές, προσγειώνομαστε στο Μακεδονία και μετά στο Βόλο για να ψηφίσω, πριν πετάξω ξανά για Αγγλία

Ελπίζω μια από αυτές τις επόμενες πτήσεις, να είναι εκείνη που θα με φέρει οριστικά πίσω στην πατρίδα όπως το ίδιο εύχομαι και για εκατοντάδες χιλιάδες ακόμα Έλληνες που αναγκάστηκαν να φύγουν.

Να δώσουμε κίνητρο σε αυτούς που μένουν, πίεση σε αυτούς που κυβερνούν και ελπίδα όλους.

Τα πάντα είναι θέμα πορείας. Αύριο κάνουμε το πρώτο βήμα.

Καλή ψήφο

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.

Translate »