Η απώλεια της πολιτικής κυριαρχίας εντείνει τη νευρικότητα του πρωθυπουργού
Οι πληροφορίες που ξεφεύγουν από το Μέγαρο Μαξίμου αναφέρουν ότι το τελευταίο διάστημα ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει νεύρα, στις συσκέψεις με τους συνεργάτες του εμφανίζεται δύσθυμος και ενίοτε υψώνει τη φωνή ή και τους «αποπαίρνει», με τρόπο που καθόλου δε συνάδει με την αστική του ανατροφή.
Όπως έκανε και δημοσίως με την αναπληρώτρια υπουργό Υγείας, Μίνα Γκάγκα που τον συνόδευσε στην επίσκεψη στο Σωτηρία, όταν θέλησε και εκείνη να πει κάτι στους εργαζόμενους του Νοσοκομείου.
Φυσικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί να έχει προσωπικούς λόγους, συμβαίνει και στους πρωθυπουργούς, πόσο μάλλον στον Κυριάκο. Άλλωστε και μόνο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης του χάλασαν τις χειμερινές διακοπές στο Μέτσοβο και τον ανάγκασαν να γυρίσει άρον-άρον μέσα σε γενική αποδοκιμασία, είναι επαρκής λόγος για έναν πρωθυπουργό που δεν θέλει να αλλάζει το πρόγραμμά του όπως δείχνουν οι αποδράσεις τα Σαββατοκύριακα και οι τακτικές επισκέψεις του στο γυμναστήριό του.
Πάντως ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει αρκετούς σοβαρούς πολιτικούς λόγους για να είναι εκνευρισμένος. Ο βασικότερος είναι ότι δύο χρόνια μετά το ξέσπασμα του COVID 19 είναι σαφές πλέον ότι η κυβέρνηση έχασε τη μάχη της πανδημίας. Όσο και αν τα ενσωματωμένα μέσα ενημέρωσης επιμένουν να τον εμφανίζουν σαν θριαμβευτή, τα γεγονότα είναι πεισματάρικα και η πραγματικότητα εκδικείται. Από 5.000 νεκρούς στο ξεκίνημα του 2021 ο μακάβριος απολογισμός ξεπέρασε τους 20.000 στην έναρξη της φετινής χρονιάς. Το ποσοστό των εμβολιασμένων κινείται γύρω στο 70% παρά τα πρόστιμα και τις απειλές που δείχνει ότι η καμπάνια ήταν αποτυχημένη. Επιπλέον η Ο σαρώνει και το σύστημα υγείας έχει καταρρεύσει. Το γεγονός ότι η κυβέρνηση δε συνταγογραφεί τα rapid test και τα PCR έχει αποτέλεσμα και να επιβαρύνονται οι οικογενειακοί προϋπολογισμοί αλλά και να μην είναι πλήρης η ιχνηλάτηση, άρα να μην είναι ακριβή τα στοιχεία που δίνει η κυβέρνηση.
Η δεύτερη μάχη που έχει χάσει η κυβέρνηση είναι η μάχη της ακρίβειας που επιβαρύνει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς και κατατρώγει τα οικογενειακά εισοδήματα. Οι κατά καιρούς δηλώσεις όχι μόνο του αρμόδιου υπουργού, Άδωνη Γεωργιάδη αλλά και του ίδιου του πρωθυπουργού (ότι είναι ένα διεθνές φαινόμενο με σύντομη ημερομηνία λήξης), αγγίζουν το όριο της αστειότητας και δεν αντέχουν καμία σοβαρή κριτική. Το μόνο ερώτημα είναι αν ο πρωθυπουργός της χώρας έχει αίσθηση για αυτό που ακόμη και στην οικονομική επιστήμη ονομάζεται «καλάθι της νοικοκυράς».
Τα προβλήματα του μέσου ανθρώπου ίσως είναι ψιλά γράμματα για τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Εκείνο που σίγουρα αντιλαμβάνεται είναι η μείωση της κυβέρνησης και του ιδίου στις δημοσκοπήσεις και η διαφαινόμενη πλέον απώλεια της πολιτικής του κυριαρχίας. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι την περασμένη χρονιά το προβάδισμά του μειώθηκε περισσότερες από πέντε ποσοστιαίες μονάδες. Το κυβερνών κόμμα έχασε τρεις μονάδες μόνο μόνο τον Νοέμβριο και οι εκτιμήσεις είναι ότι το αλαλούμ όσον αφορά την αντιμετώπιση της Ο στοιχίζει πολιτικά και επιφέρει περαιτέρω απώλειες.
Παράλληλα ο κ. Μητσοτάκης αντιλαμβάνεται ότι οι συσχετισμοί στο πολιτικό σύστημα αρχίζουν και αλλάζουν. Συστήματα που τον στήριξαν στην άνοδο και στην κυριαρχία του, αναζητούν άλλες προοπτικές καθώς γίνεται εμφανές ότι «το γκανιάν αποδεικνύεται στα δύσκολα κουτσό άλογο». Ακόμη και φιλικά του μέσα διαπιστώνουν «ρωγμές στην πολιτική κυριαρχία», ενώ άλλα συγκροτήματα του στέλνουν προειδοποιητικές βολές ότι δίχως να αποσύρουν τη στήριξη από τη ΝΔ δεν εμπιστεύονται πλέον τον ίδιο. Στο ίδιο πλαίσιο οι εκσυγχρονιστές του πρώην ΠΑΣΟΚ που τον στήριξαν φιλοτεχνώντας το δήθεν κεντρώο και μεταρρυθμιστικό του προφίλ επαναπροσανατολίζονται προς τον Νίκο Ανδρουλάκη. Όσο για την παραδοσιακή δεξιά ποτέ δε συμπάθησε τις νεοφιλελεύθερες και νεοταξικές του απόψεις. Ακόμη και ο υπουργός Επικρατείας του Γιώργος Γεραπετρίτης -που όπως λέγεται είναι συνομιλητής οικονομικών παραγόντων- ανέπτυξε το σενάριο της αλλαγής πρωθυπουργού από την παρούσα Βουλή, όσο κι αν υποστηρίζει ότι διερευνούσε απλώς τις συνταγματικές δυνατότητες για να απαντήσει στο αίτημα Τσίπρα για παραίτηση της κυβέρνησης και εκλογές.
Η υπόγεια προς το παρόν δυσαρέσκεια εντείνεται και εντός της κοινοβουλευτικής ομάδας, παρά την ενεργοποίηση της Ντόρας Μπακογιάννη που μαζί με τον Γρηγόρη Δημητριάδη, τείνουν να καταστήσουν την άσκηση της εξουσίας οικογενειακή υπόθεση. Γι’ αυτό και με την αυγή του νέου χρόνου υπήρξαν οι διαρροές για έναν ακόμη ανασχηματισμό που θα διαμορφώσει το εκλογικό σχήμα. Ακόμη και στο εσωτερικό του Μαξίμου πλέον οι διαφορές δεν κρύβονται με τρία διακριτά συστήματα να παίζουν στην καθημερινή επικοινωνία.
Φυσικά τα κυκλώματα της διαπλοκής πάντα διαπραγματεύονται και το πιο πιθανό είναι ότι επιθυμούν μία νέα ισορροπία με τον Κυριάκο Μητσοτάκη σε χαμηλότερο επίπεδο και δίχως την αλαζονεία του «Μωυσή». Ορισμένοι όμως ήδη κινούνται με μακροπρόθεσμη στρατηγική την ενίσχυση της ευρύτερης κεντροαριστεράς ως τον εναλλακτικό πόλο.
Μέσα σε αυτό το ευρύτερο πλαίσιο και καθώς το απαξιωμένο επιτελικό κράτος έχει καταστεί ανέκδοτο, η πρόβλεψη είναι ότι η νευρικότητα του πρωθυπουργού θα ενταθεί το προσεχές διάστημα.