5

3

1

0

Καταστροφική είναι και η φετινή χρονιά για τον ελληνικό τουρισμό, αν και η κυβέρνηση διαβεβαίωνε πριν από την έναρξη της πως η φετινή τουριστική σεζόν θα ήταν μία οικονομική «ανάσα» για εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένους που επλήγησαν μετά από έναν χρόνο lockdown.

Βασικές αιτίες η άκαμπτη στάση της Βρετανίας και η άρνησή της να επιτρέψει στους πολίτες της να κάνουν διακοπές στο εξωτερικό, καθώς επίσης και μάλλον αρνητική στάση που κρατούν απέναντι στην Ελλάδα, Ρώσοι και Σκανδιναβοί.

Η κατάσταση μάλιστα περιγράφεται μάλλον απαισιόδοξα από τον ΣΕΤΕ, που με επιστολή στους υπουργούς Οικονομικών και Εργασίας, σημειώνει χαρακτηριστικά ότι «βρισκόμαστε στα μέσα Ιουνίου και λόγω των περιορισμών που έχουν επιβληθεί εξαιτίας της πανδημίας του Covid-19, ο τουρισμός τυπικά μόνο έχει επανεκκινήσει, αφού βασικές μας αγορές όπως η Βρετανική, η Ρωσική και οι Σκανδιναβικές, παραμένουν κλειστές».

Το γεγονός ότι η κατάσταση αρχίζει και γίνεται προβληματική, φαίνεται και από την παρέμβαση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη προς τον ομόλογό του της Μ. Βρετανίας Μπόρις Τζόνσον, ώστε η Ελλάδα να περάσει άμεσα στη πράσινη ζώνη, δείχνουν ότι ο τουρισμός εφέτος έχει κάνει ποδαρικό με το αριστερό.

Χθες (14.06.2021) μάλιστα έγινε γνωστό ότι η TUI UK, ο βραχίονας της γερμανικής TUI AG που παρέχει υπηρεσίες σε Βρετανούς πολίτες, ανακοίνωσε πως παγώνει τις πωλήσεις ταξιδιωτικών προγραμμάτων έως και τις 11 Ιουλίου στην Βρετανία εξαιτίας της συνεχιζόμενης αβεβαιότητας που προκαλεί η πολιτική της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου για τα διεθνή ταξίδια.

Όπως ήταν φυσικό άλλωστε από τις ακυρώσεις του βρετανικού τουριστικού γραφείου επηρεάζονται και ελληνικοί προορισμοί και ειδικότερα Ζάκυνθος, στην οποία υπάρχει πάγωμα κρατήσεων έως και τις 28 Ιουνίου.

Για τους άλλους προορισμούς που προτιμούσαν οι Άγγλοι, Χανιά, Καβάλα, Κεφαλονιά, Μύκονος, Πρέβεζα, Σάμος, Σαντορίνη, Σκιάθος και Θεσσαλονίκη, το πάγωμα επεκτείνει έως και τις 4 Ιουλίου.

Η βρετανική αγορά είναι η δεύτερη σημαντικότερη για τον ελληνικό τουρισμό μετά τη Γερμανία, καθώς από εκεί η χώρα μας προσέλκυσε 3,5 εκατομμύρια ταξιδιώτες το 2019 και ένα εκατομμύριο πέρυσι, που έφεραν 2,5 δισ. και 749 εκατ. εισπράξεις, το 2019 και 2020 αντίστοιχα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος.

Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι ότι δεν είναι λίγες εκείνες οι μονάδες που ακόμη παραμένουν κλειστές, αν και οι εκτιμήσεις των παραγόντων της αγοράς ήταν ότι ήδη σχεδόν όλες θα ήταν εν λειτουργία.

Παρέμβαση Μητσοτάκη

Μπροστά στο αυτό τη ζοφερή κατάσταση που πάει να δημιουργηθεί ο πρωθυπουργός στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ, είχε την ευκαιρία και ζήτησε από τον Μπόρις Τζόνσον, ουσιαστικά να αλλάξει στάση. Ο Κ. Μητσοτάκης ενημέρωσε τον Μπ.Τζόνσον για τη θετική επιδημιολογική πορεία της Ελλάδος και σημείωσε ότι κατά τη γνώμη του, επιτρέπει την άρση των περιορισμών, από τη βρετανική κυβέρνηση, για τις επισκέψεις Βρετανών τουριστών στην Ελλάδα. Παράλληλα, ο πρωθυπουργός ζήτησε να μη γίνεται διάκριση των ευρωπαϊκών χωρών από το Ηνωμένο Βασίλειο.
Ο ΣΕΤΕ ζητά επέκταση της στήριξης

Στο μεταξύ στην επιστολή του ο ΣΕΤΕ προς τους αρμόδιους υπουργούς τονίζεται μεταξύ των άλλων ότι «οι κρατήσεις είναι «περιορισμένες» και άγνωστο παραμένει αν ακόμη και αυτές μετουσιωθούν σε πραγματικές αφίξεις, αφού ακόμα δεν γνωρίζουμε τις προθέσεις των ανωτέρω αγορών, ούτε τα χρονοδιαγράμματα και τις προϋποθέσεις που αυτές θα λειτουργήσουν. Κατ’ επανάληψη άλλωστε, στις μεταξύ μας συναντήσεις, σας έχω τονίσει ότι η επανεκκίνηση του τουρισμού θα έχει σημαντική χρονοκαθυστέρηση, αφού πάνω από το 90% του τουριστικού εισοδήματος το 2019 ήταν εισόδημα από το εξωτερικό».

Επίσης ζητάει το ΣΥΝ – ΕΡΓΑΣΙΑ να συνεχιστεί για τις ξενοδοχειακές μονάδες που λειτουργούν 12 μήνες και τονίζει ότι «από την 1η Ιουλίου που έχει ανακοινωθεί πως θα σταματήσει το μέτρο των αναστολών των συμβάσεων εργασίας, να συνεχίσουν να λειτουργούν με αμφίβολα έσοδα, χωρίς το απολύτως αναγκαίο δίχτυ προστασίας των επιδοτούμενων εισφορών του ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ, τουλάχιστον για το μέρος του προσωπικού που θα ενταχθεί σε αυτό».

Και η ανακοίνωση καταλήγει: «πρόκειται για επιχειρήσεις που έχουν συμπληρώσει ήδη 14 μήνες χωρίς ή με ελάχιστο αντικείμενο δραστηριότητας. Η μεγάλη πλειοψηφία αυτών παρουσίασε το έτος 2020 απώλεια τζίρου άνω του 70% και σήμερα ακόμα υπολειτουργούν, είναι δε άγνωστο αν και πότε στην πραγματικότητα θα επαναλειτουργήσουν – για τις επιχειρήσεις σε ορεινούς προορισμούς και στα αστικά κέντρα πιθανότατα αυτό δε θα συμβεί πριν από τον Σεπτέμβριο».

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.

Translate »