Η ανακοίνωσή της Συντονιστικής Επιτροπής της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος για την ανάγκη η Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου να κάνει αυτό που λέει ο νόμος!
Μπορεί η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου να σφυρίζει «αδιάφορα» για το σκάνδαλο παρακολούθησης και τις de facto κακουργηματικές πράξεις των στελεχών της ΕΥΠ, της κυβέρνησης και τα ερωτηματικά που συνοδεύουν την εισαγγελέα Εφετών Βασιλική Βλάχου για την εντολή παρακολούθησης που υπέγραψε, αλλά οι Δικηγορικοί Σύλλογοι της χώρας έχουν διαφορετική άποψη.
Δηλαδή δεν τους αρκεί η… έρευνα για το «πώς διέρρευσαν οι υποκλοπές» (!) που διέταξε ο Ι.Ντογιάκος, αλλά έχουν το «θράσος» να ρωτάνε «αν ήταν σύννομη η παρακολούθηση Ανδρουλάκη», αλλά και το κυριότερο αν θα ελεγχθεί και με ποιο τρόπο η εισαγγελέας Εφετών Β.Βλάχου που υπέγραψε τις παρακολουθήσεις!
Γιατί τα περί «λάθους» του Κ.Μητσοτάκη είναι καλά για «πρόβατα», αλλά εδώ υπάρχει θέμα εγκλημάτων που διαπράχθηκαν σε βαθμό κακουργήματος από όλη την «αλυσίδα»: ΕΥΠ, εισαγγελική αρχή και πρωθυπουργός, αφού σε αυτόν αναφέρεται υποχρεωτικά η ΕΥΠ με το νόμο που η ίδια η κυβέρνηση ψήφισε!
Και μπορεί να «απέλυσε» τον γ.γ. του πρωθυπουργικού γραφείου Κ.Δημητριάδη (ήταν ο μοναδικός «κανονικός» νεοδημοκράτης που είχε απομείνει στο Μαξίμου!) αλλά ο νόμος λέει για «πρωθυπουργό».
Δεν λέει ότι ήταν υπεύθυνη της ΕΥΠ… η γενική γραμματεία της κυβέρνησης.
Η Συντονιστική Επιτροπή της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, σε ανακοίνωσή της ζητεί την διερεύνηση του σύννομου ή μη η άρση της προστασίας του τηλεφωνικού απορρήτου του προέδρου του ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ, Νίκου Ανδρουλάκη, από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ισίδωρο Ντογιάκο.
O οποίος διορίστηκε στην θέση αυτή προ μηνός από την κυβέρνηση!
Δηλαδή του ζητεί να κάνει την δουλειά του.
«Ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου οφείλει να διερευνήσει πρωτίστως εάν ήταν σύννομη ή μη η άρση της προστασίας του τηλεφωνικού απορρήτου εν ενεργεία Ευρωβουλευτή και μετέπειτα προέδρου του τρίτου κόμματος του ελληνικού κοινοβουλίου και ειδικότερα εάν η αρμόδια Εισαγγελέας διερεύνησε την πλήρωση των ουσιαστικών προϋποθέσεων για την άρση του απορρήτου ή απλά περιέβαλε με το κύρος της δικαστικής αρχής τις εκτιμήσεις και τις ενέργειες της ΕΥΠ, όπως επίσης και εάν προέβη ή μη σε καταχρηστική και αυθαίρετη εφαρμογή των σχετικών διατάξεων, με αποτέλεσμα την παραβίαση ή μη του ρυθμιστικού πλαισίου του κανόνα του απορρήτου» αναφέρει χαρακτηριστικά η ανακοίνωση
Σσυνεχίζοντας αναφορικά με τον ρόλο της Εισαγγελέως Εφετών Βασιλικής Βλάχου, η οποία έδωσε την έγκριση για την παρακολούθηση του κινητού τηλεφώνου του Ν. Ανδρουλάκη:
«Η επιλογή του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης και μάλιστα από τον ίδιο για τη διαρροή απόρρητων πληροφοριών από την ΕΥΠ, δεν αναιρεί την κυρίαρχη ανάγκη διερεύνησης της ουσιαστικής νομιμότητας της απόφασης της αρμόδιας Εισαγγελέως για την άρση του απορρήτου και την αναζήτηση πειθαρχικών ή ποινικών ευθυνών προσώπων που δεν υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 86 Σ. »
Στην ανακοίνωση, την ίδια ώρα, τίθεται θέμα «άμεσης επανεξέτασης του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου ως προς την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών με την ενίσχυση της διαφάνειας, της λογοδοσίας και των νόμιμων εγγυήσεων αλλά και τη διασφάλιση της σχετικής κρίσης από τακτικούς δικαστές».
Ολόκληρη η ανακοίνωση:
Η Συντονιστική Επιτροπή της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, που συνεδρίασε εκτάκτως στις 8.8.2022, μέσω τηλεδιάσκεψης, εξέδωσε την ακόλουθη ανακοίνωση:
1. Το απαραβίαστο του απορρήτου των επικοινωνιών αποτελεί συνταγματικά κατοχυρωμένο ατομικό δικαίωμα, το οποίο δύναται να αρθεί, κατ’ εξαίρεση, υπό ιδιαιτέρως αυστηρές προϋποθέσεις και μόνο υπό τις εγγυήσεις του νόμου και για λόγους, αποκλειστικά και μόνο, εθνικής ασφάλειας ή για τη διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 παρ. 1 Σ.
Η προστασία αυτή μάλιστα, θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα αυξημένη στις περιπτώσεις πολιτικών προσώπων και ιδίως εχόντων θεσμική ιδιότητα, διότι, στις περιπτώσεις αυτές, η προστασία δεν αφορά μόνο στο προστατευόμενο ατομικό δικαίωμα αλλά συνδέεται άμεσα και με την δημοκρατική λειτουργία του πολιτεύματος.
Η ανάγκη αυξημένης προστασίας συνάγεται και από τις διατάξεις του άρθρου 61 παρ. 3 Σ για το βουλευτικό απόρρητο, το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ και τα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και για την άρση του απορρήτου δεν μπορεί να αρκεί η κρίση εισαγγελικής αρχής.
2. Ενόψει των ανωτέρω ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου οφείλει να διερευνήσει πρωτίστως εάν ήταν σύννομη ή μη η άρση της προστασίας του τηλεφωνικού απορρήτου εν ενεργεία Ευρωβουλευτή και μετέπειτα προέδρου του τρίτου κόμματος του ελληνικού κοινοβουλίου και ειδικότερα εάν η αρμόδια Εισαγγελέας διερεύνησε την πλήρωση των ουσιαστικών προϋποθέσεων για την άρση του απορρήτου ή απλά περιέβαλε με το κύρος της δικαστικής αρχής τις εκτιμήσεις και τις ενέργειες της ΕΥΠ, όπως επίσης και εάν προέβη ή μη σε καταχρηστική και αυθαίρετη εφαρμογή των σχετικών διατάξεων, με αποτέλεσμα την παραβίαση ή μη του ρυθμιστικού πλαισίου του κανόνα του απορρήτου.
Η επιλογή του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης και μάλιστα από τον ίδιο για τη διαρροή απόρρητων πληροφοριών από την ΕΥΠ, δεν αναιρεί την κυρίαρχη ανάγκη διερεύνησης της ουσιαστικής νομιμότητας της απόφασης της αρμόδιας Εισαγγελέως για την άρση του απορρήτου και την αναζήτηση πειθαρχικών ή ποινικών ευθυνών προσώπων που δεν υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 86 Σ.
3. Το μείζον ζήτημα που ανέκυψε, θέτει την ανάγκη άμεσης επανεξέτασης του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου ως προς την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών με την ενίσχυση της διαφάνειας, της λογοδοσίας και των νόμιμων εγγυήσεων αλλά και τη διασφάλιση της σχετικής κρίσης από τακτικούς δικαστές.
4. Σε ζητήματα δημοκρατίας και κράτους δικαίου δεν χωρούν εκπτώσεις και συμψηφισμοί αλλά υπάρχει υποχρέωση απαρέγκλιτης τήρησης του Συντάγματος και της ευρωπαϊκής δικαιϊκής τάξης.
Οι τυχόν ευθύνες πρέπει να αποδίδονται προσωποποιημένα και αποτελεσματικά.