Την ξεκάθαρη αντίθεση του για τα εκβιαστικά μέτρα που έχει πάρει η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη εξέφρασε ο Γιάννης Ιωαννίδης, καθηγητής Παθολογίας και Επιδημιολογίας στο Stanford, ο οποίος υποστήριξε ότι εάν συνεχίσουμε με τις υποχρεωτικότητες και τα πιστοποιητικά εμβολιασμού θα φτάσουμε στους 25.000 νεκρούς έως την Άνοιξη.

«Φοβάμαι πως αν συνεχίσουμε αυτό το συνδυασμό μέχρι να τελειώσει η Άνοιξη, θα πάμε στους 25.000 νεκρούς», είπε ο Γιάννης Ιωαννίδης, ο οποίος τόνισε ότι τα κρούσματα κορωνοϊού θα παραμείνουν πολλά αλλά θα πρέπει να προσέξουμε για να αποφύγουμε τους θανάτους.

«Είναι αλήθεια ότι ο πληθυσμός κουράστηκε μετά από δύο χρόνια και θα πρέπει να ξανακερδίσουμε τη ζωή μας. Από την άλλη εξακολουθούμε να έχουμε ένα στέλεχος σαν τη Δέλτα, και ίσως μας έρχεται η Όμικρον, που είναι πολύ μεταδοτικό. Άρα κρούσματα κορωνοϊού θα έχουμε πολλά. Αυτό είναι δύσκολο να το αποφύγουμε. Εκείνο που πρέπει να αποφύγουμε είναι οι θάνατοι και δυστυχώς στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή συνδυάζουν υψηλούς θανάτους με υψηλό σκορ περιοριστικών μέτρων σε όλη την Ευρώπη», τόνισε ο Γιάννης Ιωαννίδης.

Μιλώντας για την πορεία της πανδημίας στην Ελλάδα και τα περιοριστικά μέτρα για τους ανεμβολίαστους, είπε ότι η χώρα διατηρεί έναν συνδυασμό περιορισμών, ωστόσο την ίδια στιγμή αφήνει ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού ανεξέλεγκτο (εννοώντας τους εμβολιασμένους), αναφέροντας τα φαινόμενα συνωστισμού που συναντάει κανείς στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς.
«Ο διαχωρισμός του να μη κάνουν test οι εμβολιασμένοι νομίζω πως έχει δημιουργήσει μία παρεξήγηση, με αποτέλεσμα να έχουμε έντονη διασπορά από ανθρώπους που δεν ξέρουν ότι είναι μολυσμένοι. Σε αυτή τη φάση θα πρέπει να προσέξουμε πάρα πολύ», σημείωσε ο καθηγητής.

Σύμφωνα με τον ίδιο, η «αχίλλειος πτέρνα» για την Ελλάδα είναι οι πολίτες μεγάλης ηλικίας και οι ευπαθείς ομάδες.

«Καταστρέφεται η σχέση πολιτών και δημόσιας υγείας»

Μπορεί να είναι προτεραιότητα η προστασία των πολιτών μεγάλης ηλικίας, ωστόσο σε μακροπρόθεσμο πλαίσιο τα μέτρα θα έχουν αρνητικές συνέπειες, σύμφωνα με τον Γιάννη Ιωαννίδη.

«Φοβάμαι ότι προσπαθούμε να τα πάρουμε όλα και χάνουμε τα πιο ουσιαστικά. Σαφέστατα το να προστατέψουμε τους άνω των 60 είναι μεγάλη προτεραιότητα. Το ερώτημα είναι πως το πετυχαίνουμε. Με το να βάλουμε πρόστιμα, νομίζω πως θα έχουμε πρόσκαιρη αύξηση των ατόμων που θα δεχτούν να εμβολιαστούν, αλλά πέρα από αυτή τη βραχυπρόθεσμη ωφέλεια, φοβάμαι πως καταστρέφουμε τη σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτών και δημόσιας υγείας. Είναι το χειρότερο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε για τη δημόσια υγεία», είπε ο καθηγητής.

Πρόσθεσε ακόμη πως «οι ανεμβολίαστοι είναι οι ασθενέστεροι αυτή τη στιγμή. Πολλοί από αυτούς έχουν ήδη περιθωριοποιηθεί, έχουν χτυπηθεί άσχημα οικονομικά, κοινωνικά, ψυχολογικά. Το να τους χτυπήσουμε ακόμα περισσότερο είναι λάθος. Θα πρέπει να δείξουμε όλοι ψυχραιμία και κατανόηση για τους συνανθρώπους μας».

«Στον κορωνοϊό έχουμε εστιαστεί στο τι θα κάνουμε με τις ΜΕΘ, που είναι η τελική πράξη. Έχουμε ήρωες στις ΜΕΘ, αλλά είναι το αντίστοιχο σαν να λέμε ότι περιμένουμε κάποιος, ο οποίος έχει κατάθλιψη, να αποφασίσει να αυτοκτονήσει, να πηδήξει από το μπαλκόνι και μόλις πέσει στο πεζοδρόμιο να τον πάμε σε ΜΕΘ. Τότε είναι πολύ αργά», τόνισε.

«Τα εμβόλια πρέπει να είναι διαθέσιμα. Δεν έχω αντίρρηση στο να είναι διαθέσιμα πολύ νωρίς, γιατί υπάρχουν άνθρωποι που τα χρειάζονται. Όχι όμως να δημιουργήσουμε μία υποχρεωτικότητα και μία πίεση στους ανθρώπους», κατέληξε.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.

Translate »