Ιρανοί πιλότοι και τεχνικοί στη Ρωσία
Οι τελευταίες εικασίες σχετικά με το μέλλον των αμυντικών σχέσεων Ρωσίας-Ιράν θέλουν την Τεχεράνη να προμηθεύεται ρωσικά μαχητικά αεροσκάφη Su-35 Flanker και να στέλνει drones –εγχώριας κατασκευής– στη Μόσχα.
Στις 2 Αυγούστου, λογαριασμός στο Twitter επικαλέστηκε ανεπίσημες πηγές που ανέφεραν ότι “το Ιράν έστειλε την πρώτη παρτίδα UAV στη Ρωσία για δοκιμές στο πεδίο”. “Επίσης μετέβησαν Ιρανοί πιλότοι και τεχνικοί για να εκπαιδευτούν στα Su-35”, πρόσθεσε το tweet.
Αν και η συγκεκριμένη είδηση δεν επαληθεύθηκε από ανεξάρτητη πηγή, το think tank Institute for the Study of War (ISW) σημείωσε ότι “συνάδει με πρόσφατες αναφορές ότι Τεχεράνη και Μόσχα επιδιώκουν στενότερη συνεργασία όσον αφορά τις Αεροπορίες τους, προκειμένου να παρακάμψουν τις διεθνείς κυρώσεις που έχουν επιβληθεί σε βάρος και των δύο χωρών και συγχρόνως να στηρίξουν τις ρωσικές στρατιωτικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία”.
“Εάν αληθεύουν οι τελευταίες αναφορές, τότε το Ιράν μπορεί να παραλάβει ρωσικά Su-35 και να στείλει μη επανδρωμένα αεροσκάφη στη Ρωσία, σε μια ανταλλαγή που ίσως περιλαμβάνεται στη διμερή συμφωνία που υπέγραψαν Μόσχα και Τεχεράνη στις 26 Ιουλίου”, πρόσθεσε το ISW.
“To Ιράν μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτήν τη συμφωνία για να αποκτήσει ρωσικά μαχητικά”, κατέληξε.
Στα μέσα Ιουλίου, ο Λευκός Οίκος ανέφερε ότι Ρώσοι αξιωματούχοι επισκέφθηκαν το αεροδρόμιο Κασάν στο κεντρικό Ιράν για να δουν τα οπλισμένα drones Shahed-129 και Shahed-191 που κατασκευάζονται στο Ιράν. Ο Λευκός Οίκος ισχυρίζεται ότι η Ρωσία προμηθεύεται “εκατοντάδες” ιρανικά μη επανδρωμένα αεροσκάφη.
Τον Δεκέμβριο του 2021, πληροφορίες ανέφεραν ότι Ρωσία και Ιράν θα υπέγραφαν τον Ιανουάριο του 2022 μια αμυντική συμφωνία ύψους 10 δισ. δολαρίων, 20ετούς διάρκειας. Η Ρωσία θα προμήθευε το Ιράν με δύο δωδεκάδες Su-35 και S-400 στο πλαίσιο αυτής της συμφωνίας. Έκτοτε δεν έχει ακουστεί τίποτα για αυτήν τη “συμφωνία”. Γι’ αυτό και θα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί απέναντι σε ό,τι ακούγεται.
Παρόλα αυτά, μια ανταλλαγή μαχητικών με drones θα είχε νόημα. Το Ιράν έχει τη δυνατότητα να κατασκευάζει drones, αλλά από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 δεν έχει αποκτήσει ούτε ένα νέο μαχητικό αεροσκάφος. Από την άλλη πλευρά, η Ρωσία έχει αναπτύξει ορισμένα προηγμένα μαχητικά, όπως το Su-35 και το επιθετικό αεροσκάφος Su-34 Fullback, αλλά άργησε να δώσει προτεραιότητα στην παραγωγή δικών της drones.
Πρόσφατα η Τεχεράνη δείχνει μια προτίμηση στην ανταλλαγή αντί της συναλλαγής με μετρητά. Για παράδειγμα, το 2021, φέρεται να ζήτησε 36 προηγμένα μαχητικά Chengdu J-10C από την Κίνα και προσφέρθηκε να τα πληρώσει με πετρέλαιο ή φυσικό αέριο, κάτι που το Πεκίνο δεν δέχθηκε.
Επομένως, η Τεχεράνη μπορεί κάλλιστα να είναι πρόθυμη να ανταλλάξει τα drones της – ενδεχομένως και να παρέχει τεχνογνωσία και εκπαίδευση στις τακτικές που το ίδιο το Ιράν και οι “αντιπρόσωποι” του έχουν εφαρμόσει στα πεδία μάχης της Μέσης Ανατολής – με σύγχρονα ρωσικά μαχητικά.
Η κατάσταση θα μπορούσε να είναι και πιο απλή από τη θεωρία της ανταλλαγής του ISW. Η Τεχεράνη θα μπορούσε απλώς να στέλνει συμβούλους για να εκπαιδεύσουν τους Ρώσους στον χειρισμό των ιρανικών drones, και παράλληλα πιλότους και τεχνικούς για να εξοικειωθούν με τα Su-35 πριν καν τα προμηθευθεί. Η Μόσχα ίσως και να έχει προσκαλέσει ιρανικά στρατιωτικά κλιμάκια για να αξιολογήσουν από κοντά τις δυνατότητες των ρωσικών μαχητικών.
Όπως και να ’χει, εάν το Ιράν αποκτήσει νέα μαχητικά για πρώτη φορά μετά από 30 χρόνια και η Ρωσία έναν στόλο ιρανικών drones επίσης για πρώτη φορά, τότε η συνεργασία στους “αιθέρες” –για την οποία έκανε λόγο το ISW– έχει ξεκινήσει δυναμικά.
Το Ιράν χρειάζεται οπωσδήποτε νέα μαχητικά. Στις 3 Αυγούστου, ένα γερασμένο –σοβιετικής κατασκευής– ιρανικό Su-22 Fitter συνετρίβη σε αεροπορική βάση στο Σιράζ μετά από “τεχνική βλάβη”. Είχε προηγηθεί –στις 18 Ιουνίου– η συντριβή ενός από τα εμβληματικά F-14A Tomcats –made in USA– και μια σειρά παρόμοιων συμβάντων τους προηγούμενους μήνες.
Αυτήν τη στιγμή η προμήθεια ρωσικών αεροσκαφών ενέχει κινδύνους, εάν λάβουμε υπόψη τις μακροπρόθεσμες διαταραχές στην εφοδιαστική αλυσίδα που πιθανόν θα αντιμετωπίσει η Μόσχα στα επόμενα χρόνια και οι οποίες αναμφίβολα θα επηρεάσουν σημαντικά την προμήθεια ανταλλακτικών και την παροχή τεχνικών υπηρεσιών σε ξένους χειριστές ρωσικού στρατιωτικού υλικού.
Ωστόσο, αυτή η παράμετρος μπορεί να μην απασχολεί ιδιαίτερα την Τεχεράνη, εφόσον μπορέσει να συνάψει μια ευνοϊκή συμφωνία για τα νέα μαχητικά. Εξάλλου, διατήρησε λειτουργικό για δεκαετίες μεγάλο μέρος της αεροπορικής της δύναμης που είχε προμηθευτεί από τις ΗΠΑ, παρά το μεταγενέστερο αμερικανικό εμπάργκο όπλων που είχε ως στόχο να της “κόψει τα φτερά”.