Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ισίδωρος Ντογιάκος δείχνει να είναι απλός παρατηρητής σε μία υπόθεση η οποία σε μία ευνομούμενη πολιτεία θα είχε προκαλέσει τεκτονικό σεισμό
Καταιγιστικές είναι οι εξελίξεις στην υπόθεση του εκλογικού μπλόκου στο εθνικό κόμμα Έλληνες, που ανέδειξε μία σειρά παθογενειών, που ταλανίζουν την πολιτική – και όχι μόνο- ζωή της χώρας και αναδύουν άρωμα έντονης τοξικότητας στο δρόμο προς τις εκλογές της 21ης Μαΐου.
Πρώτο και βασικό είναι ότι η Δικαιοσύνη δεν μπορεί να είναι θεραπαινίδα της εκτελεστικής εξουσίας και επιτέλους θα πρέπει να κατοχυρωθεί συνταγματικά ο μη διορισμός της ηγεσίας της από την εκάστοτε κυβέρνηση, κάτι που άλλωστε είναι πάγιο αίτημα και των δικαστικών ενώσεων.
Δεύτερο και εξίσου σημαντικό είναι πως δεν μπορεί να είναι επιτρεπτό στο πλαίσιο της Αστικής Δημοκρατίας να παραβιάζεται κατάφωρα το δικαίωμα των πολιτών να εκλέγουν οι ίδιοι τους βουλευτές και τα κόμματα που θα τους εκπροσωπούν στο Κοινοβούλιο.
Ο λαός είναι εκείνος που θα αποφασίζει ποιος θα τον εκπροσωπεί και σε καμία περίπτωση μαγειρεμένες τροπολογίες, που αποκλείουν με προσχήματα κόμματα και σχηματισμούς από τις βουλευτικές εκλογές.
Το bankingnews (ΒΝ) με επιμονή αλλά και με επιχειρήματα καταδεικνύει την επικινδυνότητα απαγόρευσης και αποκλεισμού ενός κόμματος από τις εκλογικές διαδικασίες ασχέτως ποια άποψη ή θέση έχει κανείς για το εθνικό κόμμα Έλληνες.
Τρίτο σε αυτό το ζοφερό τοπίο και στην εν λόγω δυσώδη υπόθεση εντονότατη ανησυχία προκαλεί το γεγονός πως η ηγεσία της Δικαιοσύνης σιωπά.
Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ισίδωρος Ντογιάκος δείχνει να είναι απλός παρατηρητής σε μία υπόθεση, η οποία σε μία ευνομούμενη πολιτεία θα είχε προκαλέσει τεκτονικό σεισμό.
Κακουργηματικές πράξεις
Εδώ υπάρχουν κακουργηματικές πράξεις.
Σύμφωνα με τον συνταγματολόγο Ξενοφώντα Κοντιάδη «αν είναι ακριβείς οι δηλώσεις του πρώην αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Χρήστου Τζανερίκου ότι δέχθηκε πιέσεις με ανταλλάγματα τότε «πρόκειται όχι απλώς για συνταγματική παρέμβαση της εκτελεστικής στη δικαστική λειτουργία αλλά για κακουργηματικές πράξεις, άρα πρέπει να επιληφθεί αμέσως ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου (άρθ. 167 και 237 Ποινικού Κώδικα).
Σε κάθε περίπτωση τα άρθρα του Ποινικού Κώδικα που επικαλείται ο συνταγματολόγος προβλέπουν αυστηρές ποινές.
Ειδικότερα το 237 του Ποινικού Κώδικα προβλέπει κάθειρξη έως δέκα έτη και χρηματική ποινή έως χίλιες ημερήσιες μονάδες για όποιον υπόσχεται ή παρέχει ωφελήματα άμεσα ή μέσω τρίτου σε όσους εκτελούν δικαστικά καθήκοντα.
Επ’ αυτού τόνισε ότι οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι οφείλουν να καταθέσουν έγκληση για συκοφαντική δυσφήμιση προκειμένου ο κ. Τζανερίκος να αποδείξει τους ισχυρισμούς του.
«Είμαι βέβαιος ότι είτε έτσι είτε αλλιώς οι αρμόδιοι εισαγγελείς θα πράξουν τα δέοντα» δήλωσε ο κ. Κοντιάδης στην εφημερίδα Documento.
Πάντως μέχρι στιγμής ουδείς έπραξε τα δέοντα διατάσσοντας προκαταρκτική εξέταση και μάλιστα με τον χαρακτηρισμό της καταπείγουσας δεδομένης της βαρύτητας των καταγγελιών Τζανερίκου.
Συνταρακτικές αποκαλύψεις
Μεγαλόσχημος επιχειρηματίας ήταν τελικά ο «ανώτατος κυβερνητικός παράγοντας» που κόμισε τη δεύτερη πρωθυπουργική προειδοποίηση στον Χρήστο Τζανερίκο μεταφέροντας – σύμφωνα με τις δηλώσεις του παραιτηθέντος αντιπροέδρου του Άρειου Πάγου – και το αντάλλαγμα που θα λάμβανε ο μέχρι πρότινος πρόεδρος του Α1 Τμήματος του ανώτατου δικαστηρίου εάν συμμορφωνόταν προς τα υποδείξεις.
Το πρωί του Σαββάτου (8/4/2023) ο πρώην – πλέον αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου δεν συναντήθηκε με «ανώτατο κυβερνητικό παράγοντα» στο ξενοδοχείο Lycabettus αλλά «με μεγαλοεπιχειρηματία με τον οποίο διατηρεί μακρά φιλία».
Ωστόσο ο εν λόγω μεγαλοπαράγοντας του εγχώριου επιχειρείν, τυχαίνει να είναι προνομιακός συνομιλητής και του πρωθυπουργού.
Με την ιδιότητα αυτή μετέφερε τη δεύτερη κυβερνητική προειδοποίηση στον ανώτατο δικαστικό, ο οποίος φέρεται να θεωρούσε ότι επρόκειτο για έναν πρωινό καφέ ρουτίνας.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης, λαμβάνοντας υπόψη τις δημόσιες τοποθετήσεις του Χρήστου Τζανερίκου ο μεγαλοεπιχειρηματίας προσέφερε στον τότε πρόεδρο του Α1 Τμήματος του Αρείου Πάγου το «τυράκι» της αξιοποίησης μετά την αφυπηρέτησή του, υπογραμμίζοντας την πρωθυπουργική πρόθεση για τοποθέτησή του στο τιμόνι ανεξάρτητης αρχής εάν και εφόσον συνεργαζόταν για το εκλογικό «φρένο» στο κόμμα Έλληνες.
Πρόκειται για δυσώδεις πρακτικές που ολοφάνερα παραπέμπουν σε ωμή παρέμβαση στον χώρο της Δικαιοσύνης και συνιστούν ξεκάθαρη συνταγματική εκτροπή.
Και αυτό διότι μετά την επιβεβαιωμένη μεν, αποτυχημένη δε προσπάθεια άσκησης επιρροής του Γιώργου Γεραπετρίτη στον Χρήστο Τζανερίκο, ένα μεγαλοεπιχειρηματίας αποπειράθηκε να διαδραματίσει τον ρόλο του συνδετικού κρίκου, νομίζοντας ότι θα καταφέρει να «εξαγοράσει» τη δικαστική κρίση του πρώην αρεοπαγίτη, προκειμένου να ικανοποιηθούν οι πρωθυπουργικές επιδιώξεις.
Ο μυστικός δείπνος των δικαστών
Πριν από τις παρεμβάσεις του Μαξίμου μία ομάδα ανώτατων δικαστικών φέρεται να συναντήθηκε και να δείπνησε μυστικά προετοιμάζοντας τα κυβερνητικά βήματα που οδήγησαν στην κατάθεση της τρίτης κατά σειρά ρύθμισης για εκλογικό μπλόκο στους Έλληνες.
Σύμφωνα με πληροφορίες η ομάδα αυτή, που έχει βλέψεις για την επόμενη μέρα στην περίπτωση που η ΝΔ επικρατήσει στις εκλογές, φέρεται να γνώριζε τα προσκόμματα που θα αντιμετώπιζε για λόγους νομιμότητας η διάταξη που «πέρασε» τον Φεβρουάριο με τις ψήφους ΝΔ – ΠΑΣΟΚ ΚΙΝΑΛ διατυπώνοντας την πρόταση η απόφαση για τη συμμετοχή του εθνικού κόμματος να ληφθεί από την ολομέλεια του αρμόδιου τμήματος και όχι από το πενταμελές τμήμα αυτό καθαυτό με σκοπό να αφαιρεθεί από τον Τζανερίκο η δυνατότητα ορισμού της σύνθεσης του Α1 Τμήματος.
Σύμφωνα με αποκλειστικό δημοσίευμα της εφημερίδας «Δημοκρατία», οι τρεις δικαστικοί του Αρείου Πάγου που ανέλαβαν τη συγκεκριμένη υπόθεση είναι η Ευδοξία Κιουπτσίδου – Στρατουδάκη, η Ιωάννα Κλάπα – Χριστοδουλέα και η Ασημίνα Υφαντή, οι οποίες είχαν αναλάβει σημαντικές υποθέσεις, όπως αυτή της Χρυσής Αυγής αλλά και των τηλεοπτικών αδειών.
Αφού η κυβέρνηση εξάντλησε όλα τα μέσα πειθαναγκασμού του ανώτατου δικαστή και αφού είχε γίνει γνωστό πως έρχεται νέα ρύθμιση, προσωπικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέλαβε δράση επικοινωνώντας ο ίδιος με τον Χρήστο Τζανερίκο.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο πρωθυπουργός στην επικοινωνία τους κράτησε πολιτική «μαστιγίου και καρότου» δηλώνοντας από τη μία πως αν ο δικαστής δεν συμμορφωθεί θα αλλάξει τον νόμο και από την άλλη πως αν δηλώσει πως δεσμεύεται να εφαρμόσει την κυβερνητική πολιτική θα τον ανταμείψει με θέση στον κρατικό μηχανισμό.
Ωστόσο και πάλι ο Χρήστος Τζανερίκος δεν πείστηκε και η επικοινωνία των δύο πλευρών έκλεισε με κακό τρόπο!
Η τριπλή άρνηση του Χρήστου Τζανερίκου να συμμορφωθεί με τα σχέδια της κυβέρνησης είναι και αυτή που εν τέλει οδήγησε στην ψήφιση της νέας ρύθμισης Βορίδη το βράδυ της Τρίτης (11/4) από την κυβέρνηση και το ΠΑΣΟΚ. Η ψήφιση μάλιστα έγινε εν μέσω σαφών κυβερνητικών υπαινιγμών κατά του δικαστή που εμφανίζεται από τις κυβερνητικές διαρροές ως «φιλικός» προς το κόμμα Έλληνες.
Αν. Κανελλόπουλος: Επιχειρείται με δόλια και αντισυνταγματικά μέσα, η παρεμπόδιση νομίμου Κόμματος