Όσοι δικηγόροι παρέμειναν, δυσκολεύονται να συνεννοηθούν με τον πελάτη τους
Μόλις μια εβδομάδα πριν ξεκινήσει η δίκη του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, το χάος της τετραετούς θητείας του φαίνεται να έχει μεταφερθεί και στους κύκλους της ομάδας υπεράσπισής του. Δύο νέοι δικηγόροι προστέθηκαν στο νομικό επιτελείο του, αντικαθιστώντας τις πρόσφατες «απώλειες», σύμφωνα με τη Νεφέλη Λυγερού και το Πρώτο Θέμα.
Αυτές δεν είναι άλλες από τους δικηγόρος Μπουτς Μπάουερς και Ντέμπορα Μπάρμπερι. Ο πρώτος υπήρξε επικεφαλής της ομάδας, πριν την εγκαταλείψει εξαιτίας της έλλειψης χημείας, αλλά και συννενόησης με τον Τραμπ. Διατηρεί εδώ και χρόνια στενούς προσωπικούς δεσμούς με τον Ρεπουμπλικανό γερουσιαστό Λίντσεϊ Γκράχαμ, έναν από τους ελάχιστους γερουσιαστές που παρέμειναν αφοσιωμένοι μέχρι τέλους στον Τραμπ. Αυτός ήταν που μεσολάβησε, ώστε ο Μπάουερς να αναλάβει την υπεράσπισή του, αλλά και να συγκροτήσει την υπόλοιπη ομάδα. Ο 55χρονος δικηγόρος ειδικεύεται στον εκλογικό νόμο και είναι γνωστός για τις διασυνδέσεις του με το συντηρητικό κόμμα, καθώς έχει συνεργαστεί με διάφορα στελέχη του. Τον ακολουθεί η φήμη του αποτελεσματικού και ιδιαίτερα χαμηλών τόνων νομικού που σπάνια χάνει δίκη. Όταν λίγες ημέρες νωρίτερα, ανακοινώθηκε η συνεργασία του με τον Τραμπ, δεν ήταν λίγοι εκείνοι στην Ουάσινγκτον που σχολίασαν καυστικά ότι, αν ο Μπάουερς βρισκόταν στο επιτελείο του Τραμπ όσο εκείνος ήταν στον Λευκό Οίκο, ο πρώην πρόεδρος δεν θα αντιμετώπιζε αυτή τη δοκιμασία (για δεύτερη φορά).
Ο Μπάουερς, όμως, όπως πολλοί άλλοι υπέθεταν δεν μακροημέρευσε. Παρά την μετριοπάθεια του, δεν έπεισε τον Τραμπ να ακολουθήσει την υπερασπιστική τακτική του, η οποία δεν υιοθετούσε την επιθυμία του πρώην προέδρου να μετατρέψει την υπόθεση σε καταγγελία από το βήμα της Γερουσίας για την «ευρεία εκλογική νοθεία». Μαζί με τον Μπάουερς αποχώρησαν και τρεις συνεργάτες του, με κορυφαία την Ντέμπορα Μπάρμπερι. Εκτός από τις ουσιαστικές διαφωνίες με τον πελάτη τους, δεν τους αφιέρωνε τον απαραίτητο χρόνο και όταν κατάφερναν να τον δουν δια ζώσης οι εντάσεις έδιναν και έπαιρναν. Αμερικανικά μίντια χαρακτηρίζουν τον Τραμπ «εκτός τόπου και πραγματικότητας», ενώ αν και δεν έχει καμία νομική γνώση επιχειρεί να αναλάβει τα ηνία της κατάστασης, αρνούμενος να υπακούσει στις συμβουλές των δικηγόρων του. Μία ακόμα μόνιμη πηγή έντασης ήταν και η επιμονή του Τραμπ να εμφανίζονται οι δικηγόροι του στην τηλεόραση. Η άρνηση του Μπάουερς να το κάνει αυτό ήταν και η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.
Ακόμα, όμως, και όσοι δικηγόροι παρέμειναν, δυσκολεύονται να συνεννοηθούν με τον πελάτη τους, να χαράξουν μία κοινή γραμμή πλεύσης, ενώ κερασάκι στην τούρτα είναι και οι εσωτερικές έριδες που ταλανίζουν την πολυμελή ομάδα κρούσης. Στην παρούσα φάση, πέντε άτομα φαίνεται να προωθούν πέντε διαφορετικές στρατηγικές, με τον Τραμπ να λειτουργεί ως παράγοντας περαιτέρω σύγχυσης.
Κοινό μυστικό αποτελεί ότι ο πρώην πρόεδρος δυσκολεύτηκε εξαρχής να βρει διαπρεπείς νομικούς, οι οποίοι καλούνται να αντικρούσουν τις κατηγορίες «ενθάρρυνσης σε στάση και εξέγερση» που τον βαραίνουν για τα επεισόδια της 6ης Ιανουαρίου στο Καπιτώλιο. Πολλοί ήταν εκείνοι που του γύρισαν την πλάτη, δηλώνοντας απροθυμία να εμπλακούν. Εξάλλου, για την υπόθεση αυτή απαιτείται πολύμηνη προετοιμασία. Το κλίμα έχει εμφανώς αλλάξει από την πρώτη του δίκη στη Γερουσία, όσο ήταν ακόμα πρόεδρος. Τότε, είχε στο πλευρό του έγκριτους νομικούς, όπως ο καθηγητής Νομικής του Χάρβαρντ Αλαν Ντέρσοβιτζ, ο νομικός σύμβουλος του Λευκού Οίκου Πατ Τσιπολόνε και ο Τζέι Σεκιουλάο. Ο καθένας μόνος και όλοι μαζί διέθεταν πλούσια πείρα σε υποθέσεις Συνταγματικού Δικαίου.
Ο Ντόναλντ Τραμπ, όμως, πλέον δεν κατέχει το αξίωμα του προέδρου των ΗΠΑ. Τουναντίον! Έχει απωλέσει τον θώκο, αλλά και τα ερείσματά του στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα. Επιπλέον, έχει χάσει και την στήριξη του πολιτικού και οικονομικού συστήματος που στο παρελθόν τον είχε στηρίξει ή τουλάχιστον δεν είχε αντιταχθεί στο κύμα αποδοχής που τον οδήγησε στον Λευκό Οίκο.
Σε μία προσπάθεια ανασυγκρότησης, τα ηνία της ομάδας αναλαμβάνουν ο νομικός Ντέιβιντ Σόεν και ο Μπρους Κάστορ. Ο Σόεν έχει γίνει γνωστός από τις αμέτρητες τηλεοπτικές του εμφανίσεις, ενώ στους πελάτες του συγκαταλέγονται γνωστά άτομα της ιταλικής και ρωσικής μαφίας. Υπήρξε συνήγορος και του συνεργάτη και φίλου του Τραμπ Ρότζερ Στόουν. Ο αμφιλεγόμενος λομπίστας είχε καταδικαστεί για: παρεμπόδιση δικαστικής έρευνας, ψευδή κατάθεση στο Κογκρέσο και το FBI καθώς και προσπάθεια επηρεασμού μαρτύρων στην έρευνα για την υπόθεση ενδεχόμενης απόπειρας επηρεασμού του εκλογικού αποτελέσματος στις ΗΠΑ από τη Ρωσία το 2016. Ο Τραμπ του απέμεινε προεδρική χάρη λίγους μήνες πριν την λήξη της θητείας του. Ο πλέον γνωστός πελάτης του Σόεν, όμως, δεν ήταν άλλος από τον Τζέφρι Έπσταιν. Αν και δεν έχει επιβεβαιωθεί ότι πράγματι υπήρξε μέλος της υπερασπιστικής του ομάδας, ο Σόεν πραγματοποίησε πολλές τηλεοπτικές εμφανίσεις μετά τον θάνατο του Έπσταιν. Κατά τη διάρκεια αυτών, υποστήριζε ότι είχε επισκεφτεί στη φυλακή και είχε αναλάβει τον Έπσταϊν λίγες εβδομάδες πριν την αυτοκτονία του, την οποία αμφισβητούσε. Ο ίδιος επέμενε πως πρόκειται για κεκαλυμένη δολοφονία.
Υπενθυμίζουμε ότι ο Μπρους Κάστορ υπήρξε εισαγγελέας της Κομητείας της Πενσιλβάνια. Από την θέση αυτή είχε αρνηθεί να ασκήσει δίωξη στον ηθοποιό Μπίλι Κόσμπι, ο οποίος λίγα χρόνια αργότερα δικάστηκε και καταδικάστηκε για βιασμό.