Το πτώμα της βρέθηκε δυο μήνες αργότερα από τρεις φοιτητές που πήγαν για ψάρεμα στη Ανάβυσσο
Μια φήμη που διέδωσε για μια συνάδεφλό της προκειμένου να αυξήσει την δική της πελατεία, οδήγησε στο θάνατο ένα 23χρονο κορίτσι. «Έχει αφροδίσια, μην την πλησιάζετε» έλεγε στους πελάτες η Θεοδώρα για να βρεθεί τελικά στραγγαλισμένη από την «αντίζηλό» της και τον άνδρα της.
Η Ευγενία με τη Θεοδώρα ήταν φίλες. Έκαναν παρέα μεταξύ τους και πολλές φορές πήγαιναν στα κέντρα μαζί με το σύζυγό της Ευγενίας. Οι δύο γυναίκες δούλευαν στην ίδια πιάτσα, σε καφετέρια της πλατείας Ομονοίας. Έκαναν δηλαδή παρέα με άντρες και κέρδιζαν 2000 έως 3000 δρχ την ημέρα. Η δουλειά τους ξεκινούσε συνήθως τις 11 το βράδυ και τελείωνε στις 8 το πρωί.
Από τα τέλη Νοεμβρίου του 1977, η Θεοδώρα για να κερδίσει περισσότερα χρήματα άρχισε να διαδίδει στους πελάτες της ότι η Ευγενία είχε αφροδίσιο νόσημα και ότι κινδυνεύουν να κολλήσουν κι αυτή εάν ερχόταν σε επαφή μαζί της. Οι άντρες που κάνουν παρέα με τις γυναίκες αυτές, μετέφεραν την πληροφορία ένας στον άλλο για την πάθηση της Ευγενίας και σιγά-σιγά άρχισαν να την αποφεύγουν. Έτσι οι παρέες της Ευγενίας λιγόστευαν και κατά συνέπεια οι εισπράξεις της. Όμως η νεαρή ιερόδουλη δεν άργησε να μάθει το μυστικό της «αναδουλειάς» της και συζητώντας με τον άντρα της που υπηρετούσε ως κελευστής στο ναυτικό, αποφάσισαν να πληρώσει η Θεοδώρα για το «σαμποτάζ» που έκανε. Το τίμημα θα ήταν η ζωή της.
Το ζευγάρι αποφάσισε να την βγάλει από τη μέση και να πετάξει το πτώμα της στη θάλασσα. Από την στιγμή που συνέλαβαν το σχέδιο τους άρχισαν να πλευρίζουν ακόμη περισσότερο την Θεοδώρα και να βγαίνουν έξω μαζί της. Της έδειχναν καλοσύνη και αγάπη που έκανε μεγάλη εντύπωση ακόμα και στο ίδιο το θύμα. Τις τελευταίες ημέρες, στις κοινές εξόδους με το ζευγάρι, την Θεοδώρα συνόδευε ο φίλος της Μανώλης, με τον οποίο συζούσε στο σπίτι του στην Πετρούπολη.
Το ζευγάρι πραγματοποίησε δύο αναγνωριστικές επισκέψεις στις 5 και 6 Δεκεμβρίου στο σπίτι της Θεοδώρας στην Πετρούπολη. Δεν μπήκαν ποτέ μέσα αλλά απλώς το περιεργαζόταν απέξω. Στις 7 Δεκεμβρίου πήγαν στην Πετρούπολη αποφασισμένοι πια να την σκοτώσουν μέσα στο σπίτι της. Ωστόσο, φτάνοντας βρήκαν μέσα το σύντροφό της Μανώλη, οπότε και ματαίωσαν αυτόματα το σχέδιο τους. Αναγκαστικά κάθισαν στο σπίτι της Θεοδώρας, έφαγαν, ήπιαν και συμφώνησαν την επόμενη μέρα, να συναντηθούν γύρω στις οχτώ το πρωί προκειμένου να πάνε εκδρομή. Στην εξόρμηση αυτή ο Μανώλης δεν θα συμμετείχε επειδή δούλευε και δεν μπορούσε να πάει μαζί τους.
Το πρωινό της 8ης Δεκεμβρίου 1977 η Ευγενία πήγε στο σπίτι της Θεοδώρας στην Πετρούπολη και την πήρε με σκοπό να πάνε βόλτα. Από την Πετρούπολη έφτασαν στην Ομόνοια όπου κάθισαν για λίγο στην καφετέρια «Άστυ». Η Ευγενία είπε στην Θεοδώρα ότι σε λίγο θα περνούσε από την καφετέρια ο άντρας της ο Γιώργος με το αυτοκίνητο για να την πάρει και να έρθει στο σπίτι, ενώ η ίδια έφυγε νωρίτερα για να μαγειρέψει. Έτσι και έγινε. Αφού γευμάτισαν γύρω στις τρεις το μεσημέρι έφυγαν και οι τρεις μαζί από το σπίτι προκειμένου να πάνε μια βόλτα στα παραλία της Αττικής. Πήγαν στο Κορωπί, το Λαύριο, το Σούνιο, την Ανάβυσσο και κάνοντας τον κύκλο αυτό, επέστρεψαν στο σπίτι του ζευγαριού στην Καλλιθέα.
Για την Θεοδώρα αυτή διαδρομή αποτελούσε εκδρομή, αλλά για το ζευγάρι είχε διαφορετικό σκοπό. Η ευγένεια και ο Γιώργος έψαχναν να βρουν τοποθεσία για να πετάξουν το πτώμα της Θεοδώρας, ώστε να μην το βρει κανένας. Το σατανικό ζευγάρι βρήκε το σημείο που έψαχνε στο 56ο χιλιόμετρο της παραλιακής οδού Αθηνών – Σουνίου κοντά στην Ανάβυσσο. Όταν επέστρεψαν και οι τρεις στο υπόγειο διαμέρισμα της Καλλιθέας ο Γιώργος έστειλε την Ευγενία στο περίπτερο να πάρει ξυραφάκια. «Πάρε ένα μπουκάλι οινόπνευμα και για μένα για να ανάβω την σόμπα στο σπίτι μου» είπε η Θεοδώρα.
Μόλις η Ευγενία έφυγε από το σπίτι ο Γιώργος πρότεινε στην Θεοδώρα να κάνουν έρωτα και συγχρόνως την έπιασε από το λαιμό. Λίγο αργότερα, όταν επέστρεψε η Ευγενία βρήκε τον άντρα της να ‘χει ρίξει κάτω στο δάπεδο τη Θεοδώρα και να σφίγγει το λαιμό της. Πλησίασε και ψιθύρισε στο αυτί της: «Μωρή γιατί μου το κάνεις αυτό; Γιατί μου κόψες στη δουλειά; Για όλα όσα παθαίνεις φταίει το κεφάλι σου!». Ο Γιώργος είπε αμέσως την Ευγενία να πάει να φέρει το σκοινί που απλώνουν τα ρούχα. Εκείνη έτρεξε στο μπάνιο υπογείου διαμερίσματος πήρε το σκοινί και οι δυο τους μαζί στραγγάλισαν την ατυχή Θεοδώρα.
Μόλις διαπίστωσαν ότι η καρδιά της έπαψε να χτυπά, την έδεσαν χειροπόδαρα με σκοινί και την τύλιξαν με μία κουβέρτα την οποία έδεσαν και αυτή. Άρχισαν αναζητούν ένα τσουβάλι για να βάλουν μέσα το πτώμα, αλλά επειδή δεν έβρισκαν αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν το στρώμα του κρεβατιού του μικρού τους γιου, τον οποίο είχαν στείλει τότε στην μαμά του Γιώργου σε ένα χωριό της Πάτρας. Άδειασαν το στρώμα και μέσα στο κάλυμμα τοποθέτησαν το πτώμα της Θοδώρας και το έραψαν. Πήραν το τσουβαλιασμένο πτώμα και το έβαλαν στο πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου με προορισμό την Ανάβυσσο. Μόλις έφτασαν στο σημείο που είχαν προαποφασίσει ότι θα την πετάξουν, σταμάτησαν σε ένα πρόχειρο πάρκινγκ που υπάρχει εκεί, άνοιξαν το πορτ μπαγκάζ και την πέταξαν από το γκρεμό με στόχο να φτάσει στη θάλασσα. Για κακή τους τύχη το πτώμα «σκάλωσε» σε μια λακκούβα και δεν έφτασε ποτέ στον τελικό του προορισμό.
Το επόμενο πρωί έφυγαν για την Πάτρα, προκειμένου να δουν το παιδί τους. Επέστρεψαν στην Αθήνα το πρωινό του Σαββάτου και ο Γιώργος έφυγε για την μονάδα του, ενώ η Ευγενία την Δευτέρα το πρωί πήγε στο νοσοκομείο για θεραπεία, επειδή είχε διαγνωστεί με κονδυλώματα, γράφει η Σοφία Σπίγγου για το newsbomb. gr
Η εξαφάνιση της Θεοδώρας θα δηλωθεί μία βδομάδα αργότερα στις αστυνομικές αρχές από την μητέρα της Ελένη, την αδερφή της και το φίλο της Μανώλη. Το πτώμα της βρέθηκε δυο μήνες αργότερα από τρεις φοιτητές που πήγαν για ψάρεμα στη Ανάβυσσο. Η αστυνομία θα στρέψει αρχικά τις υποψίες της στο σύντροφό της Μανώλη, γιατί είχε αργήσει να δηλώσει την εξαφάνιση της. Μάλιστα είχε προσπαθήσει μόνος του να την βρει μαζί με ένα φιλικό ζευγάρι. Οι αστυνομικοί που δεν τον πίστεψαν ζήτησαν τα στοιχεία του φιλικού ζευγαριού. Ο Μανώλης θα τους μιλήσει για το Γιώργο και την Ευγενία, που γνώριζαν πολύ καλά το θύμα. Αν και αρχικά το σατανικό ζευγάρι δεν είχε κίνηση τις υποψίες της αστυνομίας, υπήρξε ένα στοιχείο που πρόδωσε τους δράστες. Το ύφασμα μέσα στο οποίο βρέθηκε τυλιγμένο το πτώμα προερχόταν από ένα παιδικό στρώμα και αυτό το ζευγάρι είχε έναν γιο δυο χρόνων.
Οι αστυνομικοί πήγαν στο σπίτι του ζευγαριού στην Καλλιθέα αλλά δε βρήκα κανέναν εκεί, αφού είχαν προλάβει να μετακομίσουν στην νέα Σμύρνη. Όταν τελικά τους βρήκαν και ζήτησαν να δουν το κρεβάτι του παιδιού εκείνοι απάντησαν πως το είχαν στείλει στην Πάτρα, αλλά όταν ανακρίθηκαν οι παππούδες, δεν ήξεραν τι να πουν για το κρεβάτι. Πλέον οι αρχές είχαν βεβαιωθεί ότι το ζευγάρι βρισκόταν πίσω από τη δολοφονία της Θεοδώρας, αλλά τα στοιχεία δεν έφταναν για να τους συλλάβουν. Λίγες μέρες αργότερα προσήγαγαν μόνο την Ευγενία και την έκαναν να μιλήσει. «Την σκοτώσαμε λόγω επαγγελματικού ανταγωνισμού» είπε στους αστυνομικούς.
Από την άλλη πλευρά, ο Γιώργος επί 14 ώρες δεν παραδεχόταν το έγκλημα. Τελικά, με χαμηλωμένο το κεφάλι, για να δικαιολογηθεί είπε στον εισαγγελέα ότι έστειλε τη γυναίκα του στο περίπτερο για να μπορέσει να μιλήσει με τη Θεοδώρα, και να της ζητήσει να μην διαβάλλει την Ευγενία στους πελάτες. «Εκείνη όμως με έβρισε. Τότε εγώ εξοργιστικά και την στραγγάλισα» είπε.
Το σατανικό ζευγάρι καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, δίχως να λάβει ελαφρυντικά για το έγκλημα του.
Το πτώμα της βρέθηκε δυο μήνες αργότερα από τρεις φοιτητές που πήγαν για ψάρεμα στη Ανάβυσσο
Μια φήμη που διέδωσε για μια συνάδεφλό της προκειμένου να αυξήσει την δική της πελατεία, οδήγησε στο θάνατο ένα 23χρονο κορίτσι. «Έχει αφροδίσια, μην την πλησιάζετε» έλεγε στους πελάτες η Θεοδώρα για να βρεθεί τελικά στραγγαλισμένη από την «αντίζηλό» της και τον άνδρα της.
Η Ευγενία με τη Θεοδώρα ήταν φίλες. Έκαναν παρέα μεταξύ τους και πολλές φορές πήγαιναν στα κέντρα μαζί με το σύζυγό της Ευγενίας. Οι δύο γυναίκες δούλευαν στην ίδια πιάτσα, σε καφετέρια της πλατείας Ομονοίας. Έκαναν δηλαδή παρέα με άντρες και κέρδιζαν 2000 έως 3000 δρχ την ημέρα. Η δουλειά τους ξεκινούσε συνήθως τις 11 το βράδυ και τελείωνε στις 8 το πρωί.
Από τα τέλη Νοεμβρίου του 1977, η Θεοδώρα για να κερδίσει περισσότερα χρήματα άρχισε να διαδίδει στους πελάτες της ότι η Ευγενία είχε αφροδίσιο νόσημα και ότι κινδυνεύουν να κολλήσουν κι αυτή εάν ερχόταν σε επαφή μαζί της. Οι άντρες που κάνουν παρέα με τις γυναίκες αυτές, μετέφεραν την πληροφορία ένας στον άλλο για την πάθηση της Ευγενίας και σιγά-σιγά άρχισαν να την αποφεύγουν. Έτσι οι παρέες της Ευγενίας λιγόστευαν και κατά συνέπεια οι εισπράξεις της. Όμως η νεαρή ιερόδουλη δεν άργησε να μάθει το μυστικό της «αναδουλειάς» της και συζητώντας με τον άντρα της που υπηρετούσε ως κελευστής στο ναυτικό, αποφάσισαν να πληρώσει η Θεοδώρα για το «σαμποτάζ» που έκανε. Το τίμημα θα ήταν η ζωή της.
Το ζευγάρι αποφάσισε να την βγάλει από τη μέση και να πετάξει το πτώμα της στη θάλασσα. Από την στιγμή που συνέλαβαν το σχέδιο τους άρχισαν να πλευρίζουν ακόμη περισσότερο την Θεοδώρα και να βγαίνουν έξω μαζί της. Της έδειχναν καλοσύνη και αγάπη που έκανε μεγάλη εντύπωση ακόμα και στο ίδιο το θύμα. Τις τελευταίες ημέρες, στις κοινές εξόδους με το ζευγάρι, την Θεοδώρα συνόδευε ο φίλος της Μανώλης, με τον οποίο συζούσε στο σπίτι του στην Πετρούπολη.
Το ζευγάρι πραγματοποίησε δύο αναγνωριστικές επισκέψεις στις 5 και 6 Δεκεμβρίου στο σπίτι της Θεοδώρας στην Πετρούπολη. Δεν μπήκαν ποτέ μέσα αλλά απλώς το περιεργαζόταν απέξω. Στις 7 Δεκεμβρίου πήγαν στην Πετρούπολη αποφασισμένοι πια να την σκοτώσουν μέσα στο σπίτι της. Ωστόσο, φτάνοντας βρήκαν μέσα το σύντροφό της Μανώλη, οπότε και ματαίωσαν αυτόματα το σχέδιο τους. Αναγκαστικά κάθισαν στο σπίτι της Θεοδώρας, έφαγαν, ήπιαν και συμφώνησαν την επόμενη μέρα, να συναντηθούν γύρω στις οχτώ το πρωί προκειμένου να πάνε εκδρομή. Στην εξόρμηση αυτή ο Μανώλης δεν θα συμμετείχε επειδή δούλευε και δεν μπορούσε να πάει μαζί τους.
Το πρωινό της 8ης Δεκεμβρίου 1977 η Ευγενία πήγε στο σπίτι της Θεοδώρας στην Πετρούπολη και την πήρε με σκοπό να πάνε βόλτα. Από την Πετρούπολη έφτασαν στην Ομόνοια όπου κάθισαν για λίγο στην καφετέρια «Άστυ». Η Ευγενία είπε στην Θεοδώρα ότι σε λίγο θα περνούσε από την καφετέρια ο άντρας της ο Γιώργος με το αυτοκίνητο για να την πάρει και να έρθει στο σπίτι, ενώ η ίδια έφυγε νωρίτερα για να μαγειρέψει. Έτσι και έγινε. Αφού γευμάτισαν γύρω στις τρεις το μεσημέρι έφυγαν και οι τρεις μαζί από το σπίτι προκειμένου να πάνε μια βόλτα στα παραλία της Αττικής. Πήγαν στο Κορωπί, το Λαύριο, το Σούνιο, την Ανάβυσσο και κάνοντας τον κύκλο αυτό, επέστρεψαν στο σπίτι του ζευγαριού στην Καλλιθέα.
Για την Θεοδώρα αυτή διαδρομή αποτελούσε εκδρομή, αλλά για το ζευγάρι είχε διαφορετικό σκοπό. Η ευγένεια και ο Γιώργος έψαχναν να βρουν τοποθεσία για να πετάξουν το πτώμα της Θεοδώρας, ώστε να μην το βρει κανένας. Το σατανικό ζευγάρι βρήκε το σημείο που έψαχνε στο 56ο χιλιόμετρο της παραλιακής οδού Αθηνών – Σουνίου κοντά στην Ανάβυσσο. Όταν επέστρεψαν και οι τρεις στο υπόγειο διαμέρισμα της Καλλιθέας ο Γιώργος έστειλε την Ευγενία στο περίπτερο να πάρει ξυραφάκια. «Πάρε ένα μπουκάλι οινόπνευμα και για μένα για να ανάβω την σόμπα στο σπίτι μου» είπε η Θεοδώρα.
Μόλις η Ευγενία έφυγε από το σπίτι ο Γιώργος πρότεινε στην Θεοδώρα να κάνουν έρωτα και συγχρόνως την έπιασε από το λαιμό. Λίγο αργότερα, όταν επέστρεψε η Ευγενία βρήκε τον άντρα της να ‘χει ρίξει κάτω στο δάπεδο τη Θεοδώρα και να σφίγγει το λαιμό της. Πλησίασε και ψιθύρισε στο αυτί της: «Μωρή γιατί μου το κάνεις αυτό; Γιατί μου κόψες στη δουλειά; Για όλα όσα παθαίνεις φταίει το κεφάλι σου!». Ο Γιώργος είπε αμέσως την Ευγενία να πάει να φέρει το σκοινί που απλώνουν τα ρούχα. Εκείνη έτρεξε στο μπάνιο υπογείου διαμερίσματος πήρε το σκοινί και οι δυο τους μαζί στραγγάλισαν την ατυχή Θεοδώρα.
Μόλις διαπίστωσαν ότι η καρδιά της έπαψε να χτυπά, την έδεσαν χειροπόδαρα με σκοινί και την τύλιξαν με μία κουβέρτα την οποία έδεσαν και αυτή. Άρχισαν αναζητούν ένα τσουβάλι για να βάλουν μέσα το πτώμα, αλλά επειδή δεν έβρισκαν αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν το στρώμα του κρεβατιού του μικρού τους γιου, τον οποίο είχαν στείλει τότε στην μαμά του Γιώργου σε ένα χωριό της Πάτρας. Άδειασαν το στρώμα και μέσα στο κάλυμμα τοποθέτησαν το πτώμα της Θοδώρας και το έραψαν. Πήραν το τσουβαλιασμένο πτώμα και το έβαλαν στο πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου με προορισμό την Ανάβυσσο. Μόλις έφτασαν στο σημείο που είχαν προαποφασίσει ότι θα την πετάξουν, σταμάτησαν σε ένα πρόχειρο πάρκινγκ που υπάρχει εκεί, άνοιξαν το πορτ μπαγκάζ και την πέταξαν από το γκρεμό με στόχο να φτάσει στη θάλασσα. Για κακή τους τύχη το πτώμα «σκάλωσε» σε μια λακκούβα και δεν έφτασε ποτέ στον τελικό του προορισμό.
Το επόμενο πρωί έφυγαν για την Πάτρα, προκειμένου να δουν το παιδί τους. Επέστρεψαν στην Αθήνα το πρωινό του Σαββάτου και ο Γιώργος έφυγε για την μονάδα του, ενώ η Ευγενία την Δευτέρα το πρωί πήγε στο νοσοκομείο για θεραπεία, επειδή είχε διαγνωστεί με κονδυλώματα, γράφει η Σοφία Σπίγγου για το newsbomb. gr
Η εξαφάνιση της Θεοδώρας θα δηλωθεί μία βδομάδα αργότερα στις αστυνομικές αρχές από την μητέρα της Ελένη, την αδερφή της και το φίλο της Μανώλη. Το πτώμα της βρέθηκε δυο μήνες αργότερα από τρεις φοιτητές που πήγαν για ψάρεμα στη Ανάβυσσο. Η αστυνομία θα στρέψει αρχικά τις υποψίες της στο σύντροφό της Μανώλη, γιατί είχε αργήσει να δηλώσει την εξαφάνιση της. Μάλιστα είχε προσπαθήσει μόνος του να την βρει μαζί με ένα φιλικό ζευγάρι. Οι αστυνομικοί που δεν τον πίστεψαν ζήτησαν τα στοιχεία του φιλικού ζευγαριού. Ο Μανώλης θα τους μιλήσει για το Γιώργο και την Ευγενία, που γνώριζαν πολύ καλά το θύμα. Αν και αρχικά το σατανικό ζευγάρι δεν είχε κίνηση τις υποψίες της αστυνομίας, υπήρξε ένα στοιχείο που πρόδωσε τους δράστες. Το ύφασμα μέσα στο οποίο βρέθηκε τυλιγμένο το πτώμα προερχόταν από ένα παιδικό στρώμα και αυτό το ζευγάρι είχε έναν γιο δυο χρόνων.
Οι αστυνομικοί πήγαν στο σπίτι του ζευγαριού στην Καλλιθέα αλλά δε βρήκα κανέναν εκεί, αφού είχαν προλάβει να μετακομίσουν στην νέα Σμύρνη. Όταν τελικά τους βρήκαν και ζήτησαν να δουν το κρεβάτι του παιδιού εκείνοι απάντησαν πως το είχαν στείλει στην Πάτρα, αλλά όταν ανακρίθηκαν οι παππούδες, δεν ήξεραν τι να πουν για το κρεβάτι. Πλέον οι αρχές είχαν βεβαιωθεί ότι το ζευγάρι βρισκόταν πίσω από τη δολοφονία της Θεοδώρας, αλλά τα στοιχεία δεν έφταναν για να τους συλλάβουν. Λίγες μέρες αργότερα προσήγαγαν μόνο την Ευγενία και την έκαναν να μιλήσει. «Την σκοτώσαμε λόγω επαγγελματικού ανταγωνισμού» είπε στους αστυνομικούς.
Από την άλλη πλευρά, ο Γιώργος επί 14 ώρες δεν παραδεχόταν το έγκλημα. Τελικά, με χαμηλωμένο το κεφάλι, για να δικαιολογηθεί είπε στον εισαγγελέα ότι έστειλε τη γυναίκα του στο περίπτερο για να μπορέσει να μιλήσει με τη Θεοδώρα, και να της ζητήσει να μην διαβάλλει την Ευγενία στους πελάτες. «Εκείνη όμως με έβρισε. Τότε εγώ εξοργιστικά και την στραγγάλισα» είπε.
Το σατανικό ζευγάρι καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, δίχως να λάβει ελαφρυντικά για το έγκλημα του.