Οκτώ συμπτώματα δικτατορίας διά χειρός Γεωργίου-Αλεξάνδρου Μαγκάκη από δοκιμιακή γνωμάτευση του 1987!

«Οι φ υ λ α κ έ ς όλων των δ ι κ τ α τ ο ρ ι ώ ν είναι γεμάτες από α π λ ο ύ ς ανθρώπους που είχαν το θ ά ρ ρ ο ς του πολίτη».

Σε ένα εξαίσιο και άκρως επίκαιρο δοκίμιό του με τίτλο «Σκέψεις για τη Δημοκρατία», το οποίο είχε δημοσιευθεί το 19871, ο Γεώργιος-Αλέξανδρος Μαγκάκης σημείωνε:

«Η απαίτηση του ανθρώπου να πληροφορείται την αλήθεια σχετικά με τα ζητήματα και τα γεγονότα της κοινωνίας του και του κόσμου, πηγάζει από την ανάγκη του να αντιμετωπίζει τα προβλήματά του με τη λογική, απελευθερωμένος από τις προκαταλήψεις και ανεπηρέαστος από εκείνες τις σκοτεινές κοινωνικές δυνάμεις, που επιδιώκουν την ικανοποίηση των συμφερόντων τους με την παραπλάνηση. Έτσι, από την ίδια αυτή την ιδιότητα του ανθρώπου ως λογικού όντος και από το αίτημά του για ορθολογική και καθαρή λειτουργία της κοινωνικής ζωής, δημιουργείται για το κράτος και τις πολιτικές δυνάμεις το καθήκον της αντικειμενικής πληροφόρησης, δηλαδή μια ηθική και πολιτική υποχρέωση για ειλικρινή και, κατά το δυνατόν, πληρέστερη πληροφόρηση πάνω στα προβλήματα της ζωής. Αυτό το καθήκον, η Δημοκρατία όχι μόνο το αποδέχεται και το απολαμβάνει, αλλά το καθιστά ένα από τα στοιχεία της. Έτσι, ολόκληρος ο μηχανισμός της Δημοκρατίας, που περιλαμβάνει την ελευθερία της σκέψης και του λόγου, την ελευθεροτυπία, το διάλογο και τον κοινοβουλευτικό έλεγχο, λειτουργεί για την εκπλήρωση αυτού του καθήκοντος.

 

Αντίθετα, τα απολυταρχικά καθεστώτα όχι μόνο δεν αναγνωρίζουν αυτό το καθήκον, καταργώντας όλους τους θεσμούς που το υπηρετούν, αλλά, θέλοντας να εξασφαλίσουν την τυφλή υπακοή και την άλογη εύνοια του πλήθους, καλλιεργούν το σύστημα της κατευθυνόμενης από σκοπιμότητες πληροφόρησης της κοινής γνώμης. Έτσι παραποιούν και συσκοτίζουν την εικόνα των γεγονότων, διαστρέφουν ώς την παράκρουση τα νοήματα και χρησιμοποιούν μεθοδικά το ψέμα. Η τακτική αυτή είναι μία από τις απανθρωπίες τους.

 

Η αντικειμενική λοιπόν και η ειλικρινής πληροφόρηση, που ανταποκρίνεται στη λογική φύση του ανθρώπου και αποτελεί ένα από τα όπλα του απέναντι στην παραπλάνηση και μιαν από τις βασικότερες προϋποθέσεις για την ανόθευτη συμμετοχή του πολίτη στη λήψη των αποφάσεων, είναι συνυφασμένη με τη Δημοκρατία και μάλιστα τόσο στενά, ώστε να συνιστά έναν απ’ τους όρους της σωστής λειτουργίας της».

Είναι προφανές ότι στην δυστοπική εποχή του κορωνοϊού, και ιδίως στην μητσοτακική μπανανία της πάλαι ποτέ ενδόξου Ελλάδος, όπου τα ΜΜΕ ελέγχονται σε εξωφρενικά υψηλό ποσοστό από την κυβέρνηση, ο προπεριγραφόμενος μηχανισμός της Δημοκρατίας είναι απενεργοποιημένος, δίνοντας το δικαίωμα σε όσους πολίτες έχουν καταφέρει να διατηρήσουν αλώβητη την διαύγειά τους, να παρατηρούν ολοκάθαρα τα πλοκάμια ενός ιατροφασιστικού καθεστώτος που φορά την μάσκα της δημοκρατίας.

Περαιτέρω, ο Μαγκάκης χαρακτήριζε τον σεβασμό στην προσωπικότητα του ανθρώπου «πνευματικό θεμέλιο της Δημοκρατίας», στο μέτρο που σημαίνει «αναγνώριση της εσωτερικής, της ηθικής του αυτονομίας». Το αντίθετο ισχύει για την δικτατορία:

«η δικτατορία, που αφαιρεί την ελευθερία από τον άνθρωπο, γιατί ακριβώς δεν τον θεωρεί άξιό της, και προσπαθεί να του υπαγορεύσει αυτή τις σκέψεις, τις αξίες της ζωής του και την εσωτερική στάση του, αντιμετωπίζει σαν θανάσιμο εχθρό της την ηθικά αυτόνομη προσωπικότητα και θέλει τον άνθρωπο ένα άβουλο πλάσμα, χωρίς δική του εσωτερική αυτοδύναμη ζωή»2.

Και αυτό το χωρίο χτυπά ένα ηχηρό καμπανάκι για την υγειονομική δικτατορία που έχει εγκαθιδρυθεί από τις 17 Μαρτίου 2020 και έπειτα, όταν δηλαδή κηρύχθηκε, με παγκόσμιο θεατρικό συντονισμό, ο ψευτοπόλεμος κατά του «αόρατου εχθρού». Από τότε μέχρι και σήμερα, η εσωτερική, ηθική αυτονομία του ανθρώπου έχει πάει περίπατο, αφού όποιος τολμά να εναντιώνεται στα αυταρχικά και δρακόντεια μέτρα που λαμβάνει κάθε φορά η πανάθλια κυβέρνηση Μητσοτάκη, υπό την καθοδήγηση του «αόρατου μαριονετίστα», αντιμετωπίζεται περίπου ως «θανάσιμος εχθρός».

Μάλιστα, όπως εύστοχα επισημαίνει ο συγγραφέας λίγες σελίδες παρακάτω, στο πλαίσιο της Δημοκρατίας δεν υπάρχουν εχθροί:

«Υπάρχουν μόνο αντίπαλοι, σκληροί έστω και αδιάλλακτοι. […] Εχθροί υπάρχουν –και σωστά υπάρχουν– στα φασιστικά καθεστώτα. Γι’ αυτό ακριβώς, τέτοια καθεστώτα οδηγούνται αναπότρεπτα στην κρίση, που αργά ή γρήγορα επέρχεται. Είναι στατικά, ανίκανα για κοινωνικές προσαρμογές και χωρίς διέξοδο. Είναι καταδικασμένα είτε να οδηγήσουν στην κοινωνική σήψη είτε να καταρρεύσουν»3

Επίσης, αξίζει να θυμηθούμε πώς ανέλυε ο Μαγκάκης την έννοια του «θάρρους του πολίτη», η αναγνώριση της οποίας επιτελεί καθοριστικής σημασίας ρόλο σε μια δημοκρατία4:

«Η υψηλότερη πνευματικά μορφή θάρρους είναι το “θάρρος του πολίτη”. Εκείνη, δηλαδή, η τόλμη του απλού ανθρώπου, που αυτόκλητος ορθώνει το μικρό του ανάστημα απέναντι στην κρατική αυθαιρεσία, για να υπερασπίσει την αξιοπρέπεια του ανθρώπου και τις αξίες της ελεύθερης ζωής, ακολουθώντας, ασυμβίβαστος, την επιταγή της συνείδησής του. Αυτή την ευγενέστατη ανθρώπινη εκδήλωση η Δημοκρατία την αναγνωρίζει και την θεωρεί μεγάλη αρετή και την επιδιώκει, γιατί είναι σύμφωνη με το πνεύμα της και γιατί την έχει ανάγκη». Το αντίθετο ισχύει στην απολυταρχία, όπου «η αρετή αυτή διώκεται σαν να είναι έγκλημα». Ειδικότερα:

 

«η απολυταρχία έχει ανάγκη από την τυφλή υπακοή, που ταπεινώνει τον άνθρωπο, και αυτήν απαιτεί. Οι φυλακές όλων των δικτατοριών είναι γεμάτες από απλούς ανθρώπους που είχαν το θάρρος του πολίτη».

Ποιος μπορεί να μην γουρλώσει τα μάτια του, διαβάζοντας τις παραπάνω αράδες, οι οποίες δεν αφήνουν την παραμικρή αμφιβολία για το δαιμονικό πέπλο της απολυταρχίας που έχουν απλώσει σήμερα πάνω από τις κεφαλές των Ελλήνων οι σβαμπικές μαριονέτες της Νέας Δημοκρατίας (διάβαζε: Νέας Δικτατορίας);

Η αστυνομική μεταχείριση των εν αναστολή υγειονομικών που τολμούν να επιδεικνύουν το προμνημονευθέν ευγενές «θάρρος του πολίτη» και, ειδικότερα, η προσαγωγή τους στο Τμήμα Προστασίας του Δημοκρατικού Πολιτεύματος (sic), ακολούθως δε η διαπόμπευσή τους μέσω της διαδικασίας του αυτοφώρου, επαληθεύει την μαύρη διαπίστωση ότι η παρούσα κυβέρνηση ουδεμία σχέση έχει με το δημοκρατικό πολίτευμα, το οποίο, μάλιστα, επικαλείται επανειλημμένως, σύμφωνα με την ανάστροφη λογική που διέπει τον λατρεμένο μηχανισμό κάθε ολοκληρωτικού καθεστώτος: την προπαγάνδα.

Έξοχα παρατηρεί ο Μαγκάκης ότι:

«η τακτική όλων των δικτατοριών και των άλλων απολυταρχικών καθεστώτων είναι σήμερα –ενώ καταλύουν όλους τους δημοκρατικούς θεσμούς– να σφετερίζονται το όνομα της Δημοκρατίας, προσπαθώντας να καπηλευτούν το κύρος της, να συσκοτίσουν την πραγματικότητα και να προκαλέσουν σύγχυση στο λαό. Έτσι, σήμερα, και οι πιο στυγνές δικτατορίες αυτοχαρακτηρίζονται, με τρόπο αληθινά σχιζοφρενικό, Δημοκρατίες»5

Σημαντική είναι και η ακόλουθη επισήμανση του Μαγκάκη:

«η πολιτική στη Δημοκρατία επιδιώκει να εξασφαλίσει τη λαϊκή εμπιστοσύνη με μέσα το διάλογο και την πειθώ. Έτσι, με βάση τους σκοπούς, το πνεύμα και τα μέσα της, η πολιτική δραστηριότητα στο πλαίσιο της Δημοκρατίας μπορεί να χαρακτηριστεί, όταν ασκείται σωστά, ως “τέχνη της ελευθερίας”»6.

Δυστυχώς, ο διάλογος και η πειθώ, μέσω των οποίων θα έπρεπε μια δημοκρατική κυβέρνηση να προσπαθεί να ωθήσει τον πολίτη να ακολουθήσει την κατ’ αυτήν ενδεικνυόμενη οδό, θεωρούνται σήμερα παρωχημένες επικοινωνιακές τεχνικές, οι οποίες έχουν παραχωρήσει την θέση τους στα εξαναγκαστικά μέσα, δηλ. στην βία και την απειλή. Φυσικά, το πλέον αντιπροσωπευτικό παράδειγμα είναι η θέσπιση του υποχρεωτικού και εν ταυτώ καταναγκαστικού εμβολιασμού, ο οποίος επιχειρήθηκε να εδραιωθεί μέσω της απειλής της αναστολής καθηκόντων-εργασίας και του διοικητικού προστίμου των 100 €.

Μάλιστα, η κατά Μαγκάκη «τέχνη της ελευθερίας» έχει εκφυλισθεί σε «τέχνη της απάτης», αφού όχι μόνο ο πρωθυπουργός ή διάφοροι υπουργοί της παρούσας κυβέρνησης, αλλά και καθηγητές Νομικών Σχολών ή, ακόμη χειρότερα, δικαστές του Συμβουλίου της Επικρατείας διαστρέβλωσαν την νομική φύση της εν προκειμένω απάνθρωπης απειλής σε δήθεν καλοκάγαθο –αυτοπροστατευτικό αλλά και φιλάνθρωπο– κίνητρο εμβολιασμού.

Ο Μαγκάκης αναφέρεται και στην έννοια του πνευματικού ανθρώπου:

«Στο πλαίσιο της Δημοκρατίας ο αληθινά πνευματικός άνθρωπος όχι μόνο μπορεί, αλλά και οφείλει να είναι βαθιά υπεύθυνος συνάνθρωπος. Γιατί η Δημοκρατία απαιτεί απ’ αυτόν να ανταποκρίνεται επάξια στα καθήκοντα του πνευματικού ηγέτη, δηλαδή του ζητά να ζει και να επεξεργάζεται στη συνείδησή του τα προβλήματα της κοινωνίας του και να παίρνει ελεύθερα και θαρραλέα θέση πάνω σ’ αυτά. Ο πνευματικός, συνεπώς, άνθρωπος έχει καθήκον όχι μόνο απέναντι στον εαυτό του, αλλά και απέναντι στην ελεύθερη κοινωνία όπου ζει, να μετέχει στον προβληματισμό του καιρού του και να διατυπώνει τις σχετικές σκέψεις του παίρνοντας ξεκάθαρη θέση»7.

Δυστυχώς, με ελάχιστες εξαιρέσεις, οι πνευματικοί άνθρωποι της σημερινής Ελλάδας επέλεξαν να τηρήσουν σιγήν ιχθύος απέναντι στο ιατροφασιστικό καθεστώς της μητσοτακικής μπανανίας, επιτρέποντας έτσι στους παλιάτσους με το χιτλερικό μουστάκι να επιδίδονται σχεδόν επί τριετία σε ένα απαράμιλλης κακογουστιάς υγειοναζιστικό σόου.

Δημοκρατία, όμως, χωρίς αντιστασιακές φωνές από πνευματικούς ανθρώπους είναι ημέρα χωρίς φως. Ακόμη χειρότερα, δεν είναι παρά μια αμετάκλητη δικτατορική νύχτα χωρίς δημοκρατικούς προβολείς!

Αξίζει να σημειωθεί ότι στις 2 Φεβρουαρίου 1969, μία ώρα περίπου πριν από το μάθημά του στο Πανεπιστήμιο, η χούντα των συνταγματαρχών γνωστοποίησε στον Γεώργιο-Αλέξανδρο Μαγκάκη την απόλυσή του, απαγορεύοντάς του ακόμα και την είσοδό του στον πανεπιστημιακό χώρο.

Με αφορμή αυτή την φρικτή εμπειρία του, ο Μαγκάκης προέβη σε μια νευραλγική για τη σημερινή εποχή επισήμανση (περιέχεται στο αποχαιρετιστήριο μάθημά του, το οποίο εν περιλήψει δημοσιεύθηκε μετά από λίγες ημέρες σε έντυπα και εφημερίδες του εξωτερικού)8:

«Μία είναι η μεγάλη αλήθεια εις το πλαίσιον της επιστήμης μας, ότι το Δίκαιον αποκτά το ηθικόν του περιεχόμενον, καθίσταται δηλαδή ηθική αξία, μόνο εφόσον αποβλέπ%

Translate »