Στη φάση αυτή, της εθνικής πανδημίας, το ποσό αυτό επιβάλλεται να δοθεί στην πολιτεία ως δείγμα πολιτικής ευθύνης και αλληλεγγύης
Χτες βράδυ, 24 Μαρτίου 2020, μαζί με άλλα, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ανακοινώθηκε η τακτική οικονομική επιχορήγηση των πολιτικών κομμάτων. Σιωπηλά, χωρίς θόρυβο, παραμονή της Εθνικής Επετείου, η Κυβέρνηση, σε συνεργασία με τα κοινοβουλευτικά κόμματα, επισφράγισε την γενναιόδωρη χορηγία του ελληνικού κράτους προς τους πολιτικούς σχηματισμούς. Η Νέα Δημοκρατία λαμβάνει το ποσό των 5 εκατ. ευρώ, ο Σύριζα 4 και κάτι εκατ., το Κινάλ 1,300 εκατ., το ΚΚΕ 1 εκατ., ο Βελόπουλος 800.000, το Μέρα25 680.000, η Κωνσταντοπούλου 85.000, το Ποτάμι 85.000, και το συνολικό ποσό ανέρχεται στα 13.500.000 ευρώ.
Ταξιτζής προς μίμηση: Βοηθά δωρεάν ηλικιωμένους που έχουν ανάγκη
της Κωνσταντίνας Γογγάκη
Σύμφωνα με το ethnos.gr, στη φάση αυτή, της εθνικής πανδημίας, το ποσό αυτό επιβάλλεται να δοθεί στην πολιτεία για το δοκιμαζόμενο Εθνικό Σύστημα Υγείας, ως δείγμα πολιτικής ευθύνης και αλληλεγγύης. Δεν μπορεί να περιμένει κανείς την ευαισθησία και ευεργεσία του ιδιωτικού παράγοντα για την αγορά αναγκαίων υλικών, και την ίδια στιγμή το δημόσιο χρήμα να καταναλώνεται (δεν λέω σπαταλιέται) για την υποστήριξη των κομματικών υποχρεώσεων. Δόξα τω θεό στην Ελλάδα είναι αρκετά σεβαστός ο μισθός των βουλευτών, ώστε να επαρκεί για μια εφάπαξ ενίσχυση των κομμάτων τους, εάν αυτό χρειαστεί. Δεν μπορεί όμως τα κόμματα, να ισχυρίζονται ότι είναι δημοκρατικά, ομόψυχα, αλληλέγγυα, αλλά να θέλουν και την πίττα αφάγωτη και τον σκύλο χορτάτο. Δεν μπορεί, ο λαός, τον οποίο τόσο συχνά επικαλούνται, και μάλιστα με μεγαλοστομίες συμπαράστασης, (και για τον οποίο είναι σε μέγιστο βαθμό υπεύθυνοι), να υφίσταται τα πάνδεινα, αλλά τα ίδια να μη θέλουν να χάσουν τίποτε από όσα μπορούν να κερδίσουν προς όφελός τους.
Είναι πιθανό, ορισμένοι, για να υπονομεύσουν την πρόταση, να πουν ότι πρόκειται για «λαϊκισμό». Αν είναι έτσι, τότε όμως ποια «συνεννόηση και ομοψυχία του πολιτικού κόσμου» εννοούσε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας στο Διάγγελμά της την 24η Μαρτίου; Και ποιό το κίνητρο για την «ατομική ευθύνη» την οποία επικαλούνται όλοι, εάν δεν υπάρχει πρωτίστως η αναγκαία πολιτική ευθύνη; Μήπως πρέπει, μέσω της κίνησης αυτής, της επιχορήγησης του ΕΣΥ από τον – δημόσιο – οβολό των κομμάτων, να δείξει το πολιτικό σύστημα ότι, όντως, συνεννοείται, ομονοεί και τίθεται αλληλέγγυο στην εναγώνια προσπάθεια του συστήματος Υγείας να σταθεί στα πόδια του; Να αγοράσει τους απαραίτητους αναπνευστήρες, που θα καταστήσουν το μαρτύριο ηπιότερο; Να προσλάβει γιατρούς και προσωπικό, που θα οπλίσουν τα νοσοκομεία με έμψυχο υλικό; Να διορθώσει, να προσθέσει, να εξοπλίσει έστω και λίγα από εκείνα που δεν έκανε τόσα χρόνια;
Γιατί, δεν είναι η στιγμή να μιλήσει κανείς για τις τεράστιες ευθύνες ολόκληρου του πολιτικού κόσμου απέναντι στην μεγαλύτερη, την πρώτιστη ανάγκη του λαού που δήθεν εκπροσωπεί, την υγεία. Για τις ελλείψεις, τις σπαταλημένες κρατήσεις των εργαζομένων για την ασφάλεια, την αναξιοπρέπεια της δημόσιας περίθαλψης, τις τριτοκοσμικές και απάνθρωπες συνθήκες της δημόσιας υγείας. Δεν είναι η στιγμή να συγκρίνει κανείς το Εθνικό Σύστημα Υγείας της χώρας μας με άλλα συστήματα, όχι κατ’ ανάγκη μεγάλα, αλλά αξιοπρεπή, εξαιρετικά επαρκή, με ανθρώπινο πρόσωπο, όπως λ.χ. της Ταϊβάν. Είναι η ώρα, απλά, να αποδειχτεί έμπρακτα η «ομοψυχία του πολιτικού κόσμου», περιορίζοντας τα ψευτοσυγκινημένα, ανόητα παχιά, λόγια. Και όταν και αν επιβιώσουμε, θα έρθει η στιγμή που θα κάνουμε την κριτική μας.