Οθωμανική επαρχία η χώρα ενώ ο Ερντογάν κλείνει τα νερά Τίγρη και Ευφράτη
Το Ιράκ παραμείνει μια ασταθής χώρα, οι μεγάλες περιφερειακές φιλοδοξίες της Τουρκίας δεν ελέγχονται και οι αναταραχές συνεχίζονται στη Μέση Ανατολή, καθώς ο Τ. Μπόλτον μίλησε για δημιουργία Κουρδικού κράτους σε Ιράκ και Συρία, προκαλώντας πανικό στην Άγκυρα.
Σπάνια, σε καιρούς ειρήνης, μια χώρα της περιοχής είχε επεκτείνει τη στρατιωτική, πολιτική, οικονομική και πολιτιστική της δύναμη πέρα από τα σύνορά της, τόσο μακριά και με τέτοιο ρυθμό όπως η Τουρκία τα τελευταία χρόνια.
Πριν από τρεις δεκαετίες, η ήπια δύναμη της Τουρκίας παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένη από τη διατήρηση των δεσμών της με τον δυτικό κόσμο, ενώ η στρατιωτική της δύναμη μπορούσε να λειτουργήσει μόνο στα στενά όρια του ΝΑΤΟ.
Τώρα, οι στρατιωτικές βάσεις, ο στρατός, το ναυτικό και τα πολεμικά αεροσκάφη της Τουρκίας δρουν στη Μέση Ανατολή, τον Περσικό Κόλπο, στο Κέρας της Αφρικής και της Βόρειας Αφρικής και όχι μόνο.
Η τουρκική πολιτική, οικονομική και πολιτιστική δύναμη είναι επίσης εμφανής σε όλες τις τουρκικές χώρες της Κεντρικής Ασίας και του Αζερμπαϊτζάν, καθώς και σε έθνη όπως το Πακιστάν.
Από τη βόρεια Συρία έως τη Λιβύη και από το Κατάρ έως την Σομαλία, η Τουρκία δραστηριοποιείται στην οικοδόμηση της στρατιωτικής της παρουσίας, επιδιώκοντας με επιθετικό τρόπο να προωθήσει την πολιτική και οικονομική της επιρροή μέσω της στρατιωτικής διπλωματίας και των επενδύσεων.
Ωστόσο, πουθενά ο τουρκικός στρατός δεν μπόρεσε να λειτουργήσει με μεγαλύτερη ένταση και με λιγότερους περιορισμούς από ό,τι στο βόρειο Ιράκ, κερδίζοντας από το πολιτικό χάος στην χώρα, μετά την εισβολή των ΗΠΑ στη χώρα στο 2003.
Ενώ η τακτική της Άγκυρας τα τελευταία χρόνια έχει προκαλέσει φόβο σε πολλές χώρες της περιοχής για την αυξανόμενη επιρροή της Τουρκίας, ένας συνδυασμός ιστορικών, γεωπολιτικών και παραγόντων ασφαλείας υποδηλώνει ότι η κλιμάκωση της δράσης της Τουρκίας στο Ιράκ, θα μπορούσε να μετατραπεί σε μια ευρύτερη στρατιωτική σύγκρουση μεγάλων διαστάσεων.
Ακόμη και πριν από την επίθεση τουρκικού μαχητικού F-16 την περασμένη εβδομάδα κατά ιρακινής στρατιωτικής συνοδείας που είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο δύο Ιρακινών ανωτάτων αξιωματικών του στρατού, η Τουρκία πραγματοποιούσε επιδρομές στο βόρειο Ιράκ, ισχυριζόμενη ότι η περιοχή αυτή αποτελούσε καταφύγιο για την κουρδική αντικυβερνητική ανταρτική ομάδα γνωστή ως PKK, ή Κουρδικό Εργατικό Κόμμα.
Στις 11 Αυγούστου, μια τουρκική αεροπορική επιδρομή στο βόρειο Ιράκ σκότωσε δύο υψηλόβαθμους αξιωματικούς της συνοριακής φρουράς του Ιράκ και τον οδηγό τους, σηματοδοτώντας τους πρώτους θανάτους Ιρακινών στελεχών από τότε που η Τουρκία ξεκίνησε τις διασυνοριακές επιχειρήσεις στην περιοχή.
Οι Ιρακινοί αξιωματούχοι δεν έδωσαν λεπτομέρειες για την επίθεση, αλλά τοπικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι η τουρκική επίθεση στόχευε ξεκάθαρα Ιρακινούς αξιωματικούς που θα συναντούσαν αντάρτες του ΡΚΚ για να προσπαθήσουν να ηρεμήσουν τις εντάσεις στην ορεινή περιοχή του Σιδάκαν βόρεια του Ερμπίλ.
Η ιρακινή κυβέρνηση χαρακτήρισε την επίθεση ως «κατάφωρη τουρκική επιθετικότητα» ενάντια στην κυριαρχία και το έδαφος του Ιράκ, και κάλεσε την Άγκυρα να διακόψει όλες τις στρατιωτικές της επιχειρήσεις στην περιοχή.
Το υπουργείο Εξωτερικών του Ιράκ κάλεσε δύο φορές τον Τούρκο πρέσβη στη Βαγδάτη και του επέδωσε νότα διαμαρτυρίας «έντονα διατυπωμένη ως μήνυμα ενάντια στην τουρκική επιθετικότητα».
Επίσης η ιρακινή κυβέρνηση είχε ακυρώσει μια προγραμματισμένη επίσκεψη του Τούρκου υπουργού Άμυνας Χουλούσι Ακάρ στη Βαγδάτη που επρόκειτο να πραγματοποιηθεί στις 13 Αυγούστου.
Η Τουρκία όμως απέρριψε τις διαμαρτυρίες του Ιράκ και ανακοίνωσε ότι θα συνεχίσει τις στρατιωτικές της επιχειρήσεις στη χώρα, οι οποίες κρίνονται από την ίδια ως «απαραίτητες για την ασφάλεια των συνόρων ανεξάρτητα από το πού αυτά βρίσκονται, λόγω της δράσης των Κούρδων».
Αιγυπτιακές πηγές αναφέρουν ότι, οι φιλοδοξίες της Τουρκίας στο βόρειο Ιράκ θα ξεπεράσουν κατά πολύ τον στόχο της «εξουδετέρωσης των τρομοκρατικών απειλών εναντίον της Τουρκίας», προκειμένου να διασφαλιστούν μακροπρόθεσμα στρατηγικά συμφέροντα, δημιουργώντας το πιο σημαντικό πλεονέκτημα καθώς διαμορφώνεται μια νέα περιφερειακή τάξη.
Το 2015, η Τουρκία δημιούργησε μια στρατιωτική βάση στην πόλη Μπασίκα κοντά στη Μοσούλη όπου στάλθηκαν περίπου 5.000 Τούρκοι στρατιώτες για να υποστηρίξουν και να εκπαιδεύσουν Σουνίτες μουσουλμάνους συμμάχους μετά την κατάληψη της επαρχίας από τους μαχητές του Ισλαμικού Κράτους.
Έκτοτε, η Άγκυρα διατήρησε την παρουσία της στη Μπασίκα, η οποία περιλαμβάνει τώρα 4 επιλαρχίες αρμάτων μάχης και πλήθος όπλων πυροβολικού και πεζικού.
Τον Ιούνιο, η Άγκυρα ξεκίνησε μια νέα επίγεια επίθεση που ονομάστηκε Επιχείρηση Claw-Tiger κατά την οποία τα τουρκικά στρατεύματα εισέβαλαν βαθύτερα στο Ιράκ. Το τουρκικό υπουργείο Άμυνας ανακοίνωσε ότι η επιχείρηση υποστηρίζεται από πολεμικά αεροσκάφη, ελικόπτερα και πυραύλους .
Αργότερα, ο τουρκικός στρατός ξεκίνησε μία ακόμη αεροπορική επίθεση στο βόρειο Ιράκ με την ονομασία Επιχείρηση Claw-Eagle με την οποία η Άγκυρα δήθεν έδινε απάντηση στην «αυξανόμενη παρενόχληση και απόπειρες επίθεσης» των τουρκικών στρατιωτικών βάσεων στην περιοχή.
Η Τουρκία ανακοίνωσε την «εξουδετέρωση» πολλών ανταρτών του ΡΚΚ στις επιχειρήσεις της αυτές στο βόρειο Ιράκ, αλλά υπήρξαν λίγες πληροφορίες από ανεξάρτητες πηγές σχετικά με τις δραστηριότητες των τουρκικών στρατευμάτων στην περιοχή.
Ωστόσο, ένας χάρτης που εκδόθηκε από την Τουρκική Διεύθυνση Επικοινωνιών τον περασμένο μήνα έδειξε 37 τουρκικές στρατιωτικές βάσεις και φυλάκια στο βόρειο Ιράκ, συμπεριλαμβανομένων τεσσάρων στο Ερμπίλ, Ντουκόκ, Σόραν και Ζάχο και άλλα στο Οροπέδιο Μαχούλ περίπου 200 χλμ βόρεια της Βαγδάτης.
Σε πολλές από τις τουρκικές επιχειρήσεις , ιρακινοί πολίτες φέρονται να σκοτώθηκαν, σπίτια καταστράφηκαν και μερικές φορές ολόκληρα χωριά ισοπεδώθηκαν από τουρκικούς βομβαρδισμούς ή αεροπορικές επιδρομές.
Η παρουσία μιας τόσο ισχυρής στρατιωτικής δύναμης από την Τουρκία αποσκοπεί στην πιθανή προσπάθεια της Άγκυρας να ελέγξει ακόμα και την εξουσία στην χώρα αυτή με έναν νέο πόλεμο.
Οι βασικοί παράγοντες είναι η ασταθής κατάσταση στο Ιράκ, που πολλοί μη κρατικοί φορείς και αντιπρόσωποι πολεμούν μεταξύ τους ανάμεσα σε ένα εύθραυστο ιρακινό κράτος, ενώ την ίδια στιγμή έχουμε μια ποικιλία περιφερειακών και διεθνών δυνάμεων που κοντράρονται και αυτές για τον έλεγχο της χώρας.
Εφόσον ισχύουν αυτοί οι παράγοντες, η πιθανότητα της τουρκικής συγκέντρωσης θα κλιμακωθεί σε μια ευρύτερη αντιπαράθεση μεταξύ Τουρκίας και Ιράκ, παραμένοντας μια άκρως επικίνδυνη προοπτική τους επόμενους μήνες.
Το Ιράκ διαμαρτύρεται ενάντια στην επιθετικότητα της Τουρκίας, ενώ ταυτόχρονα διεξάγει μια διπλωματική εκστρατεία για να ζητήσει υποστήριξη από τα αραβικά έθνη, καθώς ανέστειλε πρόγραμμα χορήγησης βίζας με την Τουρκία για τους Τούρκους επισκέπτες στην χώρα.
Οι ιρακινοί αξιωματούχοι έχουν επίσης δηλώσει ότι θα διακόψουν τις εισαγωγές από την Τουρκία, τον δεύτερο μεγαλύτερο προμηθευτή αγαθών του Ιράκ με εξαγωγές ύψους 13 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Το Ιράκ έχει ήδη αναστείλει σχέδια για άνοιγμα δεύτερου σημείου διέλευσης με την Άγκυρα η οποία ήλπιζε ότι θα ενίσχυε το διμερές εμπόριο στο επίπεδο των 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως.
Οι ιρακινές πολιτικές ομάδες έχουν εντείνει τη ρητορική τους εναντίον της Τουρκίας, απαιτώντας πιο προληπτική διπλωματία από την κυβέρνησή τους και μια στρατιωτική απάντηση σε αυτό που έχουν χαρακτηρίσει ως επαναλαμβανόμενες επιθέσεις της Άγκυρας.
Ο ιρακινός στρατός έχει επίσης προειδοποιήσει ότι υπάρχει μια στρατιωτική επιλογή. “Η Κοινή Διοίκηση Επιχειρήσεων έχει τις ικανότητες και τις στρατιωτικές δυνατότητες να υπερασπιστεί την ασφάλεια και την κυριαρχία της χώρας μόλις δοθούν εντολές”, ανέφερε σε δήλωση ο Tahseen Al-Khafaji, εκπρόσωπος του ιρακινού στρατού.
Η Άγκυρα την ίδια στιγμή, συνεχίζει να ελέγχει τα νερά από τους ποταμούς Ευφράτη και Τίγρη, τα οποία πηγάζουν από το τουρκικό έδαφος, επηρεάζοντας άμεσα τις ροές νερού στο Ιράκ και αυξάνοντας έτσι την πίεση στη χώρα.
Επιπλέον, η Άγκυρα συνεχίζει να φιλοξενεί και να βοηθά τους δυσαρεστημένους Ιρακινούς Σουνίτες Άραβες πολιτικούς σε μια προσπάθεια να αναμιχθεί στις εσωτερικές υποθέσεις του Ιράκ.
Η στάση της Άγκυρας είναι σύμφωνη με την πολιτική του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο Ιράκ, η οποία υπερβαίνει την καταπολέμηση του ΡΚΚ για την προώθηση της ατζέντας του για την Τουρκία ως μια «περιφερειακή δύναμη» στη Μέση Ανατολή.
Ο Ερντογάν επικαλέστηκε στο παρελθόν το Misak-i Milli (Εθνικό Σύμφωνο), ένα τουρκικό έγγραφο του 1920 που ισχυριζόταν ότι μεγάλο μέρος του βόρειου Ιράκ ήταν το βιλαέτι της Μοσούλης, μια επαρχία, υπό τον έλεγχο της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και έτσι την βλέπει ο ίδιος και σήμερα.
Η Άγκυρα «άνοιξε» μόνη της δεκάδες μέτωπα κάνοντας πολλούς εχθρούς και επιταχύνοντας το τέλος μιας χώρας που μόνο καταστροφές και γενοκτονίες έχει δυστυχώς να προσφέρει στην ανθρωπότητα.