Ο Τούρκος ηγέτης κρατά την εξουσία εδώ και δύο δεκαετίες και η αποχώρησή του θα είχε μεγάλες συνέπειες.
Μπορεί να αποδειχθούν οι πιο σημαντικές διεθνείς εκλογές του 2023 και ίσως οι πιο σημαντικές στην ιστορία της σύγχρονης Τουρκικής Δημοκρατίας.
Η ιδέα ότι οι Τούρκοι ψηφοφόροι μπορεί να του δείξουν την πόρτα έχει τεράστιες συνέπειες για την Τουρκία, την περιοχή και τον υπόλοιπο κόσμο.
Το γεγονός ότι η Τουρκία είναι μέλος του ΝΑΤΟ, γεωγραφικά ότι αποτελεί γέφυρα μεταξύ Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Ασίας, η εξισορροπητική πράξη του Ερντογάν μεταξύ Ρωσίας και Δύσης όσον αφορά την Ουκρανία , είναι οι παράγοντες εκείνοι που δίνουν στη χώρα μια κρίσιμη θέση στον γεωπολιτικό χάρτη.
Υπό τον Ερντογάν, οι σχέσεις με τις ΗΠΑ έχουν επιδεινωθεί, όπως και οι δεσμοί με την Ευρώπη. Στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ, ο Ερντογάν έχει αναλάβει το ρόλο της μπαλαντέρ, περιπλέκοντας την πορεία προς την ένταξη στη συμμαχία για τη Σουηδία και τη Φινλανδία και απαιτώντας παραχωρήσεις από το ΝΑΤΟ καθώς η Δύση προσπαθεί να δημιουργήσει ένα ενιαίο μέτωπο απέναντι στη ρωσική απειλή.
Ωστόσο η οικονομική κρίση στο εσωτερικό της Τουρκίας είναι εκείνη που έχει θέσει σε κίνδυνο τη μακρά βασιλεία του Ερντογάν.
Ο πληθωρισμός άγγιξε 85% τον Οκτώβριο, πλήττοντας τα εισοδήματα των τουρκικών νοικοκυριών.
«Για την αντιπολίτευση, η οικονομική κρίση άνοιξε μια ευκαιρία για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια», δήλωσε ο Εμρέ Ερντογάν, ειδικός στις τουρκικές εκλογές και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Bilgi της Κωνσταντινούπολης.
Παρόλα αυτά είναι γεγονός ότι ο Ερντογάν έχει επιβιώσει από πολλαπλές κρίσεις τις τελευταίες δύο δεκαετίες και με την πάροδο του χρόνου συγκεντρώνει σταθερά όλο και περισσότερη εξουσία, ελέγχοντας τα περισσότερα ιδιωτικά έντυπα και τηλεοπτικά κανάλια.
Ο Έσεν, από το Πανεπιστήμιο Σαμπαντσί, είπε ότι «Είναι δύσκολο να μαντέψει κανείς πώς ακριβώς θα αλλάξουν τα πράγματα καθώς ακόμα περιμένουμε την ανακοίνωση ενός κοινού υποψηφίου της αντιπολίτευσης».
Η κύρια τουρκική συμμαχία των κομμάτων της αντιπολίτευσης αν και δεν έχει ακόμη επιλέξει τον κύριο υποψήφιο της, οι ειδικοί ισχυρίζονται ότι θα ενδιαφερθεί για τη βελτίωση των σχέσεων με την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, πολύ περισσότερο από ότι ο Ερντογάν.
«Σίγουρα εξαρτάται από το ποιον θα προτείνει η αξιωματική αντιπολίτευση», είπε ο Έσεν. «Αλλά αν κερδίσουν, είναι πιθανό να δούμε μια προσέγγιση με τη Δύση».
Η Τουρκία και ο πόλεμος στην Ουκρανία
Οι πιο άμεσες παγκόσμιες επιπτώσεις θα περιλαμβάνουν τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Αν ο Ερντογάν αποχωρήσει από την εξουσία, αυτή θα μπορούσε να έχει θετικές συνέπειες υπέρ των Ουκρανών. Σε όλη τη διάρκεια του πολέμου, ο Ερντογάν έπαιξε στην ουσία ένα διπλό παιχνίδι. Από τη μια πλευρά, έχει προμηθεύσει όπλα στην Ουκρανία, στέλνοντας οπλισμένα drones που έχουν βοηθήσει την αντίσταση κατά της Ρωσίας. Έχει επίσης ενεργήσει ως μεσάζων μεταξύ Μόσχας και Κιέβου στις συνομιλίες για να επιτραπεί στις αποστολές σιτηρών να φύγουν από τα λιμάνια της Ουκρανίας.
Από την άλλη πλευρά, η Τουρκία διατηρεί στενούς δεσμούς με τη Ρωσία και ο Ερντογάν έχει στενή σχέση με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν. Πράγματι, αυτοί οι δεσμοί μπορεί να έχουν βαθύνει από τότε που ξεκίνησε ο πόλεμος.
Καθώς οι δυτικοί σύμμαχοι του Ερντογάν επέβαλλαν στην Μόσχα οικονομικές κυρώσεις, η Τουρκία εντείνει τις εμπορικές της σχέσεις με τη Ρωσία.
Μεταξύ Ιανουαρίου και Ιουλίου 2022, η αξία των ρωσικών εξαγωγών προς την Τουρκία ήταν παραπάνω από 32 δισ, δολάρια, αντιπροσωπεύοντας το 15% του συνόλου των τουρκικών εισαγωγών.
‘Ετσι οι προμήθειες ντίζελ από τη Ρωσία στην Τουρκία, για παράδειγμα, αυξήθηκαν κατά 25% πέρυσι, σε περισσότερους από 5 εκατομμύρια τόνους, σύμφωνα με το Reuters και οι τουρκικές εξαγωγές στη Ρωσία αυξήθηκαν κατά 45% το 2022.
Αλλά η προσέγγιση μετά τον Ερντογάν πιθανότατα θα αλλάξει, με την Άγκυρα να αποστασιοποιείται από τη Μόσχα και να εντείνει τη βοήθειά της για την Ουκρανία.
«Υπό την αντιπολίτευση, η Τουρκία είναι πιθανό να προσπαθήσει να δώσει περισσότερη υποστήριξη στην Ουκρανία και να απομακρυνθεί από τη Ρωσία, κάτι που φυσικά θα έχει συνέπειες για τον πόλεμο», είπε ο Έσεν
Τουρκία -Συρία
Πέρα από την Ουκρανία, αυτός ο επαναπροσανατολισμός θα μπορούσε να επηρεάσει μια άλλη ζώνη σύγκρουσης: τη Συρία.
Από τη μια πλευρά ο Ερντογάν υποστήριξε επιθετικά ομάδες που συμμετείχαν στην εξέγερση κατά του καθεστώτος του Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ, ενώ διεξήγαγε επίσης έναν μακροχρόνιο πόλεμο ενάντια στις κουρδικές ομάδες πουδημιούργησαν έναν ημιαυτόνομο θύλακα στη βόρεια Συρία
Η ιδιαίτερη εμμονή του ήταν με τις Μονάδες Άμυνας του Λαού (YPG), μια κατά κύριο λόγο κουρδική ομάδα που ελέγχει ένα ευρύ φάσμα εδάφους στη βορειοανατολική Συρία. Το YPG συνδέεται με το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK), το οποίο έχει εξαπολύσει εξέγερση κατά της τουρκικής κυβέρνησης εδώ και δεκαετίες, αν και αρνούνται ότι συνδέονται άμεσα.
Οι ΗΠΑ καταγράφουν το PKK ως τρομοκρατική ομάδα αλλά προς απογοήτευση του Ερντογάν, παρέχουν βοήθεια στο YPG στο πλαίσιο της εκστρατείας κατά του ISIS στη Συρία. Τα στρατεύματα των ΗΠΑ συνεχίζουν να επιχειρούν σε περιοχές της Συρίας που ελέγχονται από το YPG.
Πρόσφατα, ο Ερντογάν απείλησε με νέα εισβολή στη Συρία για να καταδιώξει το YPG και αυτές οι απειλές έχουν προκαλέσει αυστηρές προειδοποιήσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η ζωή μετά τον Ερντογάν, όταν πρόκειται για τη Συρία, μπορεί κάλλιστα να είναι λιγότερο γεμάτη από την άποψη τέτοιων απειλών. Η αντιπολίτευση, είναι πιθανό να είναι λιγότερο πολεμική και απίθανο να πραγματοποιήσει μια τέτοια εισβολή, καθώς επιδιώκει να διορθώσει τους δεσμούς με τη Δύση.
Τουρκία και ΝΑΤΟ
Μια νέα, αναπροσανατολισμένη τουρκική εξωτερική πολιτική, αυτή που ευνοεί την Ουκρανία έναντι της Ρωσίας, θα ήταν φυσικά ευπρόσδεκτη στο ΝΑΤΟ, όπου η τάση του Ερντογάν να χτυπά τη Δύση είναι πιο αισθητή.
Οκτώ μήνες μετά, οι αιτήσεις ένταξης της Σουηδίας και της Φινλανδίας παραμένουν όμηροι του Ερντογάν, ο οποίος αρνήθηκε να δώσει τη συγκατάθεσή του. Τα νέα μέλη του ΝΑΤΟ πρέπει να γίνουν δεκτά ομόφωνα. Ο Ερντογάν ζήτησε – μόλις την περασμένη εβδομάδα – από τη Σουηδία και τη Φινλανδία να εκδώσουν δεκάδες πολιτικούς αντιπάλους που αποκαλεί «τρομοκράτες».
Τουρκία και Ελλάδα
Αντιλαμβανόμαστε ότι την χώρα μας δεν την εξυπηρετεί επανεκλογή του Ερντογάν για ευνόητους λόγους που έχουν να κάνουν με την άκρως επιθετική του στάση σε βάρος της.
Η υποψηφιότητα και η νίκη του Κιλιτζάρογλου με δεξί χέρι την Ασκενέρ, επίσης δεν θα σήμαινε ουσιαστική διαφοροποίηση της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας σε σχέση με την Ελλάδα, αφού είναι γνωστές οι ανθελληνικές θέσεις και των δύο, οι οποίες δεν εκτιμούμε ότι θα αλλάξουν σημαντικά μετά τη νίκη τους.
Επιπλέον θα είχαμε μια δυαρχία εξουσίας των κεμαλιστών του CHP, με τους Εθνικιστές του İYİ , αντί του Ισλαμιστή Ερντογάν του CHP και του Εθνικιστή γκρίζου λύκου Μπαχτσελί του MHP που έχουμε τώρα.
Κοινώς πάλι στην εξουσία της Τουρκίας θα είχαμε ένα Εθνικιστικό κόμμα, όπως και τώρα, οπότε δεν θα έπρεπε ως χώρα να προσδοκούμε ουσιαστική βελτίωση των Ελληνοτουρκικών σχέσεων, αλλά οπωσδήποτε θα περιμένουμε την επανέναρξη του διαλόγου μεταξύ των δύο χωρών.
Η υποψηφιότητα Ιμάμογλου θα ήταν η καλύτερη δυνατή για την Ελλάδα στην παρούσα φάση, αφού είναι ένας νέος πολιτικός με όραμα, που διατηρεί καλές σχέσεις με τον δήμαρχο της Αθήνας Μπακογιάνη.
Ωστόσο η εμπειρία που έχουμε αποκομίσει από την πορεία του Ερντογάν και των προκατόχων του σε σχέση με τα Ελληνοτουρκικά , δείχνει ότι οι Τούρκοι πολιτικοί ανεξαρτήτως κόμματος, εφαρμόζουν μια σταθερή επιθετική εξωτερική πολιτική με την Ελλάδα, η οποία είχε περιόδους όπου απειλήθηκε στρατιωτική σύρραξη μεταξύ των δύο χωρών, κρίσεις 1987,1996, 2020.
Παρόλα αυτά ο Ερντογάν είναι ο μόνος που έχει οδηγήσει τις Ελληνοτουρκικές σχέσεις σε παρατεταμένη κρίση εδώ και 2 χρόνια, αμφισβητώντας την Εθνική μας κυριαρχία στα νησιά του Αιγαίου και απειλώντας ότι θα έρθουν οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις σε αυτά μια νύχτα ξαφνικά για να καταλάβουν.
Αυτά δεν περιμένουμε να τα εφαρμόσει ο Ιμάμογλου, τουλάχιστον άμεσα…