Η Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι Καθολικὴ μὲ τὴν ἔννοιαν, ὅτι κατέχει ὅλο το πλήρωμα τῆς ἀληθείας καὶ τῆς χάριτος διὰ τὸν φωτισμὸν καὶ τὴν ἀπολύτρωσιν τοῦ κόσμου καὶ ἐπὶ πλέον εἶναι Καθολικὴ μὲ τὴν ἔννοιαν ὅτι «δυνάμει» τείνει, ὄχι νὰ κατακτήση, ἀλλὰ νὰ ἁγιάση τὸν κόσμον.

Δὲν ἐχθραινόμεθα πρὸς τοὺς ἀνθρώπους ἐξ αἰτίας τῆς αἱρέσεως ἥ τῆς ἀπιστίας των, ἀλλὰ καὶ δὲν θὰ ἀγαπήσωμεν ποτὲ τὴν ἀπιστίαν ἡ τὴν αἵρεσιν χάριν τῶν ἀνθρώπων, διότι θὰ ἀποξενωθοῦμε ἀπὸ τὸν Θεόν.


Λέγουν νὰ ἑνωθοῦμε οἱ Ὀρθόδοξοι μὲ τοὺς Ρωμαιοκαθολικούς καὶ ἐν συνεχεία μὲ τοὺς Προτεστάντας καὶ μὲ ὅλες τὶς γνωστὲς καὶ ἄγνωστες αἱρέσεις ποὺ ἐπενόησε ὁ Διάβολος ἐν ὀνόματι τοῦ Χριστιανισμοῦ.

Καὶ ἀφοῦ ἑνωθοῦν ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ ἀνεξαιρέτως μεταξύ των, κατόπιν νὰ ἑνωθοῦν καὶ μὲ τοὺς Μωαμεθανούς, τοὺς Ἰουδαίους, κατ’ ἐπέκτασι μὲ τοὺς Βουδδιστᾶς, Βραχμανιστᾶς, Σιντοϊστᾶς καὶ μὲ ὅλες γενικὰ τὶς θρησκεῖες τῆς ὑφηλίου.

Αὐτὴ ἡ παναιρετικὴ ἀλχημεία ἐπιχειρεῖται διὰ τοῦ λεγομένου Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν. Ο ὅρος νομίζομε ὅτι δὲν ἀνταποκρίνεται στὴν πραγματικότητα. Πρόκειται περὶ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐθελοθρησκειῶν.

Ὁ μοναδικὸς θεὸς ὁ ὅποιος θὰ διεκδικήση ἐκεῖ φόρον λατρείας θα εἶναι ὁ ἐκπεσῶν Ἑωσφόρος, ὁ ὁποῖος διὰ τοῦ ἀπεσταλμένου τοῦ μεταξύ των ἀνθρώπων Ἀντιχρίστου θὰ ἐπιχείρηση νὰ ὑποκαταστήση τὴν πίστη καὶ τὴ λατρεία στὸν ἀληθινὸ Θεό.

Γιὰ τὸν Οἰκουμενισμὸ δὲν ὑπάρχει προσωπικὸς Θεός, τελείως ἀπαράδεκτο εἶναι γιὰ τοὺς συνεπεῖς οἰκουμενιστᾶς τὸ δόγμα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Εἶναι γνωστὸ ὅτι ὁ σατανοκίνητος Σιωνισμός συντονιζει δύο ἐπίβουλες ἐνέργειες ἐντὸς καὶ ἐκτός της Ἐκκλησίας ποὺ ἀποβλέπουν σὲ ἕνα καὶ μοναδικὸ σκοπὸ στὴν ἅλωση τοῦ φρουρίου ποὺ λέγεται Ὀρθοδοξία.

Παπικοί, Προτεστάνται, Χιλιασταί, Μασῶνοι, Ἑνωτικοί, Οἰκουμενισταί, καὶ κάθε ἄλλη «ρίζα πικρίας», ὅλοι αὐτοὶ «μίαν γνώμην ἔχουσι, καὶ τὴν δύναμιν καὶ τὴν ἐξουσίαν αὐτῶν τῷ Θηρίω διδόασιν. Οὗτοι μετὰ τοῦ Ἀρνίου πολεμήσουσι, καὶ τὸ Ἀρνίον νικήσει αὐτούς, ὅτι Κύριος κυρίων ἐστι καὶ Βασιλεὺς βασιλέων, καὶ οἱ μετ’ αὐτοῦ κλητοὶ καὶ ἐκλεκτοὶ καὶ πιστοὶ» (Aποκ. 17, 13).

Φρονούμεν ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία δὲν ἔχει καμμία θέση ἀνάμεσα σ’ αὐτὸ τὸ συνονθύλευμα τῶν πλανῶν καὶ τῶν αἱρέσεων.

Αυτό τὸ δόλιο «οἰκουμενικὸ» κατασκεύασμα δὲν ἀποσκοπεῖ στὴν ἀναζήτηση τῆς ἀληθείας, ἀλλὰ κατὰ τὸν π. Χαράλαμπον Βασιλόπουλον: «Εἶναι ἕνα ἀνακάτεμα ἀφανισμοῦ τῆς Ἀλήθειας. Είναι μία προσπάθεια ὄχι νὰ βροῦν τὴν ἀλήθεια οἱ πλανεμένοι, ἀλλὰ νὰ τὴν χάσουν καὶ ἐκεῖνοι ποὺ τὴν ἔχουν, ἐκεῖνοι δηλαδὴ ποὺ πιστεύουν στὴν Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία».

 

«Μὴ πλανώμεθα. Μεταξὺ Ὀρθοδοξίας καὶ ἑτεροδοξίας χάσμα μέγα ἔστηρικται»

 

Ὁ μὴ πιστεύων κατὰ τὴν παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας ἄπιστος ἔστιν.

Από το βιβλίο: «Γνώρισε τὸ μεγαλεῖο τῆς Ὀρθοδοξίας. Αγιογραφικές καὶ πατερικὲς μαρτυρίες», εκδόσεις «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη Γέροντος Ἐφραὶμ Φιλοθεΐτου (Ἀριζόνας) (Ἀποσπάσματα ἀπὸ τὸν ἔνθρονιστήριον λόγον τοῦ Γέροντος, 1974)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.

Translate »