“Παράθυρο ευκαιρίας” η όλη κατάσταση για τον Τραμπ
Ακριβώς τη στιγμή που φαινόταν ότι η Κίνα και η Ινδία είχαν φτάσει σε μια “ανακωχή” ή ύφεση (détente), μετά από εβδομάδες στρατιωτικής κλιμάκωσης στα σύνορα τους στα Ιμαλάια, Κινέζοι στρατιώτες σκότωσαν τουλάχιστον 20 Ινδούς ομολόγους τους και πιθανότατα κατέγραψαν και εκείνοι τα δικά τους θύματα.
Σύμφωνα με το capital.gr, η πρώτη αιματηρή μεθοριακή σύγκρουση μεταξύ των δύο χωρών από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 δείχνει πόσο τεταμένες είναι οι σχέσεις μεταξύ των δύο πλεον πυκνοκατοικημένων χωρών του κόσμου. Και ενώ οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι είναι προφανείς και σοβαροί, η κρίση προσφέρει επίσης στις ΗΠΑ μια ευκαιρία να σφυρηλατήσουν την ισχυρή σχέση με την Ινδία την οποία επιθυμούν εδώ και περισσότερες από δύο δεκαετίες.
Η τρέχουσα σύγκρουση ξεκίνησε πριν από αρκετές εβδομάδες όταν οι Κινέζοι μετέφεραν χιλιάδες στρατιώτες στην κοιλάδα του Γκάλουαν στο Λαντάκ, κατά μήκος της λεγόμενης Γραμμής Πραγματικού Ελέγχου. (Πάντα με εντυπωσίαζε ο συγκεκριμένος παράδοξος όρος – ποια είναι η εναλλακτική του, “Γραμμή Ανύπαρκτου Ελέγχου”;).
Το σκηνικό σύγκρουσης
Αφορμή στάθηκε η απόφαση της Ινδίας να δημιουργήσει έναν δρόμο που να οδηγεί σε μια αεροπορική βάση σε μικρή απόσταση από το σημείο. Η Κίνα απάντησε με ενίσχυση των δυνάμεών της στην περιοχή, μεταφέροντας βαρύ εξοπλισμό (εκσκαφείς, οχήματα μεταφοράς προσωπικού και πιθανώς πυροβολικό) και κατασκευάζοντας νέους προσωρινούς, κινητούς στρατώνες για την υποστήριξή τους.
Κάνοντας τα παραπάνω, οι Κινέζοι στρατιώτες εισήλθαν σε τμήμα της μεθοριακής περιοχής, το οποίο επί μακρόν θεωρείτο ινδικό και από τα δύο μέρη.
Η Ινδία απάντησε στην εισβολή ενισχύοντας τα στρατεύματά της κατά μήκος της συνοριακής γραμμής των 3.200 χιλιομέτρων. Περιπλέκοντας την κατάσταση, το γειτονικό Νεπάλ και το Πακιστάν ενισχύουν τις σχέσεις τους με την Κίνα, με το πρώτο να αμφισβητεί τις αξιώσεις του Νέου Δελχί για τη διαρρύθμιση των συνόρων του με την Ινδία.
Όποια από τις δύο πλευρές κι αν κάνει πρώτη πίσω, η αλήθεια είναι ότι η κινεζική κλιμάκωση ήταν μια αποφασιστική κίνηση, η οποία αντικατοπτρίζει τους κλιμακούμενους στρατηγικούς στόχους του Πεκίνου, όχι μόνο στην “κορυφή του κόσμου”, αλλά και σε παγκόσμια κλίμακα.
Αφορά όμως τίποτε από όλα αυτά τις ΗΠΑ, που έχουν γενικά στραμμένη την προσοχή τους σε άλλα ζητήματα; Θα έπρεπε, καθώς τα διακυβεύματα είναι πολύ σημαντικότερα από τις συνοριακές γραμμές σε έναν χάρτη που αφορά άγονα εδάφη 4.500 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.
Είχα συζητήσει τη μακροχρόνια διασυνοριακή διαμάχη με τον σύμβουλο εθνικής ασφάλειας της Ινδίας πριν από αρκετά χρόνια στη Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου. Εκείνος την είχε αποκαλέσει “κακοφορμισμένη πληγή”.
Η Ινδία θεωρεί ότι η Κίνα κατέχει σχεδόν 40.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα ινδικής επικράτειας, τα οποία είχε καταλάβει στον πόλεμο του 1962, τον οποίο οι Ινδοί έχασαν ξεκάθαρα και εμφατικά. Η αίσθηση της ταπείνωσης παραμένει και ανάλογες με τη σημερινή κινεζικές επιδρομές έχουν δείξει ότι η Ινδία έχει λίγες πραγματικές δυνατότητες να εξαναγκάσει το Πεκίνο να αποχωρήσει από τις περιοχές τις οποίες διεκδικεί.
Κίνα και Ινδία είχαν άλλη μια αντιπαράθεση το 2017, διάρκειας μερικών μηνών, στο κοντινό οροπέδιο Doklam. Η Κίνα κέρδισε, προωθούμενη εδαφικά και δημιουργώντας μια στρατιωτική βάση. Τα δύο έθνη έχουν εμπλακεί επανειλημμένα σε διαπραγματεύσεις εδώ και χρόνια, ωστόσο η τρέχουσα στάση από πλευράς Πεκίνου καταδεικνύει ένα νέο επίπεδο επιθετικότητας.
Οι νέες στρατηγικές φιλοδοξίες της Κίνας
Όλα τα παραπάνω “δένουν” με ευρύτερες κινέζικες στρατηγικού και τακτικού χαρακτήρα κινήσεις που ξεκίνησαν στις αρχές του 2020, καθώς η προσοχή του κόσμου στρεφόταν στον νέο κορονοϊό.
Έχουμε δει την κινεζική ναυτική δραστηριότητα στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας να γίνεται ολοένα και πιο επιθετική – να παρενοχλεί τις ναυτικές δυνάμεις των ΗΠΑ, να βυθίζει ένα βιετναμέζικο αλιευτικό σκάφος, να καταστρέφει μια πετρελαιοπηγή της Μαλαισίας – και τις διπλωματικές και ρητορικές πιέσεις κατά της Ταϊβάν να αυξάνονται.
Η Κίνα χρησιμοποιεί κίνητρα οικονομικής και ανθρωπιστικής βοήθειας προκειμένου να παγιώσει την εμπορική πρωτοβουλία One Belt, One Road σε ολόκληρη τη Νότια Ασία, ιδίως στο Πακιστάν. Το Πεκίνο μετατρέπει επίσης ένα μικρό νησί στις Μαλδίβες σε βάση στρατιωτικών αεροπορικών επιχειρήσεων, όπως έχει πράξει και με τα τεχνητά νησιά που δημιούργησε στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας.
Το πιο εντυπωσιακό είναι ότι η Κίνα προχώρησε σε γραμμή σκληρής καταστολής των διαδηλωτών στο Χονγκ Κονγκ, ψηφίζοντας νόμο ο οποίος στην πραγματικότητα δίνει στις πιο σκληρές και ισχυρές δυνάμεις ασφαλείας του Πεκίνου ελευθερία δράσης στην πρώην βρετανική αποικία.
Όλα αυτά έχουν τρεις επάλληλες αναγνώσεις. Πρώτον, ως απόπειρα του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος να ενισχύσει το εθνικιστικό αίσθημα στην Κίνα – που στρέφεται εναντίον όχι μόνο της Ινδίας, αλλά και άλλων χωρών της περιοχής και των ΗΠΑ. Σύμφωνα με τη λογική του κόμματος, κάτι τέτοιο θα αποσπάσει τους Κινέζους πολίτες από τις πιθανές οικονομικές επιπτώσεις της παγκόσμιας οικονομικής επιβράδυνσης που υποβόσκει λόγω του κορονοϊού.
Δεύτερον, ως ενίσχυση του στάτους του προέδρου Xi Jinping ως ικανού και αποφασιστικού ηγέτη, με βάση και την “επιτυχία” την οποία θεωρεί και διακηρύσσει ότι κατέγραψε το Πεκίνο στην αντιμετώπιση του ιού.
Τέλος, σε γεωστρατηγικό επίπεδο, οι κινήσεις στα Ιμαλάια μπορούν να γίνουν αντιληπτές ως μια προσπάθεια της Κίνας να πιέσει την Ινδία να παραμείνει σε “απόσταση ασφαλείας” από τις ΗΠΑ.
Ναι, υπάρχει μια πιθανότητα να της γυρίσουν μπούμερανγκ: η Ινδία μπορεί να κινηθεί προς την Αμερική μετά το αιματηρό περιστατικό στα σύνορα. Ωστόσο, οι Κινέζοι γενικά έχουν εμπιστοσύνη στη σκληρή, κλασσικού τύπου δύναμή τους και δεν είναι καθόλου χαρούμενοι με την αυξανόμενη αίσθηση προσέγγισης μεταξύ των ΗΠΑ και της Ινδίας τα τελευταία πέντε χρόνια.
Η πρωτοβουλία One Belt, One Road έχει ένα μεγάλο πρόβλημα: την Ινδία, η οποία τέμνει εγκάρσια τις εμπορικές οδούς τις οποίες η Κίνα θέλει να χρησιμοποιήσει για να κυριαρχήσει τον 21ο αιώνα. Υπό αυτήν την έννοια, η διαμάχη στα Ιμαλάια αφορά σε τελική ανάλυση τον έλεγχο του Ινδικού Ωκεανού.
Οι ΗΠΑ, ο ρόλος τους και το μέλλον
Οι ΗΠΑ έχουν περιορισμένο “κεφάλαιο” για να εμπλακούν στη συγκεκριμένη διαμάχη. Αν και ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ προσφέρθηκε να μεσολαβήσει, όπως ανέφερε σε πρόσφατο tweet του, οι πιθανότητες η Κίνα να δεχθεί μια τέτοια μεσολάβηση είναι ελάχιστες. Μια καλύτερη προσέγγιση του ζητήματος από πλευράς ΗΠΑ θα ήταν να συνεχίσουν να συσφίγγουν τις σχέσεις τους με την Ινδία, καθιστώντας σαφές στο Πεκίνο ότι δεν θα επιτρέψουν το Νέο Δελχί να υφίσταται πιέσεις προκειμένου να οδηγηθεί μακριά από την Ουάσινγκτον.
Το πιο σημαντικό είναι να τερματιστεί η διαμάχη σχετικά με τους δασμούς, η οποία ξεκίνησε με τις κακοσχεδιασμένες προσπάθειες του Τραμπ για ελάφρυνση των εμπορικών ελλειμμάτων των ΗΠΑ. Από στρατιωτική άποψη, ένα καλό πρώτο βήμα θα ήταν οι ΗΠΑ να καλέσουν την Ινδία, η οποία έχει φιλόδοξους στόχους στη θάλασσα, να συμμετάσχει ολοκληρωμένα στις ανά διετία διενεργούμενες ναυτικές ασκήσεις στον Ειρηνικό Ωκεανό (Rim of the Pacific).
Πώς θα έμοιαζε ένας ινδικός στολίσκος μαζί με πολεμικά πλοία των ΗΠΑ, Ιαπωνίας και Αυστραλίας ως κεντρικό στοιχείο της άσκησης;
Οι ισχυρότεροι δεσμοί με την Ινδία πρέπει να αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης αμερικανικής στρατηγικής για την περιοχή. Οι ΗΠΑ πρέπει να συνεχίσουν να διερευνούν τρόπους να πλησιάσουν την Ταϊβάν και να επιβάλουν κατάλληλες κυρώσεις στο Πεκίνο για τις ενέργειές του στο Χονγκ Κονγκ.
Θα πρέπει να συνεχιστούν οι περιπολίες προστασίας της ελεύθερης ναυσιπλοΐας στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας. Η Ουάσινγκτον πρέπει να δημιουργήσει ένα ισχυρό μπλοκ αντίστασης στον στρατιωτικό και οικονομικό καταναγκασμό από πλευράς Κίνας, με συμμετοχή όχι μόνο της Ινδίας, αλλά της Ιαπωνίας, της Νότιας Κορέας, της Αυστραλίας, της Σιγκαπούρης και άλλων εταίρων της Αμερικής.
Οι εντάσεις στην “Κορυφή του Κόσμου” είναι σημαντικότατες και επικίνδυνες, ωστόσο η επίλυσή τους πρέπει να αποτελεί μέρος της ευρύτερης στρατηγικής που ακολουθούν ή πρέπει να ακολουθήσουν οι ΗΠΑ έναντι της Κίνας.