Οι υποβρύχιες εκρήξεις στους αγωγούς φυσικού αερίου Nord Stream 1 & 2 για το οποίο όλες πλέον οι εκτιμήσεις επίσημων αξιωματούχων συγκλίνουν ότι επρόκειτο περί σαμποτάζ που θα μπορούσαν να είχαν γίνει από τις ΗΠΑ.
Οι ΗΠΑ είχαν κάθε συμφέρον για κάτι τέτοιο αφενός αποκόπτοντας οριστικά την Ευρώπη από οποιαδήποτε συνδιαλλαγή με την Ρωσία αφετέρου δε, γιατί έτσι θα κερδίσουν οι αμερικανικές εταιρείες LNG αφού κόπηκε οριστικά η «γέφυρα ενέργειας» με τα ενεργειακά πεδία της Ρωσίας.
Πέρα από το γεγονός ότι οι Πολωνοί επιβεβαίωσαν με tweet την ενέργεια των ΗΠΑ, υπάρχουν και αντικειμενικά δεδομένα.
Πως όμως θα μπορούσαν οι ΗΠΑ να προσχωρήσουν σε μια τέτοια ενέργεια; Έχουν τα απαραίτητα μέσα;
Η απάντηση ακούει στο υποβρύχιο USS Jimmy Carter (SSN-23) ενός μετασκευασμένου επιθετικού πυρηνοκίνητου υποβρυχίου κλάσης Seawolf.
Το Carter έχει μεγαλύτερο μήκος κατά 33 περίπου μέτρα από τα υπόλοιπα σκάφη της κλάσης, που προήλθε από την προσθήκη ενός τμήματος που ονομάζεται MMP ή πλατφόρμα πολλαπλών αποστολών.
Από το συγκεκριμένο τμήμα πραγματοποιείται η εξαπόλυση υποβρύχιων οχημάτων όπως για παράδειγμα σκάφη των SEAL ή ROV.
Στην κατασκευή έχει προβλεφτεί και η δημιουργία ενός διαδρόμου μέσα από το επιπρόσθετο τμήμα των 33 μέτρων περίπου ώστε το πλήρωμα να μπορεί να μετακινείται εντός του υποβρυχίου ενώ ταυτόχρονα να υπάρχει και ο χώρος για την φύλαξη των υποβρύχιων οχημάτων.
Το σκάφος ‘έχει πλήρες εκτόπισμα σε κατάδυση 12.139 τόνων, μήκος 138 μέτρων και πλήρωμα 141 ατόμων, ενώ αναπτύσσει μέγιστη ταχύτητα σε κατάδυση 40 κόμβων.
Όπως πολλοί κετμούν ένα τέτοιο σκάφος εξαπολύοντας τα μίνι υποβρύχια που διαθέτει θα μπορούσε να προκαλέσει καταστροφικό κτύπημα στους υποθαλασσίους αγωγούς φ.α.
Δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται υποβρύχια επιχείρηση τέτοιου εύρους.
Στις αρχές της δεκαετίας του ΄70 η αμερικανική κυβέρνηση διαπίστωσε την ύπαρξη ενός υποθαλάσσιου καλωδίου στην Οχοτσκική Θάλασσα το οποίο ένωνε δύο κύριες σοβιετικές ναυτικές βάσεις:
Την βάση του Petropavlovsk στην χερσόνησο της Καμτσάτκα και το αρχηγείο του σοβιετικού Στόλου του Ειρηνικού στο Βλαδιβοστόκ. Το πρόβλημα, για τις ΗΠΑ, ήταν ότι την περίοδο εκείνη η Οχοτσκική Θάλασσα θεωρείτο από την ΕΣΣΔ ως εθνικά της χωρικά ύδατα έχοντας εγκαταστήσει ένα υποθαλάσσιο δίκτυο υδροφώνων ώστε να εντοπίζει υποβρύχιους εισβολείς.
Στην επιφάνεια επίσης υπήρχε μεγάλος αριθμός σκαφών που περιπολούσαν στην περιοχή. Τον Οκτώβριο του 1971 το υποβρύχιο του αμερικανού Ναυτικού USS Halibut (SSGN-587) εισήλθε στην Οχοτσκική Θάλασσα οι δύτες του εντόπισαν το υποβρύχιο καλώδιο και τοποθέτησαν σε αυτό μια συσκευή μήκους 6,1 μέτρων η οποία χωρίς να το τρυπάει μπορούσε να υποκλέψει τα δεδομένα.
Κάθε μήνα δύτες από υποβρύχια ανακτούσαν τις μαγνητοφωνήσεις του υποθαλάσσιου καλωδίου επικοινωνιών και τοποθετούσαν νέες ταινίες καταγραφής.
Οι Σοβιετικοί ήταν τόσο σίγουροι για την ασφάλεια της υποθαλάσσιας επικοινωνίας ώστε οι συνομιλίες δεν είχαν κρυπτογραφικό πρωτόκολλο με αποτέλεσμα οι ΗΠΑ να αποκτήσουν από τις υποκλοπές αυτές πολύ σημαντικές πληροφορίες για το Στόλο του Ειρηνικού και τις κινήσεις των πυρηνοκίνητων υποβρυχίων κλάσης Yankee και Delta.
Μετά την αρχική επιτυχία της επιχείρησης το αμερικανικό Ναυτικό προχώρησε σε υποκλοπές και σε άλλα υποβρύχια καλώδια επικοινωνιών του σοβιετικού Ναυτικού με τις εταιρείες AT&T και Bell Laboratories να προσφέρουν τις συσκευές υποκλοπών οι οποίες αντλούσαν ενέργεια από ραδιοισοτοπικούς συσσωρευτές και μπορούσαν να αποθηκεύσουν τα δεδομένα ενός ολόκληρου χρόνου. Τα υποβρύχια που χρησιμοποίησε το αμερικανικό Ναυτικό για αυτές τις αποστολές ήταν τα USS Parche (SSN-683), USS Richard B. Russell (SSN-687), και USS Seawolf (SSN-575).
Η υπόθεση τελικά έγινε γνωστή στους Σοβιετικούς πολύ αργότερα το 1981 από έναν υπάλληλο της NSA τον Ronald Pelton, ο οποίος πούλησε τις πληροφορίες που ήξερε για την επιχείρηση στην KGB έναντι 35.000$. Σήμερα εξακολουθεί να εκτίει την ποινή του.
Αυτό το επιτυχημένο εγχείρημα των ΗΠΑ ίσως ήταν μόνο η κορυφή του παγόβουνου, καθώς το αμερικανικό Ναυτικό πιθανότατα διεξήγαγε και άλλες λειτουργίες υποκλοπής. Ο Έντουαρντ Σνόουντεν αποκάλυψε στα μέσα ενημέρωσης ότι η αμερικανική NSA και η βρετανική GCHQ είναι σε θέση να συλλέγουν τεράστιες ποσότητες δεδομένων Διαδικτύου από παγιδεύσεις που τοποθετούνται κρυφά σε καλώδια οπτικών ινών παντού στον κόσμο.