Απ’ τα πρώτα χρόνια ακόμα της πολιτικής μου ωριμότητας, που με έκαναν να συνειδητοποιήσω τη σημασία της πολιτικής και κοινωνικής ευθύνης, δε θυμάμαι να άκουγα τίποτε άλλο από τα χείλη των υποψήφιων ή εν ενεργεία πρωθυπουργών πέραν της ανάγκης να αγωνιζόμαστε για μια αδέσμευτη από ξένες κηδεμονίες Ελλάδα.
Να αγωνιζόμαστε για την αναστήλωση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στον τόπο μας, ώστε να πάρει σάρκα και οστά η λαϊκή κυριαρχία. Η κυριαρχία των Ελλήνων της Μεταπολίτευσης που στη δεκαετία, τουλάχιστον, του ’80 δεν μπορούσαν να χωνέψουν τη διπλή εισβολή του Αττίλα στην Κύπρο και την αντικατάσταση της κυπριακής σημαίας στο σώμα του Πενταδάκτυλου απ’ την τουρκική.
Τη σημαία του ψευδοκράτους, δηλαδή, παραλλαγή σε άσπρο φόντο αντί του κόκκινου της χώρας που την είχε (κατά 37 %) κατακτήσει. Τη σημαία που είχαν σχεδιάσει (κατά τη δεκαετία του ’80) οι εισβολείς με άσπρες πέτρες στην νότια πλευρά της κυπριακής οροσειράς (η οποία εκτείνεται κατά μήκος της βόρειας ακτής της Κύπρου) με το συνοδευτικό σύνθημα του Κεμάλ Ατατούρκ ”Ne mutlu turkum diyene” (”Πόσο χαρούμενος είναι αυτός που αποκαλείται Τούρκος”).
Φράση που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τα γεμάτο αποτροπιασμό λόγια (”Αν θέλεις να με σκοτώσεις, αποκάλεσέ με Τούρκο. Θα πεθάνω από ντροπή”) του Αμερικανού συγγραφέα Έρνεστ Χέμινγουεϊ ο οποίος κάλυπτε ως πολεμικός ανταποκριτής τις τουρκικές θηριωδίες μετά την Μικρασιατική Καταστροφή σε βάρος των Ελλήνων προσφύγων (Καλοκαίρι του 1922).
Αλλά αυτά είναι, προφανώς, περασμένα ξεχασμένα για τους πολιτικούς μας ηγήτορες (οι στρατιωτικοί δείχνουν να είναι ”φιμωμένοι” και απέχουν επικοινωνιακά), που βάζουν τις διπλωματικές πηγές να μιλούν αντ’ αυτών (των επικεφαλής του ΥΠΕΞ και του Μαξίμου) σχετικά με τα ατοπήματα της Τουρκίας στα Βαρώσια, την Αγία Σοφία και τη Μονή της Χώρας, για να καλύψουν τα δικά τους κενά αντίστασης στα τετελεσμένα τα οποία δημιουργεί ήδη η Τουρκία στην Κύπρο.
Μόνο που τα κενά δεν καλύπτονται με διαπιστώσεις αυστηρού ύφους και δηλώσεις νομιμοφροσύνης στο διεθνές ακροατήριο, του τύπου ”Η Ελλάδα σέβεται το Διεθνές Δίκαιο και τους διεθνείς κανόνες” (ανακοίνωση ΥΠΕΞ), σε αντίθεση με την Τουρκία που τα παραβιάζει αμφότερα.
Και δεν καλύπτονται, πλέον, γιατί το αυγό του φιδιού εκκολάφτηκε προ πολλού φέρνοντας στη ζωή ένα δικέφαλο τέρας: το δίδυμο Ερντογάν/Μπαχτσελί (με τον Ερσίν Μπαχτσελί να κάνει σεκόντο στα ανίερα σχέδια των δυο συγκυβερνώντων για την αφημένη στη μοίρα της Κύπρο) και φόντο τη σχέση αλληλεξάρτησης του βαθέος κράτους της Γερμανίας με το ακραίο ισλαμοφασιστικό καθεστώς της Τουρκίας.
Το καθεστώς του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος – μπορεί να μην επισκέφτηκε αυτήν τη φορά τα Βαρώσια (για να αποφύγει το ράπισμα του ΟΗΕ που δεν το απέφυγε, αλλά το χώνεψε αφού έμεινε ατιμώρητος) – όμως έβγαλε κοινή ανακοίνωση με το ανδρείκελό του στα Κατεχόμενα Ερσίν Τατάρ (τον ψευτοηγέτη της ”ΤΔΒΚ”) προκειμένου να γίνει γνωστή η απόφασή τους για άρση του στρατιωτικού καθεστώτος στο 3,5% των Βαρωσίων.
Για αλλαγή του καθεστώτος της αιχμάλωτης πόλης, δηλαδή, της ”περίκλειστης” Αμμοχώστου. Της πόλης-φάντασμα η οποία δεν συμπεριλαμβανόταν στα αρχικά σχέδια του Αττίλα 2 το ’74, αλλά έπεσε θύμα της απουσίας στρατηγικού σχεδιασμού των Ελληνοκυπρίων που την εγκατέλειψαν μέσα στον πανικό τους αφήνοντας στον κατακτητή να τη χρησιμοποιεί κατά το δοκούν ως διαπραγματευτικό του χαρτί στο ”Κυπριακό”.
Τώρα θα μου πείτε πως εδώ και 47 χρόνια έχουν βγει πλείστα όσα καταδικαστικά για την Τουρκία ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας (όπως το 550 του ’84 και 789 του ’92) που ζητούσαν – χωρίς αποτέλεσμα – την αποχώρηση των τουρκικών δυνάμεων και την επιστροφή της πόλης (μαζί με το υπόλοιπο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου) στους νόμιμους κατοίκους της.
Και έτσι είναι, δυστυχώς. Μόνο που τώρα – στο πρώτο διαιωνιζόμενο κακό της πλήρους αδυναμίας του ΟΗΕ να εφαρμόσει τις αποφάσεις του σε βάρος της Τουρκίας – ήρθε να προστεθεί κι ένα δεύτερο: αυτό της απόφασης του Νεο-Οθωμανού ”σουλτάνου” να αλλάξει το καθεστώς των Βαρωσίων ενσωματώνοντας την Αμμόχωστο στο ψευδοκράτος, για να πιέσει Ελλάδα και Κύπρο προς την κατεύθυνση της αποδοχής ως λύσης της διχοτόμησης.
Της δημιουργίας, δηλαδή, δυο χωριστών κρατών με ενδυναμωμένη στρατιωτικά την ”ΤΔΒΚ” μετά την ολοκλήρωση των σχεδίων του για λειτουργία ναυτικής βάσης στο Τρίκωμο και αναβάθμιση του αεροδρομίου στο Λευκόνοικο, με σκοπό τη δημιουργία βάσης μη επανδρωμένων (15-20 υπολογίζονται) αεροχημάτων εκεί.
Όλα αυτά, φυσικά, διαλύουν κάθε ελπίδα να γίνει αποδεκτή απ’ τους Τούρκους η δική τους πρόταση για Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, την οποία αντικατέστησαν με το Σχέδιο Διχοτόμησης του Ταγίπ Ερντογάν, που διαλύει κάθε ελπίδα επανένωσης της Κύπρου.
Ναι, ήταν τουρκική πρόταση του 1957 η ”Διζωνική”, την οποία – ενώ απέρριπταν κατά το παρελθόν Ελλάδα και Κύπρος – τώρα υπεραμύνονται επειδή δεν έχουν στρατηγική. Ασκούν μια ποδηγετούμενη από τους ”συμμάχους” ευκαιριακή πολιτική (δείγμα του πόσο… αδέσμευτοι είμαστε από ξένες ηγεμονίες) που καλύπτει με ευχολόγια την ανεδαφικότητά της δίνοντας αέρα στα πανιά της Τουρκίας.
Και ο ”αέρας” ερμηνεύεται με την νέα επέλαση του Αττίλα στην Κύπρο, η οποία αναγκάζει την ελληνική πλευρά – υπό τον φόβο της τουρκικής αντεκδίκησης στα εδάφη της (casus belli) – να αναδιπλωθεί πίσω απ’ την μάσκα της πανδημίας και το κυνήγι μαγισσών κατά των ανεμβολίαστων.
Σ’ αυτήν την περίπτωση όμως ελλοχεύει ο κίνδυνος να ανοίξει ο δρόμος για κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας αν αρχίσει ο χορός των αναγνωρίσεων για το ψευδοκράτος των Κατεχομένων της Κύπρου, με πρώτα να βάζουν την υπογραφή αναγνώρισης τα τουρκόφωνα αδελφά κράτη της Τουρκίας (Αζερμπαϊτζάν, Καζακστάν, Κιργιστάν και Ουζμπεκιστάν), για να συμπράξει ως αλληλέγγυος και ο στρατηγικός σύμμαχός της, το Πακιστάν.
Με τα δεδομένα αυτά και εν αναμονή των άλλων που θα πυροδοτήσει η επανεκκίνηση των γεωτρήσεων στην ΑΟΖ της Κύπρου στα τέλη του ’21, πολύ φοβάμαι ότι έχουμε να δούμε πράματα και θάματα στο Κυπριακό στο εγγύς μέλλον.
Καταστάσεις που όχι μόνο θα σφραγίζουν τελεσίδικα τα τετελεσμένα του ’74 (ακύρωση δια παντός κάθε ιδέας για προσάρτηση της Κύπρου στην Ελλάδα με ελληνοποίηση της συνολικής κυπριακής επικράτειας), αλλά θα βρίσκονται στον αντίποδα των αντιστάσεων του Μακάριου και του διαδόχου του Σπύρου Κυπριανού.
Των αντιστάσεών τους απέναντι στο βρετανικό σχέδιο για διζωνική ομοσπονδία, σχέδιο που Ελλάδα και Κύπρος το επιδιώκουν αναφανδόν (αρχής γενομένης απ’ την Προεδρία του Γιώργου Βασιλείου στην Μεγαλόνησο), αν και εξυπηρετεί την Τουρκία (σε μικρότερο βαθμό, βέβαια, απ’ την άμεση διχοτόμηση που ο Ερντογάν προκρίνει σήμερα) .
Την επιδιώκουν αν και γνωρίζουν ότι ”η έννοια της ζώνης” – όπως το είχε ερμηνεύσει ο εκλιπών αρχιεπίσκοπος Κύπρου – ”παραπέμπει σε σύνορο και σε άλλη κυρίαρχη οντότητα”. Όπερ σημαίνει έμμεση αναγνώριση δύο κρατών, δηλαδή δρομολόγηση της διχοτόμησης του νησιού, κάτι που θέλουν οι Τούρκοι σήμερα και επιζητούσαν ανέκαθεν συγκεκαλυμμένα.
Κάτι που, όπως και να το ”βαφτίσουν” στην επόμενη διάσκεψη για το Κυπριακό (μετά την αποτυχημένη πενταμερή του Φεβρουαρίου όπου συμμετείχε η Τουρκία ως εγγυήτρια δύναμη με στόχο να βοηθήσει – υποτίθεται – στην επίλυση του Κυπριακού, το οποίο όμως η ίδια είχε δημιουργήσει με την εισβολή και την κατοχή της), αναιρεί κάθε δικαίωμα ελεύθερης διακίνησης, εγκατάστασης και απονομής των περιουσιακών δικαιωμάτων των Ελληνοκυπρίων.
Αναιρεί, βασικά, την ελπίδα για δίκαιη λύση του Κυπριακού. Και η δίκαιη λύση δε συνάδει με την αμερικανο-αγγλικής έμπνευσης Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία με ”πολιτική ισότητα” (ΔΔΟ), γιατί αυτή φέρνει απ’ την πίσω πόρτα το αλήστου μνήμης Σχέδιο Ανάν.
Το Σχέδιο που είχε απορρίψει με συντριπτική πλειοψηφία το 2004 ο κυπριακός λαός και ο αείμνηστος Πρόεδρός του Τάσσος Παπαδόπουλος (γιατί, πέραν όλων των άλλων, μετέτρεπε το κυπριακό κράτος σε κοινότητα και του απαγόρευε να έχει στρατό για την άμυνά του).
Την ανάγκη αποφυγής των κινδύνων αυτών ελπίζουμε να αντιληφθούν έγκαιρα οι ηγεσίες Αθήνας και Λευκωσίας, ώστε να αλλάξουν πολιτική επωφελούμενες και της ευνοϊκής συγκυρίας να έχει στο πλευρό της η Κύπρος αυτήν τη στιγμή ισχυρούς συμμάχους.
Συμμάχους που μπορούν να στηρίξουν ανά πάσα στιγμή τον επαναπροσδιορισμό της στρατηγικής της προς την κατεύθυνση των αποφάσεων που ελήφθησαν για λύση του Κυπριακού με βάση τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας το ’74.
Μπορούν να στηρίξουν μια γιγαντιαία κινητοποίηση από Ελλάδα και Κύπρο για να υπάρξει φραγμός στα επεκτατικά σχέδια της κατοχικής Τουρκίας. Και θα υπάρξει φραγμός, μόνο όταν πληρώσει αυτή με βαρύτατο τα όσα έκανε και συνεχίζει να κάνει σε βάρος της Κύπρου.
Κόστος οικονομικό πρωτίστως (ελαχιστοποίηση κονδυλίων από Ε.Ε και πάγωμα επ’ αόριστον των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ενωμένη Ευρώπη), αλλά και ηθικό που θα της δημιουργεί ανυπέρβλητες δυσκολίες στα διεθνή της βήματα, όσο θα παραμένει στα Κατεχόμενα.
Αν δε συμβεί τίποτα απ’ όλα αυτά, το Κυπριακό θα κλείσει επώδυνα με μια αυτοκαταστροφική για τον Ελληνισμό λύση. Λύση που θα καταγραφεί ως εθνικό όνειδος στην ιστορία μας λόγω της ανύπαρκτης στρατηγικής και της απαθούς στάσης της Εξωτερικής πολιτικής μας.
Στάσης που θα ολοκληρώσει την ήττα προδοσίας που προκάλεσε την τουρκική εισβολή τον Ιούλιο του ’74. Στάσης που θα έχει σαν αποτέλεσμα τον γεωπολιτικό έλεγχο όλης της Κύπρου από την Τουρκία με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας την οποία αρνείται πεισματικά να αναγνωρίσει..