Λίγες ακόμη σκέψεις με αφορμή ένα προπαγανδιστικό σύνθημα στο πίσω μέρος λεωφορείου αλλά και ένα σχετικό βιντεάκι

 

Η αποχή είναι μια πολύτιμη απόχη σε μια πρωτοφανή για την ιστορία της ανθρωπότητας εποχή, όπου δυστυχώς σπανίζουνε τα όχι!

Αγαπητοί αναγνώστες,

δεν είχα σκοπό να ξαναγράψω περί του φλέγοντος ζητήματος της αποχής.

Η επιλογή μου να τοποθετηθώ επ’ αυτής με πολυσέλιδο κείμενο ανέδειξε αφ’ ενός την αμνησία και αφ’ ετέρου την βαθιά ηθικοπνευματική μόλυνση που έχει εξαπλωθεί σε ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας.

Η αμνησία αφορά την στάση που τήρησε ο γράφων, αποφασίζοντας να παραιτηθεί από την θέση του αναπληρωτή καθηγητή της Νομικής Σχολής Δ.Π.Θ., ώστε η θυσία του αυτή να αποτελέσει φαροφόρα σημαδούρα για όσους Έλληνες διέθεταν παρόμοια ευαισθησία σε ζητήματα θεμελιωδών δικαιωμάτων και ανθρώπινης αξιοπρέπειας.

Ουδείς, όμως, συγκινήθηκε από το παράδειγμα του ρομαντικού ηλίθιου, ο οποίος πίστεψε αφελώς ότι θα μπορούσε να παρακινήσει σε αφύπνιση και γόνιμη πολιτική ανυπακοή (κατά το πρότυπο του Θορώ) τους συμπατριώτες του. Να σημειωθεί εδώ ότι η παραίτηση αυτή ήταν, εξ όσων είμαι σε θέση να γνωρίζω, η πρώτη σε παγκόσμια κλίμακα. Ακολούθησαν πολύ αργότερα άλλοι καθηγητές, όπως π.χ. η Julie Ponesse, καθηγήτρια Δεοντολογίας και Ηθικής του Πανεπιστημίου Western’s Huron University College στον Καναδά

.

Για τον ρομαντικό ηλίθιο η περί αποχής πρόταση αποτελεί μια συνεπή μετεξέλιξη της απόφασής του να υποβάλει την παραίτησή του. «Δεν συνεργάζομαι με το καθεστώς» σημαίνει παύω να προσφέρω σε αυτό τις υπηρεσίες μου ως καθηγητής και, αντιστρόφως: παύω να αξιοποιώ τους διαβρωμένους θεσμούς που προσφέρει εκείνο σε μένα, πρωτίστως δε, παύω να ασκώ το εκλογικό μου δικαίωμα, την κορωνίδα των δικαιωμάτων μέσα στους κόλπους μιας γνήσιας δημοκρατίας, η οποία εν προκειμένω έχει μεταβληθεί σε καμουφλαρισμένη δικτατορία.

Η ηθικοπνευματική μόλυνση αφορά την ανθρωποφαγία στην οποία επιδόθηκαν ελαφρά τη καρδία αμέτρητοι «αρνητές των υποχρεωτικών πράξεων», με τους οποίους (υποτίθεται ότι) μέχρι πρότινος κάναμε από κοινού έναν δυνατό αγώνα. Αίφνης, οι εν λόγω «αρνητές» αρνήθηκαν το αναφαίρετο δικαίωμα ενός προσώπου (το οποίο, μάλιστα, επέλεξε απολύτως συνειδητά και, προπάντων αυτοθυσιαστικά, να πολεμήσει στην πρώτη γραμμή του αντι-υγειοναζιστικού μετώπου) να καταθέσει μια τεκμηριωμένη άποψη υπέρ της αποχής.

Παίρνοντας ως δεδομένο ότι η γνώση της απόλυτης αλήθειας περί αποχής ή συμμετοχής αποτελεί αποκλειστικά δικό τους προνόμιο, οι «πεφωτσμένοι αρνητές» ακύρωσαν την προσωπικότητα του ρομαντικού ηλίθιου, πετώντας στον κάλαθο των αχρήστων το πολυσέλιδο κείμενό του και βγάζοντας από το συρτάρι τους κάτι προχειρογραμμένα σημειώματα, πάνω στα οποία έγραψαν συνθήματα, αφορισμούς, βαριές προσβολές, ύβρεις, ειρωνείες κ.λπ.

Έτσι, οι πάλαι ποτέ «δημοκράτες αρνητές», που από τον Μάρτιο του 2020 και έπειτα κραύγαζαν υπέρ των κουρελιασμένων ελευθεριών τους, επί των οποίων είχε ασελγήσει κατ’ επανάληψιν το μητσοτακικό-ολοκληρωτικό καθεστώς, μιμήθηκαν με εντυπωσιακή ακρίβεια τα αυταρχικά αντανακλαστικά του τελευταίου και συσπειρώθηκαν εναντίον του ρομαντικού ηλίθιου, ο οποίος τόλμησε να βαδίσει κόντρα στο ρεύμα.

Έτσι, όμως, η συζήτηση περί αποχής εξελίχθηκε σε ένα πιστό-τοξικό αντίγραφο της συζήτησης περί εμβολιασμού:

Όπως διχάστηκε η κοινωνία σε εμβολιόφιλους και εμβολιοπολέμιους, έτσι διχοτομήθηκε σε αποχίτες και αντι-αποχίτες.

Όποιοι χλεύαζαν τον Κυρ. Μητστοτάκη, επειδή απαγόρευε την αμφισβήτηση των ειδικών, τώρα μεταμορφώθηκαν οι ίδιοι σε «ειδικούς» που αξιώνουν τον σκασμό από τα μέλη μιας ισχνής μειοψηφίας ρομαντικών ηλιθίων, οι οποίοι (δήθεν) αυτομόλησαν προς το εχθρικό στρατόπεδο.

Οι πάλαι ποτέ «ομοϊδεάτες αρνητές» επιστράτευσαν κάθε εκφραστικό μέσο που διέθεταν για να αποδομήσουν όχι την επιχειρηματολογία αλλά την προσωπικότητα των… θρασύτατων αντιφρονούντων! Από απαξιωτική παραποίηση του επωνύμου, μέχρι ευθείες ύβρεις αλλά και ανάποδες εφαρμογές κατά παραποίηση της θεωρίας που ο ίδιος ο ρομαντικός ηλίθιος μετέδωσε στους νυν «χαρακτηρολογικούς φονιάδες».

Μία εκ των πεφωτισμένων αρνητών έγραψε:

Κωνσταντίνος Βαθιώτης (και Γιώργος Κοντογιώργης), η προφητεία λέει: “Το κακό θα έρθει από τους γραμματιζούμενους“!

Αν μη τι άλλο, οι… “γραμματιζούμενοι” δίδαξαν στα “μαθητούδια” τον ανάποδο κόσμο και τώρα αυτά έρχονται με την αχάριστη στάση τους να αποδείξουν ότι η μεταδοθείσα γνώση που μπαίνει σε μυαλά κακόβουλων ανθρώπων γίνεται τυφλή και αγνώμων απέναντι στους γνωσιακούς εμβολιαστές τους.

Μέσα σε όλα, εμφανίσθηκε και η πεφωτισμένη-παντογνώστρια Ληξουριώτισσα, η οποία, καίτοι στον τίτλο του αντι-Βαθιωτικού άρθρου της προανήγγειλε κριτική ματιά την οποία θα έριχνε στο “Απέχω, άρα υπάρχω“

, δεν κατάφερε τίποτε άλλο από το να κλείσει τα μάτια της και να με συνδέσει κατά τρόπο παντελώς άσχετο με την Μ. Χούκλη εξαπολύοντας μια ad hominem επίθεση, χωρίς να αναδείξει ούτε μισό επί της ουσίας ατόπημα σε ό,τι αφορά την πολυσέλιδη επιχειρηματολογία υπέρ της αποχής. Επομένως ισχύει και σε αυτήν την περίπτωση το πάνσοφο ρητό: “Όσα δεν φθάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια“.

Ούτως εχόντων των πραγμάτων, φαινόταν περιττό και κουραστικό να επανέλθω στο διχαστικό ζήτημα της αποχής, η ανακίνηση του οποίου, πάντως, είχε δύο παράπλευρα οφέλη:

  • Πρώτον, λειτούργησε ως πρόσθετο κόσκινο, ώστε να ξαναμετρηθούμε οι φίλοι και οι οχτροί. Τελικά, δηλαδή, όσο πιο πολύ μιλάς για την αποχή, τόσο πιο πολλές μάσκες πέφτουν. Άρα, η αποχή είναι μια πολύτιμη απόχη σε μια πρωτοφανή για την ιστορία της ανθρωπότητας εποχή, όπου δυστυχώς σπανίζουν τα όχι! – πόσο ευλογημένοι θα πρέπει να αισθάνονται οι Έλληνες που ομιλούν γλώσσα η οποία εμπεριέχει πολλαπλά ομόηχα νοήματα…
  • Δεύτερον, παρότι η περί αποχής συζήτηση δίχασε, ταυτοχρόνως τάραξε τα λιμνάζοντα εκλογικά ύδατα, και έτσι όποιοι πάνε ή δεν πάνε στις κάλπες, θα το πράξουν πολύ πιο συνειδητά απ’ ό,τι τις προηγούμενες φορές.

Ενώ, λοιπόν, το θέμα έμοιαζε εξαντλημένο, μια φωτογραφία και ένα βιντεάκι μέσω των οποίων προπαγανδίζεται το τέλος της αποχής και η ανάγκη να ψηφίσουμε, ενισχύει σημαντικά την πεποίθηση του γράφοντος ότι η αποχή δεν είναι επιθυμητή για το καθεστώς της έξυπνης-υβριδικής δικτατορίας, το οποίο θα στήσει τις κάλπικες κάλπες της ερχόμενης Κυριακής.

Στο πίσω μέρος ενός λεωφορείου διαβάζουμε το σύνθημα:

«Τέλος αποχής – Φέτος ψηφίζουμε».

Το ίδιο μήνυμα με πολύ πιο επιθετικό τρόπο περνά μέσα από το οικείο βιντεάκι, όπου κάθε εκπρόσωπος από μια κοινωνική ομάδα επιχειρεί να εμβολιάσει τον θεατή με την ιδέα της συμμετοχής και την απέχθεια της αποχής (βέβαια, με αφορμή την αποχή, το νεοταξίτικο καθεστώς περνά και πολλά άλλα πονηρά μηνύματα)

Εφόσον, λοιπόν, γίνεται πλέον ολοφάνερη η ενεργοποίηση του προπαγανδιστικού μηχανισμού και της πλύσης εγκεφάλου κατά της αποχής, αμφότερα δε, ως γνωστόν, είναι μέσα προσφιλή σε ένα ολοκληρωτικό καθεστώς, οι σχεδιαστές και υλοποιητές της εκλογικής αναμέτρησης και καταμέτρησης δεν μπορεί παρά να επιθυμούν όντως διακαώς να πάμε, ει δυνατόν άπαντες, στα εκλογικά κέντρα να ψηφίσουμε, όπως ακριβώς ήθελαν να πάμε ει δυνατόν άπαντες στα εμβολιαστικά κέντρα να τρυπηθούμε.

Υπήρξε μια μερίδα πολέμιων της αποχής που επεχείρησαν να αξιοποιήσουν την θεωρία του Θαυμαστού Ανάποδου Κόσμου για να υποστηρίξουν ότι, αφού οι καθεστωτικοί μάς ζητούν να μην απέχουμε, εννοούν ότι θέλουν τα ακριβώς ανάποδο, δηλ. να απέχουμε.

Ο συλλογισμός αυτός, όμως, φρονώ πως δεν είναι ορθός, διότι δεν πρέπει να συγχέεται η βούληση των επιτιθέμενων νεοταξιτών (υποκειμενικό στοιχείο) από την μια μεριά, με την ανάγκη αντίδρασης εκ μέρους των αμυνόμενων πολιτών από την άλλη μεριά (αντικειμενικό στοιχείο). Αυτό που οι πρώτοι θέλουν από εμάς διαμεσολαβείται αναμφισβήτητα από την προπαγανδιστική επανάληψη του μηνύματός τους:

Πηγαίνετε να ψηφίσετε/Go vote!

Εμείς, όμως, έξπυνα-ανάποδα σκεπτόμενοι πρέπει να μονολογήσουμε:

Για να μας λένε ότι θέλουν να πάμε να ψηφίσουμε, προσπαθούν να μας αποτρέψουν να κάνουμε αυτό που δεν θα μας συνέφερε, δηλ. να μην πάμε να ψηφίσουμε.

 

Επομένως, το “θέλω“ των επιτιθεμένων ισοδυναμεί με το ανάποδο “πρέπει“ των αμυνομένων. Αν ίσχυε ότι το “θέλω“ τους ισοδυναμεί ανάποδα με το “δεν θέλω“ τους, τότε αυτό θα έπρεπε να βρίσκει εφαρμογή και σε σχέση με το προσκλητήριο καθολικής συμμετοχής στον εμβολιασμό κατά του κορωνοϊού. Ποιος, όμως, θα υπεστήριζε πειστικά ότι, μέσω της εμβολιαστικής προπαγάνδας, οι οργανωτές της “επιχείρησης ελευθερίας“ υπονοούσαν ότι δεν ήθελαν να ανταποκριθούμε στο προσκλητήριό τους;

Εμμένω, λοιπόν, στην θέση μου (όχι, φυσικά, λόγω κάποιας ιδεοληπτικής αγκύλωσης, όπως παντελώς άδικα και άστοχα μου καταλογίσθηκε, αλλά λόγω συνδυαστικής επανεξέτασης των νέων δεδομένων) ότι το καθεστώς της έξυπνης-υβριδικής δικτατορίας επιθυμεί όντως διακαώς να πάμε άπαντες να ρίξουμε το φακελάκι, νομιμοποιώντας διά της γενικής συναινέσεώς μας τον εκλογονοθευτικό μηχανισμό.

Ως εκ τούτου, η θεωρία του ανάποδου κόσμου λειτουργεί εδώ ως εξής: Για το καθεστώς η αποχή είναι κακό πράγμα, για τους πολίτες είναι καλό!

Ίσως η βαθύτερη εξήγηση γι’ αυτό είναι ότι, όταν ο πολίτης απέχει και άρα το όνομά του δεν καταγράφεται στο πρωτόκολλο ψηφοφορίας, είναι αδύνατον να τύχει ψηφιακής εκμετάλλευσης και η ψήφος του να κατακυρωθεί, μέσω της Singular Logic, υπέρ άλλου κόμματος!

ΥΓ: Επιτρέψτε μου, σας παρακαλώ πολύ, μια προσωπική, αλλά ελπίζω όχι ναρκισσιστική διευκρίνιση: Όπως όταν συγγράφω ένα ακραιφνώς επιστημονικό κείμενο Ποινικού Δικαίου εξετάζω όλες τις απόψεις, και βασανίζομαι υπέρ το δέον για την εύρεση της αλήθειας προτού καταλήξω στην περισσότερο πειστική θέση, το ίδιο κάνω πάντοτε και όταν πρόκειται να δημοσιεύσω κάποιο κείμενο σε αυτό εδώ το ιστολόγιο, το οποίο γνωρίζω ότι μπορεί να κάνει τον γύρο του κόσμου μέσω της φιλοξενίας του από δεκάδες ιστοσελίδες. Με αυτές τις εγγυήσεις συνέγραψα και το πολυσέλιδο κείμενο “Απέχω, άρα υπάρχω“, το οποίο, δυστυχώς, διαβάστηκε ολόκληρο από ελαχίστους. Η συμπαγής πλειοψηφία βιάστηκε να αντιδράσει συναισθηματικά, κάνοντας πανεύκολη την ζωή της…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.

Translate »