Η κυβέρνηση ετοιμάζει νέο Πρόγραμμα ΓΕΦΥΡΑ ΙΙ για να επιδοτήσει δόσεις δανείων επαγγελματιών και επιχειρήσεων, στα πρότυπα του προγράμματος ΓΕΦΥΡΑ για δάνεια με υποθήκη Α’ κατοικίας
Από διαμετρικά αντίθετες θέσεις ξεκινούν την ερχόμενη εβδομάδα οι συζητήσεις με τους θεσμούς για το σχέδιο αντιμετώπισης των συσσωρευμένων χρεών της πανδημίας. Σε 100 μέρες θα έχουν λήξει οι αναστολές πληρωμής που ίσχυσαν το 2020 και στην κυβέρνηση εκπονούν σχέδια για επιδότηση δόσεων και νέες ρυθμίσεις χρεών πολλαπλών ταχυτήτων.
Σύμφωνα με πληροφορίες πάντως, παρότι το πρόβλημα της υπερχρέωσης είναι σε έξαρση παγκοσμίως λόγω κορωνοϊού, οι θεσμοί το χαρακτηρίζουν τις εκθέσεις αξιολόγησης ως δομικό για την Ελλάδα και πως χρήζει ειδικής προσοχής, γιατί υπάρχει ο φόβος να ξυπνήσουν μνήμες και ανησυχίες περασμένων δεκαετιών ξανά για τη χώρα μας.
Και στην κυβέρνηση έχουν λάβει το μήνυμα όμως πως “οριζόντιες” ρυθμίσεις θa προσκρούσουν σε τείχος. Για το λόγο αυτό, στην κυβέρνηση να μιλήσουν από τώρα ανοικτά για ρυθμίσεις με πολλές δόσεις για χρέη στην Εφορία και τα Ταμεία, αφού δεν ξέρουν αν αυτές θα είναι 100-120 όπως επιζητεί, ή θα περιοριστούν τελικώς στις μισές ή και λιγότερες. Θα συνοδεύονται επίσης από κριτήρια τρωτότητας, που θα περιορίσουν αισθητά και την περίμετρο των δικαιούχων.
Οι θεσμοί ανησυχούν ότι μέσα στα απόνερα που θα αφήνει πίσω της η ύφεση, σε εποχές με χαμηλά φορολογικά έσοδα ή λιγότερες ασφαλιστικές εισφορές και πολύ υψηλό δημόσιο χρέος- εάν ανασταλεί περαιτέρω η πληρωμή υποχρεώσεων που ήδη έχει «παγώσει» για σχεδόν 1,5 χρόνο, τότε ούτε το πρόβλημα των οφειλετών λύνεται, αλλά ούτε και το δημόσιο θα μπορέσει να ορθοποδήσει για να επιστρέψει ως το 2023 ξανά στα πλεονάσματα.
Ακόμα μεγαλύτερο είναι το χάσμα για την τύχη που θα έχουν οι δανειολήπτες. Η κυβέρνηση προετοιμάζει νέο Πρόγραμμα ΓΕΦΥΡΑ ΙΙ για να επιδοτήσει δόσεις δανείων επαγγελματιών και επιχειρήσεων, στα πρότυπα του προγράμματος ΓΕΦΥΡΑ για δάνεια με υποθήκη Α’ κατοικίας.
Αντί για επιδότηση δόσεων έως 90% για 9 μήνες όμως, όπως ισχύει για την προστασία της κατοικίας, οι θεσμοί φέρονται να μιλούν μόνο για επιδότηση επιτοκίου και όχι κρατική επιδότηση των δόσεων. Η απόσταση θα πρέπει να καλυφθεί χωρίς να διαταραχθεί η μακροοικονομική σταθερότητα της χώρας, η 9η Αξιολόγηση αλλά και η λειτουργία της αγοράς.
Το οξύ πρόβλημα περιγράφει σε παρέμβασή του προς την κυβέρνηση και την κεντρική της χώρας, το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος. Και επισημαίνει ότι:
– μέχρι σήμερα, οι τράπεζες και οι εταιρείες διαχείρισης έχουν εγκρίνει αναστολές για δάνεια κοντά στα 30 δισ. ευρώ
– σύμφωνα με το καλό σενάριο, ένα 20% από τους δανειολήπτες (φυσικά και νομικά πρόσωπα) που έχουν ενταχθεί σε αυτήν τη ρύθμιση, δεν θα μπορέσουν να είναι φέτος συνεπείς στις υποχρεώσεις τους. Δηλαδή οφειλές περίπου 6 δισ. ευρώ κινδυνεύουν να βρεθούν «στον αέρα».
– στο δυσμενές σενάριο, μπορεί να ξεπεράσει και το 50% το ποσοστό των δανειοληπτών που θα βρεθούν σε αδυναμία εξυπηρέτησης αυτών των υποχρεώσεων τους. Τότε το «άνοιγμα» τω υποχρεώσεων θα φτάνει έως και στα 15 δισ. ευρώ!
– τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ανέρχονται ήδη σε 58,7 δισ. ευρώ και αποτελούν το 35,8% του συνόλου (Σεπτέμβριος 2020). Μαζί με τα σχεδόν 30 δισ. των οφειλών που εκκρεμούν, φαντάζει ακόμα δυσκολότερη η είσπραξη από δάνεια που έχουν σταματήσει να εξυπηρετούνται πριν την πανδημία.
Για τους λόγους αυτούς και το ΟΕΕ προτείνει «οκτώ συγκεκριμένα και απόλυτα εφικτά μέτρα», όπως τονίζει. Συγκεκριμένα ζητά:
– την επέκταση του Προγράμματος «Γέφυρα» για όλο το 2021.
– τη δυνατότητα παράτασης του προγράμματος των αναστολών πληρωμών δόσεων των ενήμερων δανείων, πέρα των 9 μηνών.
– άμεση ρύθμιση των ενήμερων δανείων, που βρίσκονταν σε κατάσταση μορατόριουμ, αφού η επαναφορά θα έρθει σταδιακά. Την προετοιμασία κοστολογημένων σχεδίων από τις Τράπεζες και τις εταιρείες διαχείρισης δανείων ώστε να παρέχουν διευκολύνσεις για τη σταδιακή επαναφορά στην κανονικότητα, ιδιαίτερα στους ενήμερους πολίτες – επιχειρήσεις, όπως η καταβολή της μισής δόσης δανείου (50%) για το 2021 και η καταβολή των ¾ (75%) για το 2022, με αντίστοιχη επιμήκυνση των δανειακών τους συμβάσεων.
– τη δημιουργία ενός «πλέγματος ασφαλείας» ώστε να αποφευχθούν φαινόμενα καθυστερήσεων πληρωμών αλλά και να ενισχυθεί και η ρευστότητα των επιχειρήσεων.
– περαιτέρω ενίσχυση της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων μέσω αξιοποίησης κοινοτικών πόρων, ως θέμα συζήτησης μεταξύ Πολιτείας και Τραπεζών, με στόχο τη συνεννόηση με Φορείς που συγχρηματοδοτούν (Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα, Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων), ώστε να επιτευχθεί και στα προϊόντα αυτά, αντίστοιχη μεταβατική περίοδος ρύθμισης των συμβάσεών τους.
– την άμεση εφαρμογή του πλαισίου χορήγησης μικροχρηματοδοτήσεων (ν. 4701/2020) για τη χορήγηση δανείων έως 25.000 ευρώ χωρίς εμπράγματες εξασφαλίσεις σε πολύ μικρές επιχειρήσεις και αυτοαπασχολούμενους.
– ανάληψη πρωτοβουλίας της κυβέρνησης, σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, για τη δημιουργία ενός μηχανισμού που θα αναλάβει τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων που δημιουργήθηκαν κατά την περίοδο της πανδημίας.
– οι νέες ρυθμίσεις να συνοδεύονται από δέσμευση της επιχείρησης για διατήρηση του υφιστάμενου αριθμού θέσεων απασχόλησης.
Όπως τονίζει ο πρόεδρος του ΟΕΕ, Κωνσταντίνος Κόλλιας «οι τράπεζες οφείλουν να προστατεύσουν τους συνεπείς δανειολήπτες τους, που – παρά τις δυσκολίες – στήριξαν το τραπεζικό σύστημα, και, μέσω επέκτασης των διευκολύνσεων ή παροχής εναλλακτικών προτάσεων, να δημιουργήσουν ένα δίχτυ ασφαλείας, ώστε να αποφευχθούν φαινόμενα καθυστερήσεων πληρωμών, αλλά και να ενισχυθεί και η ρευστότητά τους. Η κουλτούρα πληρωμών, που δημιουργήθηκε το προηγούμενο διάστημα, πρέπει να διατηρηθεί και τα φυσικά και νομικά πρόσωπα, τα οποία στήριξαν με τις πληρωμές τους το κράτος την προηγούμενη δεκαετία, να ανταμειφθούν».