Ἰδοὺ οἱ πραγματικοὶ ἔνοχοι: Ὁ Πρωθυπουργὸς καὶ ὁ ἁρμόδιος Ὑπουργός
Ἡ σπαρακτικὴ τραγῳδία, ἡ ὁποία προεκλήθη ἀπὸ τὴν μετωπικὴ σύγκρουσι τῶν δύο ἁμαξοστοιχιῶν στὰ Τέμπη, δὲν εἶναι δυστύχημα, ἀλλὰ δολοφονία. Καὶ ἐπειδὴ τὰ ὅρια τοῦ γοεροῦ καὶ τοῦ θρηνώδους ἀποστρέφονται τὶς λέξεις, θὰ σταθοῦμε ἁπλῶς μὲ δέος, ὀδύνη καὶ σεβασμὸ δίπλα στὰ δάκρυα τῶν γονέων, οἱ ὁποῖοι «ὀρφάνεψαν». Λέμε «ὀρφάνεψαν», διότι δὲν ὑπάρχει λέξις γιὰ κάτι τόσο ἀλλόκοτο καὶ ἀβάστακτο, ὅσο τὸ νὰ φεύγουν τὰ παιδιὰ πρὶν ἀπὸ τοὺς γονεῖς.
Ὑπάρχουν ὅμως τὰ κύματα ὀργῆς γιὰ τοὺς ἀνάλγητους καὶ ἀδιάφορους θεομπαῖκτες, οἱ ὁποῖοι λυμαίνονται τὴν ἐξουσία καὶ ὑπεβίβασαν καὶ κατεβίβασαν τὴν Πατρίδα μας σὲ χώρα καὶ σὲ χῶρο. Τοὺς ἀνειδίκευτους εἰδήμονες, τοὺς διακεκριμένους ἀνειδοποίητους, οἱ ὁποῖοι παριστάνουν τοὺς Πρωθυπουργοὺς καὶ τοὺς Ὑπουργούς.
Ὁ συγκεκριμένος Ὑπουργὸς Μεταφορῶν, αὐτός, ὁ ὁποῖος σὲ λίγα μόλις λεπτά, μὲ ἐντολὴ Πρωθυπουργοῦ, κινητοποίησε ἐντυπωσιακοὺς μηχανισμούς, γιὰ τὴν ἀφαίρεσι ἀνηρτημένων στὸ Μετρὼ Ἀθηνῶν ἀφισσῶν μὲ ἀναφορὰ στὰ «ἀγέννητα παιδιά», ἀπέδειξε πόσο ἐνδιαφέρεται καὶ γιὰ τὰ «γεννημένα παιδιά». Ἐπὶ τριάμισυ συναπτὰ ἔτη, μέσα στὴν νιρβάνα τῆς ἀπραξίας του, δὲν βρῆκε χρόνο νὰ ἀκούσῃ τὶς προειδοποιητικὲς ἀναφορὲς τῶν σιδηροδρομικῶν γιὰ τὰ ἐπερχόμενα ἐγκληματικὰ δυστυχήματα. Ἐμφανίσθηκε δὲ τόσο «πειστικῶς» συντετριμμένος, ὥστε δηλώνοντας παραίτησι, φρόντισε νὰ μᾶς ἐνημερώσῃ ὅτι αὐτὸ δείχνει εὐθιξία, διότι ἔτσι μᾶλλον τὸν ἐνημέρωσαν πὼς ἐκφράζεται αὐτὸ τὸ ἄγνωστο σ’ αὐτὸν συναίσθημα. Καὶ ἐνθυμούμενος τὸν ὑπουργικὸ θῶκο, ποὺ οὔτως ἢ ἄλλως θὰ ἀποχωριζόταν σὲ λίγο λόγῳ τῶν ἐπικειμένων ἐκλογῶν, «ἔκλαψε» ἐκφέροντας ὡς γνωμικά, τὶς κλασσικὲς πλέον ἀναφορὲς αὐτῶν τῶν ἐπιφανῶν οἰκογενειόσταλτων ἐγκαθέτων, πὼς φταῖνε οἱ ἄλλοι, καὶ ὑπέδειξε ὑπαλλήλους καὶ χαμηλομίσθους. Γελοιοποιήθηκε δὲ ἀκόμη περισσότερο μὲ τὸ νὰ ζητῇ «κλαίγοντας» ψυχραιμία, αὐτός, γιὰ τὸν ὁποῖο βασικὴ προϋπόθεσις τῆς θέσεως, στὴν ὁποία παρασιτοῦσε, εἶναι ἡ ψυχραιμία.
Καὶ τί νὰ πῇ κανεὶς γιὰ τὸν ἀδιάφορο Ἰταλὸ Πρόεδρο τῶν τραίνων, ὁ ὁποῖος ἀκόμη δὲν θὰ μπορῇ νὰ πιστέψῃ πῶς οἱ Ἕλληνες(;) κυβερνῆτες, πρωτοστατοῦντος τοῦ ἐθνικοῦ καταστροφέως καὶ ἐνταφιαστοῦ Κωστῆ Χατζηδάκη, στὰ πλαίσια τῆς διατεταγμένης ἐθνοκτόνου πολιτικῆς, ἀποδομήσεως καὶ ξεπουλήματος κάθε ὑγιοῦς Ἑλληνικοῦ Δημοσίου Ὀργανισμοῦ (Ο.Α., Ο.Τ.Ε., Ο.Σ.Ε.), οὐσιαστικῶς χάρισαν τὰ τραῖνα τῆς Ἑλλάδος στὴν πατρίδα του τὴν Ἰταλία καὶ οἱ γηγενεῖς Ἕλληνες δὲν τοὺς κυνήγησαν.
Καὶ ὅλη αὐτὴ ἡ συμφορὰ ἔγινε ἡ καθημερινότης μας, διότι οἱ πραγματικοὶ ὑπεύθυνοι, δηλαδὴ ὁ ἑκάστοτε ἁρμόδιος Ὑπουργὸς καὶ ὁ ἑκάστοτε Πρωθυπουργός, ὁ ὁποῖος τὸν ἐπέλεξε στὰ πλαίσια τῆς δοσοληπτικῆς του μικρότητος, ἔχουν τὴν χυδαία ἀλαζονεία τῆς ἀτιμωρησίας. Γι’ αὐτὸ κι ἐμεῖς ὀφείλουμε νὰ ἀπαιτήσουμε τὴν διὰ νόμου τιμωρία τους, διεκδικῶντας τὴν καταπατημένη ἰσονομία μας.
Αὐτὲς τὶς στιγμὲς τῆς ἄφατης ὀδύνης, ἂς κατανοήσουμε ἐπὶ τέλους, πὼς ὅσο δὲν τιμωροῦνται οἱ πραγματικοὶ ὑπεύθυνοι, οἱ συμφορὲς θὰ διαδέχωνται ἡ μία τὴν ἄλλη, μέχρι τὸν τελικὸ ἀφανισμό μας («Τὸ κατ’ ἀρχὰς [κακόν] μὴ κολαζόμενον, ἐπὶ μεῖζον αὔξεται.», Αἴσωπος).