4
Ένα από τα συνήθη ”άγχη” ενός πρωθυπουργού είναι ο προσδιορισμός του χρόνου διεξαγωγής των εκλογών. Προσδιορισμός που γίνεται υπό πιεστικές συνθήκες, ενίοτε, λόγω της εκλογολογίας η οποία παρακολουθεί την πολιτική επικαιρότητα.

Μιας εκλογολογίας που δίνει το σύνθημα έναρξης στο πρώτο ”στραβοπάτημα” του επικεφαλής της κυβέρνησης η οποία ασκεί την εκτελεστική εξουσία. Οπότε σπεύδουν να εκμεταλλευτούν την κατάσταση που δημιουργείται εκείνοι που απεργάζονται τη φθορά της και βιάζονται να διαμορφώσουν τη διάδοχη κατάσταση.

Με τα σημερινά ελληνικά δεδομένα, τα ”στραβοπατήματα” της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι πολλά. Ωστόσο δεν στοιχειοθετούν λόγο προσφυγής στις κάλπες. Γι’ αυτό και χαρακτηριστικό του πολιτικού διαλόγου των ημερών μας δεν είναι η ”ανοιχτή” εκλογολογία, αλλά η υφέρπουσα, η υπόκωφη, η οποία – επωφελούμενη απ’ το αρνητικό σκηνικό – βιάζεται να στήσει κάλπες σε συνθήκες εντελώς ακατάλληλες.

Και ακατάλληλες είναι οι συνθήκες γιατί αφορούν κυβερνητικές αποφάσεις (ενίοτε ακραίες ή μεροληπτικές σε βάρος κοινωνικών ομάδων) απέναντι σε ένα πανδημικό φαινόμενο, όπως αυτό του κορονοϊού το οποίο αντιμετωπίζουμε με lockdown και… ”καταδιωκτικούς” εμβολιασμούς αρκετό καιρό τώρα.

Ακατάλληλες είναι οι συνθήκες λόγω της ευνοϊκής για την Ελλάδα έγκρισης απ’ το Ecofin (στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης Next Generation EU) – κατά τον μήνα Ιούλιο – του ελληνικού Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας με προχρηματοδότηση 4 δις ευρώ, που είχε εκπονήσει το υπουργείο Οικονομικών δια του Χρήστου Σταϊκούρα.

Ακατάλληλες είναι οι συνθήκες γιατί έχουμε ανοιχτά εθνικά θέματα λόγω των διεκδικήσεων της Τουρκίας στο Αιγαίο και την Κύπρο (χωρίς να υποτιμούμε την παρελκυστική πολιτική της στο θέμα της Θράκης, όπου διεκδικεί τις αξιώσεις της με κινητοποιήσεις των τουρκόφρονων μειονοτικών ”ανταποκριτών της” για αναγνώριση ”τουρκικής” μειονότητας στην Ελλάδα).

Η αξιολόγηση της κρισιμότητας της κατάστασης, άλλωστε, στα θέματα Εξωτερικής πολιτικής μας είναι ένας από τους λόγους που παραμένουν αυτά εκτός κομματικής αντιδικίας. Κάτι που θα μπορούσε να εκληφθεί ως καλός οιωνός, αν επιβεβαίωνε – έναντι οποιασδήποτε άλλης σκοπιμότητας – την ανάγκη για εθνική συσπείρωση των πολιτικών μας.

Αλλά, φευ!.., δεν την επιβεβαιώνει. Και δεν την επιβεβαιώνει γιατί ο κύριος λόγος της ανυπαρξίας αυστηρής κριτικής (απ’ την Αξιωματική αντιπολίτευση) στις αποφάσεις ή μη αποφάσεις του υπουργείου Εξωτερικών και του Μαξίμου δεν είναι το εθνικό φιλότιμο που συντείνει στη συσπείρωση όλων, αλλά η σύγκλιση αντιπολιτευόμενων και συμπολιτευόμενων στη ”Γραμμή του Κατευνασμού”, η σύγχρονη έκφανση της οποίας έχει ”πατέρα” τον Κώστα Σημίτη.

Ως εκ τούτου η μη όξυνση του πολιτικού κλίματος δεν οφείλεται στην ”περίοδο ύφεσης” που εξασφάλισε ο ΚΜ με την Τουρκία λόγω επιτυχών διπλωματικών χειρισμών του (βλ. συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες την 14η Ιουνίου του τρέχοντος έτους).

Οφείλεται πρωτίστως και κύρια στην ηθελημένη ”χειμερία νάρκη” της Αξιωματικής αντιπολίτευσης και του ΚΙΝΑΛ που δείχνουν να ”βολεύτηκαν” με την πολιτική της κυβερνώσας ΝΔ να μην υψώνει εθνικό ανάστημα ουσίας απέναντι στην ισλαμιστική νεο-οθωμανική εξωτερική πολιτική.

Πολιτική που συνεχίζει να εξελίσσεται, εντωμεταξύ, εν μέσω θέρους προετοιμάζοντας τετελεσμένα σε Ελλάδα και Κύπρο, με προϊούσα την επικίνδυνη τροπή στο Κυπριακό (τουρκικές προετοιμασίες για εποικισμό του 3,5%των Βαρωσίων/ Αμμοχώστου) και χωρίς σοβαρές αντιστάσεις από τους ”Μεγάλους”, αν εξαιρέσουμε την ομόφωνη καταδίκη των μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας για την Τουρκία, χωρίς συνοδευτικό όμως κυρώσεων.

Για όλα αυτά δεν υψώνεται σθεναρή, ηγετική φωνή, μέσα και έξω απ’ το Κοινοβούλιο που να εστιάζει στα εθνικά θέματα και να είναι αποφασισμένη να ταράξει τα λιμνάζοντα ύδατα τις Εξωτερικής πολιτικής μας.

Να τα ταράξει αναγκάζοντας την κυβέρνηση να κάνει την πολυπόθητη απ’ τους Έλληνες κίνηση: Να πετάξει απ’ τις θέσεις ευθύνης τους ανεύθυνους ”φύλακες του ραγιαδισμού” οι οποίοι έχουν στρογγυλοκαθίσει ως σύμβουλοι στο ΥΠΕΞ και το Μαξίμου.

Σαν αποτέλεσμα της ανυπαρξίας αντίστασης εκ μέρους της αντιπολίτευσης, η κυβέρνηση συνεχίζει απτόητη το επικίνδυνο γαϊτανάκι γύρω απ’ τον κορονοϊό αφήνοντας ανενόχλητη την Τουρκία να συνεχίζει την επιθετική συμπεριφορά της στην Ανατολική Μεσόγειο.

Όλα αυτά βέβαια αρχίζουν από καιρό να εξαντλούν τα αποθέματα εμπιστοσύνης μερίδας ψηφοφόρων του κυβερνώντος κόμματος, οι οποίοι ανακαλύπτουν ότι είχαν καλλιεργήσει υπερβολικές προσδοκίες για την διακυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Προσδοκίες που δεν μπορούν πλέον να τις τροφοδοτήσει ούτε και η προπληρωμένη κάρτα των 150 ευρώ σε 130.000 νέους 18-25 ετών (η οποία εκλήφθηκε σαν εξαγορά), στην περίπτωση που θα εμβολιαστούν τουλάχιστον με μια δόση του κορονοεμβολίου.

Έτσι ό,τι έχτισε πάνω στη φθορά του ΣΥΡΙΖΑ ο πρωθυπουργός τόσο καιρό αρχίζει να καλύπτεται ήδη από σκιές που προβληματίζουν, χωρίς ωστόσο να κινητοποιούν τις λαϊκές δυνάμεις του τόπου μας. Όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, έχει ακόμα το πάνω χέρι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αν και η πολιτική του συναντά αντιδράσεις και πέριξ του κόμματός του.

Αντιδράσεις που δεν ξεσηκώνουν όμως την μεγάλη μάζα των Νεοδημοκρατών, γιατί οι περισσότεροι απ’ αυτούς που τις προκαλούν είναι οι συνήθεις ύποπτοι που ”φωνασκούσαν” και επί Σαμαρά επειδή έχασαν τα προνόμια της ”καρέκλας” ή επιζητούσαν να αξιοποιηθούν ως στελέχη με προσφορά στην ΝΔ, χωρίς αποτέλεσμα…

Με τα δεδομένα αυτά, τα πανιά του πρωθυπουργού δεν απειλούνται με σκίσιμο απ’ τους ”συγγενείς” προς την ΝΔ αέρηδες. Δεν απειλούνται με σκίσιμο, πολύ περισσότερο, από τον αντιπολιτευτικό ΣΥΡΙΖΑ, αφού αυτός ”πλαγιοκοπείται” εδώ και καιρό απ’ τα αριστερά του.

”Πλαγιοκοπείται” από τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, κατ’ αρχήν, ο οποίος – διαφοροποιούμενος απ’ το κόμμα του – εκφράστηκε θετικά προ ημερών για το εμβολιαστικό πρόγραμμα της ΝΔ συστήνοντας στους ομοϊδεάτες του να μην κάνουν στείρα αντιπολίτευση γιατί προκαλούν ζητήματα αναξιοπιστίας.

”Πλαγιοκοπείται” επίσης και από σχηματισμούς πρώην στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ και της ΛΑΕ (που διαφωνούν σε πολλά με τον Αλέξη Τσίπρα), όπως η ”Αριστερή Πρωτοβουλία” των Χουντή, Στρατούλη, Ήσυχου, Λαπαβίτσα κ.ά., η οποία μοιάζει να δημιουργήθηκε εξ αντανακλάσεως των σχηματισμών στα δεξιά του Κυριάκου.

Σχηματισμών-κινημάτων όπως αυτό του Γιώργου Τράγκα (”Ελεύθεροι άνθρωποι”) και του Νίκου Καραχάλιου (”Δημοκράτες”), με τους ”Έλληνες” στα ακροδεξιά τους (του φυλακισμένου Ηλία Κασιδιάρη), που προστίθενται στα παλιά μικροκόμματα της ”δεξιάς πολυκατοικίας”.

Προς το παρόν τα ως άνω κόμματα και κινήματα δεν μετριούνται δημοσκοπικά, οπότε δεν μπορεί να υπολογίσει κανείς με ακρίβεια την εκλογική τους εξέλιξη. που είναι αβέβαιη προς ώρας γιατί είναι δύσκολο να περάσουν – όπως εκτιμώ – το πλαφόν του 3% στις εκλογές όποτε κι αν γίνουν αυτές.

Συνεπώς, όσο και αν το άθροισμά τους ψαλιδίζει – χάρη στην απλή αναλογική που ψηφίστηκε απ’ τον ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούλιο του ’16 – τα φτερά του ΚΜ, δεν είναι ικανό να απειλήσει σοβαρά την εκ νέου υποψηφιότητα για πρωτοκαθεδρία (με σαφώς μικρότερα ποσοστά) της Νέας Δημοκρατίας.

Τα συμπεράσματά μου αυτά, που δείχνουν προς ώρας παγιωμένα, μπορούν να ανατραπούν άρδην από δύο παράγοντες (αν εξαιρέσει κανείς εκείνον του αιφνιδιασμού, ο οποίος επιβάρυνε καθοριστικά το πολιτικό σκηνικό το ’18 με αφορμή την καταστροφική πυρκαγιά στο Μάτι):

1. Από τουρκικές τυχόν πρωτοβουλίες που θα έχουν ολέθριες επιπτώσεις στα εθνικά μας συμφέροντα σε Θράκη — Αιγαίο (αναγνώριση ”τουρκικής” μειονότητας–αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών) και Κύπρο (αποκορύφωμα της γεωπολιτικής σηψαιμίας στο Κυπριακό με ”τετελεσμένο” τη διχοτόμηση του νησιού) και…

2. Απ’ την υφέρπουσα κλιμακούμενη δυσαρέσκεια των μη φανατικών ψηφοφόρωνπου είχαν ψηφίσει στις εκλογές του ’19 την ΝΔ και τώρα είναι έτοιμοι να μετακινηθούν απ’ αυτήν σε συγγενή ή μη κόμματα, καθώς δεν έχουν συναισθηματικούς δεσμούς μαζί της και δεν άγονται και φέρονται από κομματικές ιδεοληψίες ή στερεότυπα τα οποία κυοφορούν τα μίση και τα πάθη του παρελθόντος.

Επιπλέον, φέρουν βαρέως την ανυπαρξία κράτους δικαίου την οποία ”σφραγίζουν” οι αποφάσεις της κυβέρνησης για το ακαταδίωκτο των τραπεζικών στελεχών, το ακαταδίωκτο της Επιτροπής των Λοιμωξιολόγων και τη μείωση ποινών και προστίμων για όσουςξεπλένουν χρήμα.

Στις αντιδράσεις που προκάλεσαν οι ως άνω κυβερνητικές αποφάσεις είμαι υποχρεωμένη να συμπεριλάβω και εκείνες μερίδας του κόσμου που φαίνεται να ενοχλείται ιδιαίτερα απ’ τις υφέρπουσες φήμες για το Πόθεν Έσχες του πρωθυπουργού και της συζύγου του, τις οποίες έσπευσε να υποδεχτεί ασμένως – δια των φιλικών Μέσων της – η Αξιωματική αντιπολίτευση, όπως αναμενόταν…

Ως εκ τούτου, το ρυάκι της εκλογολογίας αφήνει προς ώρας ανεπηρέαστο τον πρωθυπουργό, όμως – με τα λάθη που αρχίζουν και στοιβάζονται προοδευτικά στο ποινολόγιο της διακυβέρνησής του – το ρυάκι αυγατίζει σιγά σιγά, με κίνδυνο να γίνει ποτάμι που θα φουσκώσει κάποια στιγμή επικίνδυνα και θα ”πνίξει” τον ίδιο και την κυβέρνησή του…

Κρινιώ Καλογερίδου (Βούλα Ηλιάδου, συγγραφέας)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.

Translate »