Οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες πρέπει να είναι στενά συνυφασμένοι με επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις, επισήμανε ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Christan Lindner
Ο ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Christan Lindner απορρίπτει ξεκάθαρα τον κοινό δανεισμό της ΕΕ για την καταπολέμηση της ενεργειακής κρίσης, σε μια περίοδο που εκφράζονται ανησυχίες για την αύξηση του κόστους δανεισμού των υπερχρεωμένων κρατών του ευρωπαϊκού νότου (κυρίως για την Ιταλία και την Ελλάδα) και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) προχωρεί σε ταχεία σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής τραυματίζοντας την πορεία ανάκαμψης της Ευρωζώνης και ωθώντας σε ύφεση της χώρες του ευρώ.
Ο πρόεδρος του FDP το επιβεβαίωσε στην εφημερίδα «Financial Times» την Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2022.
«Tα οικονομικά πλεονεκτήματα που ήλπιζαν η Επιτροπή της ΕΕ και πολλά κράτη μέλη σε σύγκριση με την ανάληψη χρέους σε ατομική βάση δεν υπάρχαν πλέον.
Δεν πρέπει να επιστρέφουμε στην ιδέα περισσότερου κοινού δανεισμού στην ΕΕ κάθε φορά που χρειάζονται περισσότερες επενδύσεις», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Οικονομικός εθνικισμός και ευρωπαϊκή αλληλεγγύη
Η αντίθεσή του Lindner σε νέους γύρους δανεισμού αναμένεται να πυροδοτήσει εντάσεις με άλλα κράτη μέλη που πιστεύουν ότι η Γερμανία έχει κάνει πολύ λίγα για να σφυρηλατήσει μια κοινή απάντηση στην ενεργειακή κρίση η οποία απειλεί να οδηγήσει την οικονομία της ευρωζώνης σε ύφεση.
Το Βερολίνο δέχεται ήδη πυρά για το μονομερές πρόγραμμα βοήθειας ύψους 200 δισεκατομμυρίων ευρώ που στοχεύει στη μείωση του ενεργειακού κόστους για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
Νωρίτερα αυτό το μήνα, ο καγκελάριος Olaf Scholtz συμφώνησε διστακτικά στην επιβολή ενός «φρένου» στην τιμή του φυσικού αερίου σε ολόκληρη την ΕΕ, αλλά οι προτάσεις αυτές υπόκεινται σε σοβαρές επιφυλάξεις και προϋποθέσεις εκ μέρους της γερμανίας ενώ τελίκά αυτό που συμφωνήθηκε είναι περίπου ένας μηχανισμος ελέγχου των έντονων διακυμάνσεων στις τιμές καθώς και η εθελοντική δυνατότητα κάποιων κοινών προμηθειών ενεργειακών προϊόντων προκειμένου να επωφεληθούν οι μικρότερες χώρες.
Από την άλλη πλευρά, ο ίδιος ο Γερμανός καγκελάριος σε δηλώσεις του όταν κατηγορήθηκε ότι μέσω του «φρένου» στην αύξηση των τιμών του φυσικού αέριου οι επιχειρήσεις της Γερμανία αποκτούν άδικο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών του απάντησε κυνικά ότι «η Γερμανία έχει τους πόρους για να προστατεύσει την οικονομία της».
Το ίδιο ζήτημα μάλιστα ετέθη μετ’ επιτάσεως και από τον Γάλλο Πρόεδρο Emmanuel Macron στο τελευταίο ευρωπαϊκό συμβούλιο ότι τόνισε με νόημα το κίνδυνο «απομόνωσης της Γερμανίας» ενώ πολλοί έκαναν λόγο για ρήγμα στον περίφημο γαλλο-γερμανικό άξονα.
Ο κοινός δανεισμός κατά την πανδημία
Η ενεργειακή κρίση έχει πυροδοτήσει νέα συζήτηση σχετικά με την ανάγκη για περαιτέρω κοινό δανεισμό μετά το άνευ προηγουμένου πρόγραμμα ανάληψης κοινού χρέους των 800 δισ. ευρώ που παρείχε στήριξη στην οικονομία κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Η Ursula von der Leyen, πρόεδρος της Επιτροπής, τόνισε τις τελευταίες ημέρες την ανάγκη χρηματοδότησης νέων φιλόδοξων διασυνοριακών έργων ενεργειακής υποδομής, καθώς η ΕΕ προσπαθεί να επιταχύνει τη μετάβασή της από το ρωσικό αέριο σε άλλους προμηθευτές και να ενισχύσει τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Το ΔΝΤ κατέθεσε πρόταση τον περασμένο μήνα για μία«δημοσιονομική δυνατότητα» της ΕΕ (σ.σ. να αντιμετωπίσει την τρέχουσα ενεργειακή κρίση) που θα χρηματοδοτείται από κοινή έκδοση χρέους και νέες ροές εισοδήματος.
Ωστόσο, οι βόρειες χώρες της ΕΕ παραμένουν επιφυλακτικές, επισημαίνοντας ότι το ταμείο για την πανδημία θεωρούνταν εφάπαξ κίνηση.
Ο Lindner έκανε ξεκάθαρη την σθεναρή αντίθεσή του. «Δεν πρέπει να εγείρουμε την ιδέα ενός κοινού δανεισμού από την ΕΕ με κάθε ευκαιρία, όποτε χρειαζόμαστε περισσότερες επενδύσεις», επισήμανε.
To κόστος δανεισμου και η αμοιβαιοποίηση του χρέους
Το κόστος δανεισμού των Βρυξελλών ήταν από τα χαμηλότερα της Eυρωζώνης πέρυσι όταν άρχισε να εκδίδει ομόλογα πανδημίας.
Η ΕΕ πούλησε ένα 10ετές ομόλογο τον Ιούνιο του 2021 με απόδοση 0,086%, όταν το γαλλικό και το βελγικό 10ετές χρέος διαπραγματεύονταν με αποδόσεις 0,171% και 0,146% αντίστοιχα.
Αλλά το κόστος δανεισμού της ΕΕ έχει αυξηθεί από τότε πάνω από αυτό της Γαλλίας ή του Βελγίου.
Το 10ετές ομόγογο της ΕΕ έχει απόδοση τώρα 2,89%, έναντι 2,63% της Γαλλίας και 2,71% για το Βέλγιο.
Αυτό έχει συμβολική σημασία γιατί, όταν ξεκίνησε το Ταμείο Ανάκαμψης, το γεγονός ότι το κόστος δανεισμού της Επιτροπής ήταν όχι μόνο χαμηλότερο από τις πιο υπερχρεωμένες οικονομίες της ΕΕ, όπως η Ιταλία ή η Ελλάδα, αλλά και από αυτές όπως η Γαλλία, προβλήθηκε ως όφελος
Κοινοί κανόνες για το χρέος και η επερχόμενη λιτότητα
Την ίδια ώρα ο Christian Lindner διαφώνησε με τις προτάσεις της Επιτροπής για μεταρρύθμιση των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ, γνωστού ως Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Η Επιτροπή εργάζεται για μια γενική αναθεώρηση που θα επιτρέψει στα κράτη μέλη να συμφωνήσουν πολυετή, ειδικά για κάθε χώρα σχέδια προκειμένου να θέσουν υπό έλεγχο τα χρέη τους με τη βοήθεια της χρηματοδότητας από την ΕΕ που θα διατηρεί σε ανεκτά επίπεδα το κόστος του δανεισού αλλά και το εργαλείο της ΕΚΤ για το μη κατακερματισμό των συνθηκών δανεισμού.
Η πρόταση, που αναμένεται τον επόμενο μήνα, θα απλοποιήσει το καθεστώς του Συμφώνου Σταθερότητας και θα δώσει ουσιαστικά στις χώρες της ΕΕ περισσότερα περιθώρια για να σχεδιάσουν τη δική τους πολιτική για τη μείωση του χρέους — με αντάλλαγμα την αυστηρότερη εποπτεία από τις Βρυξέλλες.
Ο Linder διατύπωσε την αντίθεσή του: «Δεν είναι συνετό να υπάρχουν μεμονωμένες ρυθμίσεις για την εφαρμογή των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε διμερή βάση».
Η αξιοπιστία του Συμφώνου προήλθε από το γεγονός ότι οι κανόνες πρέπει να εφαρμόζονται από όλους, με τον ίδιο τρόπο», πρόσθεσε με νόημα.
Και στο βάθος μνημόνια…
Ο υπουργός επισήμανε ότι η Γερμανία είναι έτοιμη να δεχτεί «πιο αργούς δρόμους προσαρμογής» για τις υπερχρεωμένες χώρες ως μέρος των μεταρρυθμίσεων του δημοσιονομικού συμφώνου, αλλά πρέπει να υπάρχει ακόμη μεγάλη έμφαση στη «συνεπή, σταδιακή μείωση του ελλείμματος» – πρόκειται δηλαδή για την επιστροφή των γνωστών στην Ελλάδα μνημονίων, με συγκεκριμένους στόχους και διαδικασίες επιτήρησης.
«Στο τρέχον μακροοικονομικό περιβάλλον, που χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό αβεβαιότητας, υπάρχει πραγματική ανάγκη να ανοικοδομηθούν τα αποθέματα δημοσιονομικής ασφαλείας και να μην τροφοδοτηθεί περαιτέρω ο πληθωρισμός», είπε.
«Το μακροοικονομικό περιβάλλον έχει αλλάξει και όλοι έχουμε ευθύνη να διασφαλίσουμε ότι η κατάσταση παραμένει σταθερή».
Η κοινή γνώμη και το «φρένο χρέους»
Στη Γερμανία η κοινή γνώμη είναι διχασμένη μεταξύ της ιδέας της κινητοποίησης «μαζικής οικονομικής βοήθειας για την ενεργειακή κρίση και δαπάνης δισεκατομμυρίων ευρώ για να γίνει αυτό».
Άλλοι όμως δηλώνουν προβληματισμένοι για τα επίπεδα της επιβάρυνσης στα δημόσια οικονομικά που συνεπάγεται αυτή η βοήθεια σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Για τη Γερμανία επισημαίνει ο Lindner «οι τόκοι που πρέπει να πληρώσει το κράτος για το χρέος της αυξάνονται λόγω του πληθωρισμού».
Αυτός ήταν ο λόγος που υποστήριξε την επιστροφή στο συνταγματικό όριο της Γερμανίας για νέο δανεισμό καθώς το λεγόμενο «φρένο χρέους» έχει ανασταλεί από την πανδημία και πολλοί στην Αριστερά πιστεύουν ότι πρέπει να καταργηθεί εντελώς.
«Όταν οι υποστηρικτές σου διχάζονται, η μόνη απάντηση». . . είναι να δείξουμε ηγετική προνοητικότα», είπε.
«Μέρος αυτής είναι η επιμονή της Γερμανίας να επαναφέρει το φρένο χρέους το επόμενο έτος.
Διαφορετικά, θα καταλήγαμε να χρηματοδοτούμε τα πάντα με δάνεια έκτακτης ανάγκης», κατέληξε.