”Θα κάνουμε πολλές αλλαγές εκεί” ( ΤΔΒΚ), είχε προαναγγείλει δυο μήνες πριν την επικείμενη επίσκεψή του στην… ”Τουρκική Δημοκρατία Βόρειας Κύπρου” ο Τούρκος Πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν (πρακτ. Anadolu,). ”Θα εγκατασταθούν με νέα ονομασία τα μη επανδρωμένα οπλισμένα αεροσκάφη μας στο δεύτερο αεροδρόμιο που ετοιμάζουμε” ( το πρώτο είναι του Ερτζάν της κατεχόμενης βόρειας Κύπρου). ”Το κάνουμε αυτό για κάθε ενδεχόμενο επίθεσης στην περιοχή. Θα πρέπει να είμαστε ισχυροί. Για να είσαι δυνατός, πρέπει να είσαι παρών στον αέρα, την ξηρά και τη θάλασσα”…
Τα είπε όλα στην τελευταία του φράση. Μετά τα μαθήματα παντουρκισμού και μεγαλοϊδεατισμού του περασμένου Μαΐου, έδωσε δείγματα άσκησης στιβαρής Εξωτερικής πολιτικής στους δικούς μας που είναι έμπλεοι αναποφασιστικότητας ακόμα και στην επιλογή των εξοπλιστικών μας…
Έδωσε δείγματα ανυπακοής προς τις ξένες υποδείξεις κωφεύοντας στις προσπάθειες των ΗΠΑ, ένα μήνα μετά, να αποτρέψουν τα δρομολογημένα από την Τουρκία εγκαίνια στρατιωτικής βάσης μη επανδρωμένων αεροσκαφών στη Βόρεια, κατεχόμενη Κύπρο.
Έγραψε στα παλαιότερα των υποδημάτων του – ως Νεο-Οθωμανός ηγέτης του 21ου αιώνα – τις συστάσεις των ΗΠΑ (σε επίπεδο θεωρητικό μέχρι σήμερα) για αποκλιμάκωση στην Ανατολική Μεσόγειο και για σεβασμό των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου.
Πέταξε πέρα και πάνω απ’ όλα στον κάλαθο των αχρήστων την προειδοποίηση των ΗΠΑ και της ΕΕ ότι υποστηρίζουν έναν ολοκληρωμένο διακανονισμό για επανένωση του νησιού με βάση μια διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία και όχι με βάση την διχοτόμηση που προωθεί η Τουρκία με τις πλάτες της Βρετανίας.
Με τα δεδομένα αυτά για το Κυπριακό — σε πλαίσιο αναβράζον για την Ελλάδα λόγω κινητοποιήσεων των ”Γκρίζων Λύκων στην Ξάνθη, παράνομης αλιείας των Τούρκων στο Αιγαίο και απειλών του Ακάρ εναντίον μας — φαίνονται έωλες οι υποσχέσεις για ”ήσυχο καλοκαίρι” που εξασφάλισε στις Βρυξέλλες ο πρωθυπουργός κατά τη συνάντησή του με τον Τούρκο Πρόεδρο στα μέσα Ιουνίου του τρέχοντος έτους.
Και όχι μόνο έωλες, αλλά δόλια καθησυχαστικές, αφού κλιμακώνεται η ένταση πάλι στις ελληνοτουρκικές σχέσεις εξαιτίας των σχεδίων των Τούρκων για προσάρτηση των Κατεχομένων στην Κύπρο, παράλληλα με τις προκλητικές ενέργειές τους στη Θράκη, το Ιόνιο και την… διαφιλονικούμενη γι’ αυτούς θαλάσσια ζώνη μεταξύ 28ου και 32ου Μεσημβρινού, την οποία αφήσαμε (τυχαία;) αδιάθετη στην ημιτελή ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία (Μάρτιος 2021).
Περιττό να πω ότι στις εξόφθαλμες επιδιώξεις της Άγκυρας στην Κύπρο (ενεργοποίηση της κρατικής τουρκικής εταιρείας ΤΡΑΟ για έρευνες στην κυπριακή ΑΟΖ την οποία ”βάφτισε ”ΤΧΥ”) και την Ελλάδα [(πιέσεις δια των τουρκόφρονων Θράκης για αναγνώριση ”τουρκικής” μειονότητας — έμπρακτη αμφισβήτηση της ελληνικής ΑΟΖ με αποστολή στο (λιμάνι) Διακόφτι του Καψαλίου Κυθήρων τουρκικών αλιευτικών — κάλεσμα έντασης απ’ τον Χουλουσί Ακάρ για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών μας (με συνοδευτικό ”κατηγορώ” για δήθεν ”προβοκάτσιες, προκλήσεις και παράνομες ενέργειες” της χώρας μας)] η ελληνική κυβέρνηση ΔΕΝ αντέδρασε.
Δε βρέθηκε, δηλαδή, κανείς απ’ το υπουργείο Εξωτερικών και το Μαξίμου να πει στον κύριο αυτόν (που υψώνει εν μέσω θέρους τόνους επιθετικότητας εναντίον μας, παρά τα συμφωνηθέντα στις Βρυξέλλες) ότι τα περί αποστρατιωτικοποίησης των νησιών στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο ΔΕΝ ευσταθούν λογικά, νομικά και ιστορικά.
Κι αυτό γιατί η κυπριακή εισβολή στην Κύπρο το ’74 απέδειξε καταλυτικά ότι στην απέναντι όχθη του Αιγαίου ακονίζει τα νύχια του ο προαιώνιος εχθρός μας. Ο επιβουλέας του Ελληνισμού που ψάχνει αφορμή για να κάνει δικά του τα ελλαδικά και ελληνοκυπριακά κεκτημένα.
Οι όροι των Συνθηκών της Λωζάνης (1923) και των Παρισίων (1947) είναι, πράγματι, ξεκάθαροι (όπως λέει ο Ακάρ). Μόνο που δικαιώνουν την ελληνική πλευρά και όχι την τουρκική η οποία μονίμως τους παραβιάζει με βάση την στρατηγική αναθεωρητισμού της. Στρατηγική ταυτισμένη με τη ”Γαλάζια Πατρίδα” της, ουσιαστικά.
Και δικαιώνουν την ελληνική πλευρά γιατί:
1. Η στρατιωτικοποίηση των νησιών μας είναι καθ’ όλα νόμιμη, αφού καλύπτεται απ’ το άρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών το οποίο μιλά για νόμιμη άμυνα αυτών ή οποιουδήποτε άλλου μέρους της Επικράτειας που κινδυνεύει σε περίπτωση απειλής που στρέφεται εναντίον τους. Κι αυτό υποχρεώνει την Ελλάδα να πάρει μέτρα σε επιχειρησιακό επίπεδο, προκειμένου να τα προστατέψει απ’ την αδηφάγο Τουρκία.
2. Η Ελλάδα έχει αναρίθμητα αποδεικτικά στοιχεία της αφερεγγυότητας της Τουρκίας και της διεκδικητικότητάς της σε βάρος της, αρκεί να σταχυολογήσει τις υπερπτήσεις και τις παραβιάσεις-παραβάσεις των τουρκικών μαχητικών στον Ελληνικό Εναέριο Χώρο το τελευταίο τρίμηνο, για να πάρει μια ιδέα για το κατά πόσο εξυπηρετούν το διάλογο (χωρίς να αμφισβητούν την ελληνική κυριαρχία, όπως διατείνεται) αυτές οι κινήσεις της.
Κινήσεις άκρως επιθετικές που εκπορεύονται απ’ την αναθεωρητική στρατηγική της Άγκυρας και έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το άρθρο 13 της Συνθήκης Ειρήνης της Λωζάνης. Όπως σε πλήρη αντίθεση έρχεται και η ύπαρξη της 4ης Τουρκικής Στρατιάς (Διακλαδικής Δύναμης Ειδικής Αποστολής γνωστής ως ”Στρατιά Αιγαίου”), η οποία συνεπικουρείται από αεροπορικό και ναυτικό δυναμικό, ώστε να φέρνει σε πέρας αποβατικές, αεροκίνητες και αεραποβατικές επιχειρήσεις.
Ας σημειωθεί εδώ ότι – εκτός απ’ την ύπαρξη αυτής της στρατιάς απέναντι από τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου (που έχουν ιδιόμορφη μορφολογία και βρίσκονται σε μικρή απόσταση απ’ τις τουρκικές ακτές και σε μεγάλη απ’ τις ελληνικές ηπειρωτικές, για να σπεύσουν έγκαιρα σε βοήθεια οι ελληνικές Ε.Δ) – εγκυμονεί μεγάλους κινδύνους για την Ελλάδα το τεράστιο εξοπλιστικό πρόγραμμα της Τουρκίας, εξαιτίας του οποίου απέκτησε περίσσια αυτοπεποίθηση και αλωνίζει στο Αιγαίο τρίζοντάς μας τα δόντια.
3. Πέραν των προαναφερθέντων Διεθνών Συνθηκών που χάραξαν τα ελληνικά σύνορα, η Τουρκία παραβιάζει με την ίδια θρασύτητα και αμετροέπεια και τη Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας (1982), σύμφωνα με την οποία η χώρα μας μπορεί δικαιωματικά να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 (από 6) νμ. Μπορεί, αλλά δεν το κάνει, γιατί η ”νομιμόφρων” Τουρκία (που μας κάνει και υποδείξεις) το απαγορεύει αυτό επικαλούμενη το casus belli, την αιτία πολέμου δηλαδή σε περίπτωση που… παρεκτραπεί η Ελλάδα.
4. Στην περίπτωση της Κύπρου [(την οποία έχουμε χρέος να προστατεύσουμε και στρατιωτικά αν χρειαστεί, γιατί – πέραν του αδελφικού αίματος που μας ενώνει – έχουμε βάλει την εθνική υπογραφή μας ως εγγυήτρια δύναμη το ’59 (Συνθήκες Ζυρίχης-Λονδίνου) αναγνωρίζοντας την ανεξαρτησία της Κυπριακής Δημοκρατίας (1960), ενώ ευθυνόμαστε και για τα ολέθρια πολιτικά λάθη που διαπράξαμε και οδήγησαν στην τουρκική εισβολή το ’74 στην Κύπρο (Αττίλας 1&2)], η Τουρκία συνεχίζει να παραβιάζει συστηματικά – μέσα στα 47 χρόνια κατοχής του βόρειου τμήματος της Μεγαλονήσου – τις διατάξεις του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
Κι αυτό παρά τις πολυάριθμες αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας και της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών. Παρά τις συστάσεις, τις εκκλήσεις, τις προειδοποιήσεις σε όλα τα επίπεδα επιρροής που της ασκήθηκαν: ατομικά, συλλογικά, διακρατικά, ευρωπαϊκά, παγκόσμια.
Η απόφαση παραμονής της δύναμης του τουρκικού στρατού κατοχής στην Κύπρο (40.000 στρατιώτες) παραμένει αταλάντευτη απ’ το 1974, μ’ άλλα λόγια, όταν επί Μπουλέντ Ετσεβίτ έγινε η εισβολή του Αττίλα.
Αυτή η οδυνηρή πραγματικότητα δε συνιστά απειλή μόνο για το ελεύθερο κομμάτι της Κύπρου, αλλά για τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια, γενικότερα, όπως απέδειξε η εισβολή της Τουρκίας στη Συρία (2019) και το Βόρειο Ιράκ (2020), ενώ — σύμφωνα με τον ιστότοπο ειδήσεων Nordic Monitor (Στοκχόλμη), που βασίζεται σε απόρρητα έγγραφα του τουρκικού ΓΕΣ — στα σκαριά των τουρκικών σχεδίων υπάρχει σχέδιο ταυτόχρονης εισβολής της Τουρκίας σε Ελλάδα και Αρμενία.
5. Και μόνο το γεγονός ότι η Τουρκία εδώ και δεκαετίες επιχειρεί να δημιουργήσει τετελεσμένα σε βάρος μας (κάτι που το πετυχαίνει ενίοτε, αν θυμηθούμε την απώλεια των Ιμίων το 1996 απ’ την ελληνική κυριαρχία), ενώ έχει ”γκριζάρει” 152 από τα νησιά μας και ετοιμάζεται να αξιοποιήσει το ”γκριζάρισμα” της θαλάσσιας ζώνης μεταξύ 28ου και 32ου Μεσημβρινού, περιοχή την οποία αφήσαμε ”αδιάθετη” λόγω της επιπολαιότητάς μας (ημιτελής ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία, Μάρτιος ’21), φτάνει για να αποκαλύψει σε όλους ότι ο βασικός στόχος της είναι η αλλοίωση και ανατροπή του σημερινού καθεστώτος του Αιγαίου.
Καθεστώτος από το οποίο εξαιρούνται μόνο η Λήμνος και η Σαμοθράκη [Σύμβαση για τα στενά του Μοντρέ (1936)]. Καθεστώτος που αντικατέστησε τη Σύμβαση της Λωζάνης (η οποία υπογράφηκε, τον Ιανουάριο του 1923, νωρίτερα απ’ την ομώνυμη ιουλιανή Συνθήκη και αφορούσε την ανταλλαγή ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών).
Συμπερασματικά, με δεδομένες τις απειλές που δεχόμαστε σε κλιμάκωση ανιούσα τα τελευταία χρόνια με επίταση τον τρέχοντα που διανύουμε, καθίσταται επιτακτική η ανάγκη για αμυντική ετοιμότητα των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας μας, γιατί – σε αντίθεση με τα λεγόμενα του Χουλουσί Ακάρ στον Έλληνα ομόλογό του Νίκο Παναγιωτόπουλο – οι Τούρκοι και οι μαριονέτες τους στην Κύπρο Τουρκοκύπριοι ”ομόλογοί” τους μάς απέδειξαν ιστορικά και εξακολουθούν να μας αποδεικνύουν και τώρα ότι:
Αγνοούν τη σημασία των όρων ”ειλικρίνεια” και ”διάλογος”, όπως αγνοούν και τη σημασία των όρων ”ανθρωπισμός”, ”ειρήνη” και ”καλή γειτονία”. Αντί όλων αυτών, διαθέτουν περίσσευμα θράσους και κατάπτυστης πρόκλησης.
Όπως αυτή που επέδειξε την 15η Ιουλίου του τρέχοντος έτους ο ψευτοηγέτης των Κατεχομένων της Κύπρου Ερσίν Τατάρ (ανδρείκελο του Ερντογάν στο νησί), όταν είπε το άθλιο εκείνο ότι ”Η Ελλάδα χρωστάει την αποκατάσταση της δημοκρατίας στην τουρκική εισβολή”, προς επίρρωση όσων υποστηρίζουν ότι οι… ”καλοί” γείτονες Τούρκοι δεν έχουν ούτε ιερό ούτε όσιο.
Και επειδή δε διαθέτουν αμφότερα τα τελευταία, δε σέβονται ούτε τις εθνικές μας γιορτές (την ιερότητα των οποίων σπάνε με επανδρωμένα αεροσκάφη που ελέγχουν τη ”Γαλάζια Πατρίδα”) ούτε τη δημοκρατία στον τόπο της γέννησής της, ίσως γιατί το πνεύμα και τις αξίες της δεν τα έκαναν κτήμα τους ποτέ..