Με τη φράση «Ελλάδα είμαστε όλοι. Ας την προφυλάξουμε, λοιπόν», ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ανακοίνωσε χθες το απόγευμα την απαγόρευση κάθε άσκοπης κυκλοφορίας και μετακίνησης πολιτών σε ολόκληρη την επικράτεια, προειδοποιώντας ότι «στη μάχη έρχονται δύσκολες στιγμές» και πρέπει να κλείσει «κάθε κερκόπορτα στο κακό», όπως είπε χαρακτηριστικά.
«Δεν κυκλοφορούμε. Και δίνουμε όλοι ενωμένοι πάνδημη απάντηση στην πανδημία», ήταν το μήνυμα του κ. Μητσοτάκη προς τους πολίτες αναφορικά με μία απόφαση που ελήφθη με στόχο «να σπάσει η αλυσίδα μετάδοσης του ιού και ο καθένας από εμάς να πάψει να γίνεται κρίκος μεταφοράς στον διπλανό του».
«Δεν θα αφήσω μερικούς επιπόλαιους να υπονομεύσουν την ασφάλεια των πολλών», διεμήνυσε εξάλλου ο πρωθυπουργός, ο οποίος αναγνώρισε ότι πρόκειται «για το τελευταίο βήμα μιας οργανωμένης Δημοκρατικής Πολιτείας», αλλά κατέστησε σαφές ότι «πρέπει να γίνει εγκαίρως, για να μη γίνει μάταιο».
«Ο χρόνος δεν μετριέται, πλέον, σε μέρες, αλλά με ώρες, και απαιτούνται τολμηρές και γρήγορες πρωτοβουλίες», σημείωσε και πρόσθεσε: «Οταν η ευθύνη του ενός αποδεικνύεται ελλειμματική, τότε θα πρέπει να διασφαλιστεί το δημόσιο συμφέρον».
Ο πρωθυπουργός εξήγησε ότι έλαβε την απόφαση αυτή στο όνομα του συλλογικού καλού και «για να προστατέψω την υγεία μας και όλα όσα πετύχαμε μέχρι τώρα σε αυτό τον τομέα», όπως είπε. Ευχαρίστησε μάλιστα τη συντριπτική πλειονότητα των πολιτών που κατάλαβαν την απειλή και μένουν στο σπίτι, διεμήνυσε όμως ότι «οι λίγοι ανεύθυνοι μπορούν να βλάψουν χιλιάδες υπεύθυνους» και συμπλήρωσε: «Το κράτος οφείλει κατά το Σύνταγμα να “μεριμνά για την υγεία των Πολιτών” και να παρεμβαίνει όταν η άσκηση της ατομικής ελευθερίας υπερβαίνει τον συνταγματικό της σκοπό και απειλεί την κοινωνία».
Ο κ. Μητσοτάκης επανέλαβε ότι το μεγαλύτερο όπλο κατά του αόρατου εχθρού είναι η προσωπική μας συμπεριφορά και πρόσθεσε: «Δεν κυκλοφορούμε χωρίς αιτία. Μένουμε σπίτι. Δεν προσβάλλουμε με τη στάση μας εκείνους που μάχονται νύχτα-μέρα στα νοσοκομεία για τη δική μας υγεία. Η παραμονή στο σπίτι είναι, στον πυρήνα της, ένα εξόχως δημοκρατικό σύνθημα συλλογικής ευθύνης. Δεν είναι περιορισμός, αλλά κατάθεση σεβασμού στο σύνολο».
Επισήμανε μάλιστα σε δραματικούς τόνους ότι «στην Ιταλία χάνεται, δυστυχώς, ένας άνθρωπος κάθε δύο λεπτά και η κατάσταση γίνεται όλο και χειρότερη παντού στον κόσμο» και πρόσθεσε: «Εχω χρέος, λοιπόν, να μην επιτρέψω να υποστεί μια τέτοια δοκιμασία και η χώρα μας. Δεν πρέπει να φτάσουμε στο σημείο να διαλέγουμε ποιος θα ζήσει και ποιος θα χαθεί. Δική μου επιλογή είναι μόνο μία: η ζωή και η υγεία των Ελλήνων!».
Σε εξίσου δραματικούς τόνους υπογράμμισε ότι «ο κορονοϊός δεν ξεχωρίζει σύνορα ή έθνη, εισοδήματα ή κοινωνικές ομάδες και απειλεί τον άνθρωπο, όποιος κι αν είναι, όπου κι αν κατοικεί».
«Απέναντί του, είμαστε όλοι ίσοι, μόνο που κάποιοι είναι πιο ευάλωτοι. Οι παππούδες, οι γιαγιάδες, οι γονείς μας. Οι συμπολίτες μας με χρόνια νοσήματα, που και αυτοί πρέπει, εν μέσω κρίσης, να βρουν καταφύγιο στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Δεν σταμάτησαν οι Ελληνες να αρρωσταίνουν και από άλλες ασθένειες. Και πρέπει να μεριμνήσουμε και γι’ αυτούς», συμπλήρωσε, ενώ με αφορμή όσα είπε ο καθηγητής Σ. Τσιόδρας για την ευθύνη των νέων προς τους ηλικιωμένους, ζήτησε «να γίνει η συναισθηματική αντίδραση ενός ανθρώπου που σηκώνει τεράστιο βάρος, με καθαρό μυαλό και μοναδική αξιοπρέπεια, κραυγή αφύπνισης».
«Τώρα είναι η στιγμή να ορθώσουμε όλοι το δικό μας μέτωπο, να ξαναγράψουμε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο», κατέληξε ο πρωθυπουργός, ο οποίος πριν απευθύνει το μήνυμά του προς τους πολίτες, επικοινώνησε με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, και με τους αρχηγούς των κομμάτων, τους οποίους ενημέρωσε για την απόφαση που ελήφθη μετά τις αλλεπάλληλες τηλεδιασκέψεις που προηγήθηκαν τόσο με τους αρμόδιους κυβερνητικούς παράγοντες όσο και με τους στενούς του συνεργάτες, στη διάρκεια των οποίων αξιολογήθηκαν όλα τα δεδομένα σε σχέση με την εξάπλωση του ιού και το βαθμό συμμόρφωσης των πολιτών στα περιοριστικά μέτρα που είχαν ληφθεί τα προηγούμενα 24ωρα.