Το εναλλακτικό σχέδιο των πλουσίων σε καιρούς πανδημίας
«Αυτό που θέλουν είναι μια πολιτική ασφάλειας ή μια εναλλακτική υπηκοότητα, που τους παρέχει ένα εναλλακτικό σχέδιο», σημειώνει ο Ντόμινικ Βόλεκ του δικηγορικού γραφείου Henley & Partners, που παρέχει συμβουλές διαμονής. «Ανησυχούν για τις υποδομές υγείας και την ετοιμότητα των Αρχών για την αντιμετώπιση της πανδημίας, γιατί αυτή μπορεί να μην είναι η μοναδική στη διάρκεια της ζωής τους. Οι πλούσιοι δεν κάνουν σχέδια για πέντε-δέκα χρόνια, αλλά για πάνω από εκατό όσον αφορά τον πλούτο και την ευημερία τους», προσθέτει.
Η Henley & Partners θεωρεί ότι η αύξηση του ενδιαφέροντος – κατά 49% από τον Ιανουάριο μέχρι τον Ιούνιο, σε σύγκριση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα – για «χρυσές βίζες», άδειες παραμονής, αγορά υπηκοότητας και ξένα διαβατήρια πιθανώς συνδέεται με τον κορωνοϊό, τις ανησυχίες για την δημόσια υγεία και τα σενάρια καταστροφής.
Oι δημοφιλέστεροι προορισμοί
Όσον αφορά συγκεκριμένα προγράμματα ιθαγένειας, το Μαυροβούνιο και η Κύπρος είναι οι δημοφιλέστερες χώρες με τις νέες αιτήσεις για «χρυσές βίζες» να εκτοξεύονται κατά 142% και 75% αντίστοιχα το πρώτο τρίμηνο του 2020, σε σύγκριση με το τελευταίο τρίμηνο του 2019. Έντονο παραμένει το ενδιαφέρον και για τη Μάλτα. «Πολλοί άνθρωποι αυτής κατηγορίας με μεγάλα περιουσιακά στοιχεία ενδιαφέρονται για την Κύπρο και τη Μάλτα, επειδή παρέχουν στους αιτούντες και τις οικογένειές τους απεριόριστη πρόσβαση και ευχέρεια εγκατάστασης σε ολόκληρη την ΕΕ. Δεν απολαμβάνουν μόνον μεγαλύτερης ελευθερίας κινήσεων, αλλά και καλύτερης εκπαίδευσης και υγειονομική περίθαλψη (από ό, τι στις χώρες καταγωγής τους)», λέει ο Βόλεκ.
Μεγάλη ζήτηση έχουν και τα προγράμματα διαμονής στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία λόγω του τρόπου που χειρίζονται οι χώρες αυτές την πανδημία του κορωνοϊού.
«Η Νέα Ζηλανδία αναδείχθηκε στην κορυφή όσον αφορά στον τρόπο αντιμετώπισης της πανδημίας σε σύγκριση με μερικούς από τους άλλους προορισμούς, που συνήθως προτιμώνται, όπως η Βρετανία ή οι ΗΠΑ. Διαπιστώσαμε μια μεγάλη αύξηση στις έρευνες για επενδυτικές “χρυσές” βίζες στην Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία, κάτι στο οποίο έδωσαν πιθανώς ώθηση άρθρα για στελέχη της Σίλικον Βάλεϊ, που είχαν μετάσχει σε διάφορα προγράμματα επενδυτικής βίζας πριν την πανδημία και έθεσαν σε εφαρμογή σχέδια για τις χειρότερες μέρες», λέει ο Βόλεκ.
Στη συνήθη «πελατεία» των πλούσιων Κινέζων και υπηκόων χωρών της Μέσης Ανατολής, που ορέγονται «χρυσές βίζες» και ξένες υπηκοότητες μέσω επενδύσεων προστέθηκαν το τελευταίο εννιάμηνο Αμερικανοί, Ινδοί, Νιγηριανοί και Λιβανέζοι. Ειδικά οι αιτήσεις των Αμερικανών αυξήθηκαν κατά 700% το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους σε σύγκριση με το τελευταίο τρίμηνο του 2019.
Μεγάλη ζήτηση για χώρες – καταφύγια από τον κορωνοϊό
Ορισμένοι από τους πλούσιους αυτούς με τις χρυσές βίζες απλώς αναζητούν ένα ασφαλές, απόμερο μέρος, όπου θα μπορέσουν να καταφύγουν με τις οικογένειές τους σε περίπτωση που ξεσπάσει μια νέα πανδημία.
«Λέγεται ότι οι μικρότερες χώρες μπορούν να διαχειριστούν ευκολότερα την πανδημία», σημειώνει ο Νούρι Κατζ, πρόεδρος της APEX Capital Partners, που δραστηριοποιείται στην απόκτηση υπηκοότητας μέσω επενδύσεων. «Στις ΗΠΑ η κατάσταση είναι εκτός ελέγχου, αλλά μικρότερες χώρες δεν έχουν πληγεί τόσο πολύ. Κράτη της Καραϊβικής, όπως η Δομινικανή Δημοκρατία, η Αντίγκουα και Μπαρμπούντα και ο Άγιος Χριστόφορος έχουν καταγράψει πολύ λίγα κρούσματα του κορωνοϊού. Αυτές οι μικρές χώρες φαίνονται να επιχειρούν ένα άνοιγμα και υπάρχει η αίσθηση ότι θα μπορέσουν να διαχειριστούν αυτό το πρόβλημα πολύ καλύτερα από μεγάλα κράτη. Υπάρχει λοιπόν πολύ ενδιαφέρον γι’ αυτές».
Πέραν τούτων οι μικρές νησιωτικές χώρες της Καραϊβικής παρέχουν σχετικά ανέξοδες «χρυσές βίζες» και μεγαλύτερη ταξιδιωτική πληροφορία. «Αν διαθέτει κανείς περιουσία ενός έως πέντε με δέκα εκατ. δολαρίων η Καραϊβική είναι εξαιρετική επιλογή», σημειώνει ο Βόλεκ. «Για παράδειγμα, ένας πλούσιος από το Μπαγκλαντές έχει στην κατοχή ένα από τα χειρότερα διαβατήρια όσον αφορά στην ευχέρεια των μετακινήσεων ανά την υφήλιο, χρειάζεται βίζα για να πάει παντού. Αν δωρήσει όμως 100.000 δολάρια στην κυβέρνηση της Αντίγκουα και Μπαρμπούντα, η τετραμελής οικογένειά του μπορεί να αποκτήσει ένα δεύτερο διαβατήριο σε περίπου τέσσερις με έξι μήνες».