Ανησυχία επικρατεί στο επιτελείο της Ντάουνινγκ Στριτ σε περίπτωση νίκης του Μπάιντεν
Ηπλατεία Γκρόβνορ, στο Κένσινγκτον, μια από τις αριστοκρατικότερες περιοχές του Λονδίνου κοσμείται από το μπρούτζινο γλυπτό του Φρανκλίνου Ρούσβελτ, του Αμερικανού Προέδρου που από κοινού με τον Γουίνστον Τσώρτσιλ, ξερίζωσαν από την Ευρώπη το καρκίνωμα του ναζισμού. Στη βάση του υπάρχει η επιγραφή: “Αυτό το μνημείο ανεγέρθηκε χάρη στην οικονομική υποστήριξη των Βρετανών πολιτών.”
Παρά τις οικονομικές δυσχέρειες και τα δελτία διατροφής εκείνη την περίοδο, χιλιάδες Βρετανοί είχαν δώσει εννέα γκινέες ή δέκα σημερινά ευρώ, προκειμένου να εκφράσουν την αγάπη και την ευγνωμοσύνη τους στον αμερικανικό λαό και τον Πρόεδρό του. Ποιος θα έκανε κάτι ανάλογο στην εποχή μας; Ποιος μεταπολεμικός Πρόεδρος αξίζει τόση ευγνωμοσύνη;
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο σεβασμός, η ευγνωμοσύνη και η αγάπη αποτελούν τη βάση της “Ειδική Σχέσης”, που συνάπτεται μεταξύ των δύο χωρών μετά το τέλος του Β´ Παγκοσμίου Πολέμου και τις αρχές του Ψυχρού. Για την Ουάσινγκτον μοναδική χώρα αναφοράς στην Ευρώπη είναι η Βρετανία, η οποία με τη σειρά της επωφελείται πολλαπλά από τη στενή της σύνδεση με την τεχνολογικά και στρατιωτικά πιο ανεπτυγμένη υπερδύναμη του πλανήτη.
Η “ειδική σχέση” αφορά την πολυεπίπεδη συνεργασία μεταξύ των θεμελιωδέστερων θεσμών ενός κράτους. Στόχος της είναι η προστασία της εθνικής ασφάλειας από την κατασκοπἰα, την τρομοκρατία, την εγκληματικότητα, τη διακίνηση ναρκωτικών, τη βιομηχανική δολιοφθορά. Αυτή τη συνεργασία σεβάστηκαν όλοι οι μεταπολεμικοί πρόεδροι και οι κυβερνήσεις σε ΗΠΑ και Βρετανία. Έως την έλευση του Προέδρου Ντὀναλντ Τράμπ στο Οβάλ Γραφείο.
Με τις σαρωτικές αλλαγές σε φιλίες και συνεργασίες η “ειδική σχέση” έχει δεχθεί ισχυρά πλήγματα λόγω των εκ διαμέτρου αντιθέτων απόψεων των δύο υποψηφίων αυτών των εκλογών στις ΗΠΑ σε θέματα διπλωματίας και αξιολόγησης των κινδύνων για τη μακροημέρευση του πλανήτη. Η αλλαγή συσχετισμών σε περίπτωση νίκης του Δημοκρατικού υποψηφίου Τζο Μπάιντεν στις εκλογές προκαλεί μεγάλη ανησυχία στο επιτελείο της Ντάουνινγκ Στριτ που τις τελευταίες εβδομάδες αναζητά επαφή με την εκλογική ομάδα του Μπάιντεν. Προς το παρόν η προσπάθεια δεν είχε κανένα αποτέλεσμα. Σύμφωνα με πηγή των Δημοκρατικών οι δύο σύμβουλοι εξωτερικής πολιτικής του Μπάιντεν, Τόνι Μπλίνκεν και Τζέικ Σάλιβαν, δεν έχουν ανταποκριθεί.
Η δυνατή σχέση που καλλιέργησε ο βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον με τον Τραμπ, ιδιαίτερα μετά την υποστήριξη του τελευταίου στο Μπρέξιτ και τη δημοσίως εκφρασμένη αντιπάθειά του προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, προκάλεσε την μήνιν της ηγεσίας του Δημοκρατικού Κόμματος, με τους Μπαράκ Ομπάμα και Χίλαρι Κλίντον να ζητούν δημοσίως την αποδυνάμωση της “ειδικής σχέσης”. H ολέθρια κίνηση του Μπόρις Τζόνσον να αποσύρει τον νόμο που προβλέπει τα ανοιχτά σύνορα στην Ιρλανδία, μετά από δική του συμφωνία με τις Βρυξέλλες, εξόργισε τον, ιρλανδικής καταγωγής, Τζο Μπάιντεν, ο οποίος απείλησε ότι δεν πρόκειται να συναινέσει σε σύναψη εμπορικής συμφωνίας μεταξύ των δύο χωρών, στην περίπτωση που απειληθεί η ειρηνευτική συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής στη Βόρεια Ιρλανδία.
Δεν είναι φυσικά διόλου εύκολη η διαγραφή μιας συμφωνίας που αφορά επίκαιρα προβλήματα και απειλές. Ειδικά δε, όταν η κυβέρνηση του Μπόρις Τζόνσον διαφοροποιείται από τις ΗΠΑ σε σημαντικά διεθνή ζητήματα: την προστασία του περιβάλλοντος, τον πόλεμο στη Συρία, την αντιμετώπιση της Ρωσίας και του Ιράν. Σ’ όλα αυτά το Λονδίνο συμπορεύεται με τις χώρες της Ευρώπης.
Αμοιβαία οφέλη
Η «ειδική σχέση» ήταν σημαντικός παράγοντας για την παρακμή της Σοβιετικής Ένωσης κατά τη δεκαετία του 80 και τη μετέπειτα διάλυση των κομμουνιστικών καθεστώτων στην Ανατολική Ευρώπη. Χάρις σ᾽ αυτήν η Βρετανία αποκόμισε μεγάλα οφέλη. Οι Υπηρεσίες Ασφαλείας MI5, MI6 και GCHQ διαθέτουν τα πιο σύγχρονα τεχνολογικά μέσα εντοπισμού των κινδύνων που απειλούν τις Δυτικές Δημοκρατίες. Από την πλευρά τους οι ΗΠΑ έχουν στη διάθεσή τους όλο τον πλούτο πληροφοριών που συλλέγουν οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες.
Ποια θα είναι η πολιτική του Τζο Μπάιντεν σε αυτό τον τομέα; Θα ακολουθήσει την πορεία όλων των κομμάτων και Προέδρων μετά τον Β᾽ Παγκόσμιο Πόλεμο και θα διατηρήσει αναλλοίωτη την «ειδική σχέση» ήθα συνεχίσει το δόγμα του Μπαράκ Ομπάμα με περαιτέρω άνοιγμα προς την Ευρώπη; Κατά πόσον δε το στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα θα του επιτρέψει μια τόσο ριζοσπαστική στροφή στην εξωτερική πολιτική;
Σύμφωνα με μια πρώτη εκτίμηση μια κυβἐρνηση Μπάιντεν θα έχει τόσο πολλά άλλα ανοιχτά θέματα σε εσωτερικό και εξωτερικό, ώστε εκ των πραγμάτων δεν θα μπορέσει να τα λύσει. Πόσο μάλλον να προκαλέσει τη ρήξη της παραδοσιακής συμμαχίας της με τη Βρετανία, μια ιδιαίτερα σημαντική χώρα στον στρατιωτικό τομέα. Καμμιά άλλη ευρωπαϊκή χώρα δεν διαθέτει τόσο ενεργητική παρουσία στους διεθνείς αμυντικούς θεσμούς, όσο η Γηραιά Αλβιώνα. Κι αυτό το έχει αποδείξει επανειλημμένα, έως σημείου παρεξήγησης. Επομένως, αυτά που λέγονται και γράφονται αυτή τη στιγμή πιθανότερο είναι πως θα παραμείνουν εικασίες μιας υπόθεσης εργασίας.