Ο Αισχύλος έλεγε «θα μάθεις σαν πάθεις». Μαθαίνουμε και εμείς μέσα από τις αναστραμμένες προοπτικές της πολιτικής και πολιτισμικής μας εξέλιξης. Ο κ. Μητσοτάκης βρήκε ένα καινούργιο όρο για να βαφτίσει τους ανεμβολίαστους, τους ονόμασε τζαμπατζήδες. Το παράδοξο είναι ότι ηγείται ενός κόμματος που χρωστάει στις τράπεζες και για να ξεχρεώσει θα απαιτηθούν πολλά χρόνια.
Άρα κ. Μητσοτάκη ποιοι είναι οι τζαμπατζήδες;
Την ίδια στιγμή συνεχίζει να κτίζει «λοιμοκαθαρτήρια» μ’ ένα σύγχρονο τρόπο, όχι όπως παλιά δηλαδή ως απομονωμένα στρατόπεδα αλλά στην προοπτική της καθημερινής πολιτικό-κοινωνικής παλίρροιας αφαιρώντας δικαιώματα από όσους αρνούνται να εμβολιαστούν.
Όλα θα αφορούν στο εξής τη στάμπα ενός κωδικού, ενός green pass. Από κοντά σ’ αυτή την υπόθεση και η Εκκλησία που σιγοντάρει στη βουλητικότητα της κυβερνώσας τάξης .
Κάποιος μητροπολίτης που θεωρείται μελλοντικά από τους μνηστήρες της κατάληψης του «αρχιεπισκοπικού θώκου», φαίνεται πως όψιμα κατανόησε τον χριστιανικό μεταχιλιασμό του 19ου αιώνα που έλεγε ότι η ανθρωπότητα είναι εγγενώς προοδευτικό είδος της μίξης μεταξύ θεϊκής και τεχνικής εξέλιξης. Έτσι σύμφωνα πάντα με τον μητροπολίτη ο ανεμβολίαστος είναι αμαρτωλός.
Η Εκκλησία πάει ολοταχώς σε πρωτόγνωρη κρίση. Μέσα στη στατικότητα κάποιου νοητικού ενισμού της, που είναι απόρροια της ιδιοτελούς και ιδιωφελούς πορείας της, θα πείσει με τη στάση της όλους τους ορθόδοξους χριστιανούς ότι ο διαχωρισμός της από το κράτος είναι πλέον αναγκαίος. Αλλά υπάρχει και κάτι ακόμη που έχει ξεκινήσει σιγά, σιγά, να δένεται και είναι το λυκόφως και το λυκαυγές ενός εκκλησιαστικού ορθόδοξου ελληνικού σχίσματος.
Αυτό το έχουν κατανοήσει κάποιοι αρχιερείς; Γνωρίζουν ότι πάνε σε νερά αχαρτογράφητα και σε κοφτερά βράχια;
Και μέσα σ’ όλα αυτά μια βουλευτής του ΚΚΕ- σε τηλεοπτικό κανάλι που μαστιγώνει τα αφτιά μας με τη μητσοτάκεια προπαγάνδα, αλλά και δέρνει πολίτες στο δρόμο – με οραματικούς σπασμούς και με τα μαρξιστικά οστεοφυλάκια, για μια ακόμη φορά μας έκανε μάθημα προοδευτικής αποβιταμίνωσης.
Μας είπε λοιπόν ποιον εξυπηρετεί η κατάσταση, κρατώντας όμως τις ισορροπίες μέσα από τη διαφωνούσα συμφωνία της (παλιά μου τέχνη κόσκινο για το ΚΚΕ) επιδοκιμάζοντας την τεχνικοεπιστημονική διευθέτηση και τα μέσα που χρησιμοποιούνται στην υπόθεση της πανδημίας.
Επανέλαβε περιληπτικά όσα έλεγε ο Λένιν στο «Κράτος και Επανάσταση» χωρίς να έχει ασφαλώς αναχωνεύσει το λενινιστικό πόνημα επαρκώς. Κρατώντας όμως μια στάση βουβαμάρας «άκρα του τάφου σιωπή» για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες που πεθαίνουν καθώς επίσης και για τη κοινωνία των δύο ταχυτήτων.
Στο συγκεκριμένο έργο ο Λένιν, μας λέει ότι οι τακτικοί στρατοί και οι αστυνομικές δυνάμεις θα καταργηθούν και όλοι θα συμμετέχουν στη διακυβέρνηση, και επίσης ότι το νέο καθεστώς δε θα μοιάζει καθόλου με την αστική δημοκρατία. Αλλά και σε υπόμνημα του το 1920 εξέφραζε την απόλυτη εμπιστοσύνη στον επιστημονικό γνωστικισμό. Από τότε όλη αυτή η τσιτατολογία έγινε μόνιμη παθογένεια της κομμουνιστικής νηπιακής παλινδρόμησης.
Ο Oakeshott έχει πει ότι το σφάλμα του πολιτικού ορθολογισμού είναι ότι θέλει πίστη για να πετύχει μια ψεύτικη διακυβέρνηση και εξοστρακίζει πάντα κάθε σκέψη που γονιμοποιεί το διαφορετικό και αυτό γιατί ο πολιτικός ορθολογισμός δεν είναι παρά ένα οργανωμένο παραμιλητό.
Ωστόσο ο Μαρξ κρατούσε πάντα αποστάσεις από την ιατρικοτεχνικοποιημένη αντίληψη του σώματος γιατί έτσι το σώμα – όπως μας έλεγε – προσαρμόζεται στο σύστημα. Αυτό ας το γνωρίζει η λαλίστατη βουλευτής του ΚΚΕ. (Marx, K.2013. Capital: Volume One and Two: A Critical Analysis of Capitalist Production.city: Ware: Wordsworth Editions Ltd. Abberley, P.1996. “Work, Utopia and Impairment.” In Disability & Society: Emerging Issues and Insights, edited by LenBarton, 61–79. city: New York: Longman. Barnes, C., and G.Mercer. 2004.)
Σήμερα σχεδόν όλες οι πολιτικές δυνάμεις επιθυμούν να κατασκευάσουν τους νέους πιστούς στη σύμμετρη προσαρμογή του «κληνικοποιημένου» μέλλοντος.
Έτσι ο νέο-φιλελεύθερος αστικός οπτιμισμός (σύμφωνα με τον Reinhold Niebuhr) συγχωνεύεται με το θεολογικό μεταχιλιασμό και μαζί ανανεώνουν το γνωστικό αριστερισμό στο δρόμο για τις νέες διαιτησίες της ζωής των πολιτών, βαδίζοντας στην πορεία των τυφωνικών προκαταλήψεων που ακεραιώνουν τον πρωτογονισμό του πολιτικού και πολιτιστικού ευγονισμού.
Ο πολιτικός και πολιτιστικός ευγονισμός με τη μεταηθική του τεχνικού κόσμου, στο γέρμα ενός πολιτισμού, έβαλε μπροστά το ξαναζεσταμένο όνειρο της τεχνητής ανοσίας.
Φτιάχνει ένα νέον άνθρωπο, πανάμωμο και πανάρετο και κλώθει μια δυστοπική ουτοπία που αφηγείται το τέλος της ιστορίας χωρίς δυστυχισμένους και νευρωσικούς πολίτες, πέραν του καλού και του κακού, όπου ο κόσμος θα ανταποκρίνεται στο γαλήνιο κάτοπτρο της «κληνικοποιημένης» και «απολυσματικής» ιδέας μιας αποστειρωμένης φόρμουλας για τη ζωή. Μόνο που η απόλυτη προφύλαξη είναι φονική όπως μας έλεγε ο Ζ. Μπωντριγιάρ.