Οι κίνδυνοι για την Αττική από τα ρήγματα σε Αλκυονίδες και Αταλάντη
Ο σεισμολόγος – διευθυντής Ερευνών Σεισμολογίας στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, Γεράσιμος Παπαδόπουλος, κατά τη διάρκεια ραδιοφωνικής του συνέντευξης το πρωί της Τρίτης, έκανε μία ανάλυση της σεισμικής δραστηριότητας στη χώρα τονίζοντας μεταξύ άλλων πως «μέσα στο 2023 είναι αυξημένες οι πιθανότητες να έχουμε πλέον ισχυρούς σεισμούς».
Ειδικότερα, κληθείς να σχολιάσει δήλωσή του ότι τουλάχιστον κάθε χρόνο γίνεται ένας μεγάλος σεισμός στον ελλαδικό χώρο, ο διευθυντής Ερευνών Σεισμολογίας στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, ανέφερε:
«Το 2021 έγιναν τέσσερις σεισμοί 6 Ρίχτερ και μεγαλύτεροι και το 2022 δεν έγινε κανένας, τότε καταλαβαίνει κάποιος από την αμείλικτη στατιστική των σεισμών ότι μέσα στο 2023 είναι αυξημένες οι πιθανότητες να έχουμε πλέον ισχυρούς σεισμούς, αλλά από την άλλη μεριά πολλοί από τους σεισμούς στην Ελλάδα, ευτυχώς, γίνονται σε υποθαλάσσιο περιβάλλον».
Παράλληλα, να υπενθυμιστεί πως ο Ευθύμης Λέκκας, πριν από λίγες ημέρες είχε ανακοινώσει την έκτακτη σύγκληση της επιτροπής Σεισμικού Κινδύνου, μετά τον μεγάλο σεισμό 4,9 Ρίχτερ στα Ψαχνά Ευβοίας που ταρακούνησε και την Αττική.
Οι κίνδυνοι για την Αττική από τα ρήγματα σε Αλκυονίδες και Αταλάντη
Ο κ. Παπαδόπουλος αναφέρθηκε και στην περιοχή της Αττικής, η οποία επηρεάζεται από δύο μεγάλα ρήγματα, των Αλκυονίδων που ενεργοποιήθηκε το ’81 και το άλλο της Αταλάντης που ενεργοποιήθηκε με δύο σεισμούς το 1894 με μεγέθη 6,4 και 6,7.
Μάλιστα, αξίζει να σημειωθεί πως πριν από λίγες βδομάδες, ο Α.Τσελέντης είχε εκφράσει την ανησυχία του για το δίκτυο φυσικού αερίου στην Αττική τονίζοντας πως «Αν έχουμε κατάρρευση από μεγάλο σεισμό θα καεί όλη η περιοχή»!
«Και τα δυο ρήγματα αυτά βάζουν την Αττική σε μια απόσταση βολής. Μπορούν να βλάψουν, όχι σε μεγάλη έκταση γιατί υπάρχει απόσταση, αλλά μπορούν να βλάψουν όμως τα δύο ρήγματα αυτά. Μέχρι τώρα η επιστήμη έχει αποδείξει ότι έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό.
Ότι οι μεγάλοι σεισμοί σε αυτά τα ρήγματα επαναλαμβάνονται με μια επαναληπτικότητα εκατοντάδων ετών. Δεν είναι αυτό το 40 χρόνια που λένε. Για τις Αλκυονίδες ίσως το λένε επειδή δεν έχουν και πολλές γνώσεις μερικοί», ανέφερε ο Γ.Παπαδόπουλος, και συμπλήρωσε:
«Πράγματι η Αττική έχει χαμηλή σεισμικότητα, απειλείται κυρίως από κάπως μακρινά ρήγματα, δεν γνωρίζαμε το ρήγμα της Φυλής μέχρι το 1999 που ενεργοποιήθηκε αλλά και για αυτό όλες οι ενδείξεις που έχουμε δείχνουν ότι οι ισχυροί σεισμοί επαναλαμβάνονται σε μεγάλα χρονικά διαστήματα.
Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να είμαστε ευαισθητοποιημένοι, δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να υπάρχει στο μέγιστο και η ετοιμότητα και η επιμόρφωση των κατοίκων και η εφαρμογή των κανονισμών».
Οι πιο δραστήριες σεισμικές εστίες
«Αυτήν τη στιγμή οι πιο δραστήριες σεισμικές εστίες είναι στη Λέσβο, στο βόρειο τμήμα όπου και εκεί συνεχίζεται με έντονο ρυθμό η σεισμική δραστηριότητα και στον θαλάσσιο χώρο βόρεια από την Κρήτη.
Στην κρητική θάλασσα είχαμε πάλι το βράδυ 4,1 και αρκετούς άλλους μικρότερους. Εκεί η σεισμική δραστηριότητα ξεκίνησε στις 28/12 και από τότε έχει κάνει ένα σεισμό 4,4 και αρκετούς μικρότερους.
Δεν αποκλείω να κάνει και μεγαλύτερο από το 4,4, όμως πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι αυτή η εστία βρίσκεται καθαρά μέσα στη θάλασσα περίπου 35 με 40 χιλιόμετρα βόρεια από τη Νεάπολη και από τον Άγιο Νικόλαο και αυτό δημιουργεί μια ασπίδα προστασίας λόγω της απόστασης οπότε και αν ακόμα ανέβουν τα μεγέθη δύσκολα μπορούν να βλάψουν αυτές τις κατοικημένες περιοχές», ανέφερε αρχικά ο κ. Παπαδόπουλος και υπογράμμισε:
«Έχει ενεργοποιηθεί ένα ρήγμα το οποίο προς το παρόν αδυνατεί να δώσει μεγάλο σεισμό και δίνει μικρούς, μπορεί να μην καταλήξει σε μεγάλο και μπορεί τον μεγάλο να τον κάνει μετά από 2-3-5 χρόνια».
«Προσοχή στη Λέσβο»
Αναφερόμενος στη βόρεια Λέσβο, ο σεισμολόγος τόνισε ότι εκεί «τα πράγματα χρειάζονται περισσότερη προσοχή διότι η σεισμική δραστηριότητα εξελίσσεται πάνω στο νησί, επάνω στο χερσαίο τμήμα, στο βόρειο τμήμα του νησιού και μάλιστα σε μια περιοχή στην οποία έχουν συμβεί στο παρελθόν ισχυροί σεισμοί. Προς το παρόν δεν φαίνεται να ξεπερνάμε μια κόκκινη γραμμή κινδύνου όμως τα πράγματα είναι ασταθή ακόμα».
Συνεχίζοντας, ο κ. Παπαδόπουλος ανέφερε ότι «δεν έχουμε βεβαιωθεί ότι ο προχθεσινός σεισμός 4,9 ήταν ο κύριος, τα δεδομένα ακόμα δεν είναι επαρκέστατα για να πούμε με απόλυτη βεβαιότητα ότι ήταν ο κύριος σεισμός. Χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή στις επιστημονικές αναλύσεις τις οποίες κάνουμε, δεν πρέπει να είμαστε ούτε κινδυνολόγοι, αλλά ούτε εφησυχαστές επαγγελματίες, να είμαστε προσηλωμένοι στην επιστήμη».
Αιχμές για σεισμολόγους που κάνουν πολιτική
Μάλιστα, ο ίδιος δεν παρέλειψε να αφήσει και ορισμένες αιχμές για συναδέλφους του, λέγοντας: «Υπάρχουν τέτοιοι οι οποίοι τη μια παίζουν τον ρόλο τον ένα και την άλλη παίζουν τον ρόλο τον άλλο και έχω πει ότι σε τέτοιες περιπτώσεις έχουμε παραχάραξη της επιστήμης. Τα επιστημονικά δεδομένα και όχι οποιεσδήποτε σκοπιμότητες πρέπει να είναι εκείνα που μας καθοδηγούν».
Ερωτηθείς για το αν κάποιος επιστήμονας υπάρχει πιθανότητα να εφησυχάζει τους πολίτες ενώ γνωρίζει ότι δεν είναι αλήθεια ή να κινδυνολογεί ενώ δεν υπάρχει λόγος, ο κ. Παπαδόπουλος ήταν σαφής:
«Όταν αρχίζει και εγκαταλείπει σιγά –σιγά την επιστήμη και πλησιάζει προς τη πολιτική ασφαλώς και θα το κάνει».